Επιμέλεια: Δημήτρης Λαμπρόπουλος

Σε ηλικία 15 ετών, ο Sands παράτησε το σχολείο και έπιασε δουλειά σε ένα εργοστάσιο που κατασκεύαζε εξαρτήματα λεωφορείων. Ήταν αφοσιωμένος στη δουλειά του, αλλά οι συνάδελφοί του δεν ήταν διατεθειμένοι να δουλέψουν στο πλευρό ενός καθολικού. Ύστερα από δεκάδες απειλές, ο Σαντς αναγκάστηκε να αφήσει τη δουλειά του.

Προτεστάντες επιτέθηκαν στο σπίτι όπου έμεναν οι γονείς του και τους έδιωξαν. Το 1972, ο ενήλικος πια Sands, στρατολογήθηκε στον IRA, εξοργισμένος με την κατάσταση που επικρατούσε. Συνελήφθη σχεδόν αμέσως και καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια φυλάκισης για κατοχή όπλου. 

Αποφυλακίστηκε το 1976, αλλά οι αρχές τον συνέλαβαν ξανά, αυτή τη φορά ως εμπλεκόμενο σε βομβιστική επίθεση, που έγινε σε εταιρεία επίπλων. Μετά από μια βίαιη ανάκριση το δικαστήριο καταδίκασε τον Sands, σε 14 χρόνια φυλάκισης στο Maze Prison, έναν χώρο λίγο έξω από το Μπέλφαστ, που χρησιμοποιήθηκε για τη φυλάκιση ρεπουμπλικάνων κρατουμένων από το 1971 έως το 2000.


O Bobby Sands  κατά την απεργία πείνας στη φυλακή των Maze


Η πρώτη διαμαρτυρία στο Maze Prison – «μπλάνκετ μεν»

Μέχρι το 1976, όσοι κρατούμενοι είχαν καταδικαστεί για τη δράση τους σε οργανώσεις όπως ο IRA, αντιμετωπίζονταν ως πολιτικοί κρατούμενοι και είχαν δικαιώματα που δεν ίσχυαν για τους κοινούς εγκληματίες. Μπορούσαν να φορούν δικά τους ρούχα και όχι τις στολές της φυλακής, να συνεβρίσκονται ελεύθερα με τους συγκρατούμενούς τους και να μην συμμετέχουν στις αναγκαστικές εργασίες της φυλακής. Όμως το 1976 η βρετανική κυβέρνηση αφαίρεσε το στάτους του πολιτικού κρατούμενου με σκοπό να ποινικοποιήσει τη δράση του IRA.

Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1976, ο κρατούμενος Kieran Nugent αρνήθηκε να φορέσει τη στολή της φυλακής. Επέλεξε να καλύψει το γυμνό του σώμα μόνο με μία κουβέρτα και σύντομα ακολούθησαν όλοι οι συγκρατούμενοί του, για να διαμαρτυρηθούν για τις συνθήκες κράτησης. Το 1978 οι κρατούμενοι αποφάσισαν να εντείνουν τη διαμαρτυρία τους και αρνούνταν να πλυθούν. Άπλωναν τα περιττώματά τους στους τοίχους των κελιών τους και πλημμύριζαν τους διαδρόμους της φυλακής με τα ούρα τους. Σε τακτά χρονικά διαστήματα, οι φύλακες τους έβγαζαν απ’ τα κελιά, τους ξυλοκοπούσαν και τους έπλεναν οι ίδιοι.

Το 1980 η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο και οι κρατούμενοι αποφάσισαν να προβούν σε απεργία πείνας. Σε αυτή την πρώτη απεργία δεν συμμετείχε ο Sands, αλλά σημαντικά μέλη του IRA, όπως ο Brendan Hughes, ο Tommy McKearney, ο Sean McKenna και άλλοι. Πέρασαν 53 μέρες και ο Sean McKenna βρισκόταν στο χείλος του θανάτου, όταν η βρετανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα συνθηκολογούσε με τους κρατούμενους.

Η απεργία έληξε χωρίς να πεθάνει κανείς, αλλά πολύ γρήγορα αποκαλύφθηκε ότι το κείμενο που είχαν συντάξει οι Βρετανοί ήταν γεμάτο γενικολογίες και αόριστες υποσχέσεις, που ουσιαστικά δεν άλλαζαν τίποτα.

Hugh Rooney and Freddie Toal κατά την διάρκεια της πρώτης απεργίας πείνας


Απεργία Πείνας

Η απεργία πείνας των Ιρλανδών το 1981 ξεκίνησε με την άρνηση του Sands να δεχτεί τροφή στις 1 Μαρτίου 1981. Ο Bobby Sands ήταν αποφασισμένος να πεθάνει, γιατί ήξερε ότι χωρίς τον θάνατο κάποιου, η κυβέρνηση της Θάτσερ δεν θα ενεργοποιούνταν. Ακολούθησαν κι άλλοι κρατούμενοι το παράδειγμά του.

Η απεργία πείνας εστίασε σε πέντε αιτήματα:

  • Το δικαίωμα να μην φορούν τη στολή της φυλακής
  • Το δικαίωμα να μην κάνουν τις αγγαρείες της φυλακής
  • Το δικαίωμα της ελεύθερης επικοινωνίας με άλλους φυλακισμένους, καθώς και το δικαίωμα της οργάνωσης εκπαιδευτικών προγραμμάτων
  • Το δικαίωμα να δέχονται μία επίσκεψη, ένα γράμμα και ένα δέμα κάθε εβδομάδα
  • Πλήρης αποκατάσταση όσων έχασαν κατά τη διάρκεια της διαμαρτυρίας.

Ο ξαφνικός θάνατος του ανεξάρτητου βουλευτή Frank Maguire, οδήγησε σε εσπευσμένες εκλογές στην περιφέρεια Fermanagh και South Tyrone, όπου ο Bobby Sands αν και κρατούμενος διατηρούσε το δικαίωμα να θέσει υποψηφιότητα. Οι οπαδοί του Sands έκαναν μια τεράστια εκστρατεία να μην χαθούν ψήφοι σε πολλούς υποψηφίους με αποτέλεσμα οι υπόλοιπες ριζοσπαστικές παρατάξεις να αποσυρθούν.

Τον Απρίλιο του 1981, o 27χρονος Bobby Sands, έγινε ο νεότερος βουλευτής στη Βρετανία, συγκεντρώνοντας το 52% των ψήφων. Ο ηρωισμός του απεργού πείνας κατάφερε να κερδίσει τη συμπάθεια του κόσμου, ακόμα και αυτών που δεν υποστήριζαν την πολιτική του ιδεολογία.

Η Θάτσερ έλαβε δεκάδες μηνύματα διαμαρτυρίας από κυβερνήσεις όλου του κόσμου. Παρά την παγκόσμια κατακραυγή, η κυβέρνηση της Θάτσερ δεν φάνηκε να λυγίζει. Η βρετανίδα πρωθυπουργός ζούσε πολιτικά από αυτές τις κόντρες και δεν υποχωρούσε ποτέ.

Οι 10 απεργοί πείνας που πέθαναν στη φυλακή το 1981

Στις 5 Μαΐου του 1981 ο Bobby Sands, πέθανε στο νοσοκομείο της φυλακής, μετά από 66 μέρες απεργίας πείνας. Δεν ήταν ο μόνος. Οι κρατούμενοι του IRA συνέχισαν την απεργία πείνας και το καλοκαίρι πέθαναν ακόμη 9 από αυτούς. Η απεργία έσπασε στο τέλος του καλοκαιριού καθώς ο Καθολικός κλήρος έπεισε τις οικογένειες των κρατουμένων που είχαν χάσει τις αισθήσεις τους να τους ταΐσουν ενδοφλεβικά. IRA και INLA σταμάτησαν την απεργία μετά από 217 ημέρες, τον Οκτώβρη 1981. Κατόπιν η βρετανική κυβέρνηση ικανοποίησε κάποια από τα αιτήματα των κρατουμένων, χωρίς, ωστόσο, να τους χαρακτηρίσει ποτέ πολιτικούς κρατουμένους. Η απεργία πείνας ενδυνάμωσε την δραστηριότητα του IRA καθώς συγκέντρωσε το ενδιαφέρον των ΜΜΕ αλλά και της κοινής γνώμης.

Τον Bobby συνοδεύει στο νεκροταφείο πλήθος 100.000 ανθρώπων, ενώ οι πίπιζες παίζουν τη μελωδία του τραγουδιού που γράφτηκε για τους «μπλάνκετ μεν». «Δεν θα φορέσω τη στολή του κατάδικου, υποταγμένος δε θα εκτίσω την ποινή». Στις 6 Μαΐου, το διάσημο ροκ συγκρότημα των Grateful Dead που δίνει συναυλία στη Ν. Υόρκη αφιερώνει στον νεκρό -και εφεξής μυθικό- μαχητή του ΙRA το τραγούδι He’s Gone. Δεν είναι όμως τόσο «λεπτές» οι υπόλοιπες αντιδράσεις που εκδηλώνονται ανά τον κόσμο, στο άκουσμα της είδησης του θανάτου του Sands.

Στο Μιλάνο, 5.000 διαδηλωτές πυρπολούν την αγγλική σημαία. Συλλαλητήρια γίνονται σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις, στην Αυστραλία, στις ΗΠΑ. Σε διάφορα λιμάνια του κόσμου διαδηλωτές ρίχνουν μαύρη μπογιά σε βρετανικά πλοία. Στο Νέο Δελχί οι ινδοί βουλευτές κρατούν ενός λεπτού σιγή. Αμερικανοί γερουσιαστές, μεταξύ των οποίων κι ο Τεντ Κένεντι, στέλνουν επιστολή διαμαρτυρίας στη Θάτσερ. Ποτέ άλλοτε η πολιτική του Λονδίνου για τη Β. Ιρλανδία (ούτε καν στον απόηχο της «Ματωμένης Κυριακής» του ‘72) δεν προκάλεσε τέτοια κατακραυγή, διεθνώς.

Ο Bobby Sands, μέχρι σήμερα εξακολουθεί να εμπνέει όχι μόνο ιρλανδούς ρεπουμπλικάνους στην επιδίωξή τους για ελευθερία από τη βρετανική κυριαρχία, αλλά και ανθρώπους σε όλο τον κόσμο που αγωνίζονται για τα δικαιώματά τους.