Όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο, η δημοσκόπηση αυτή δείχνει ότι επτά στους δέκα Βραζιλιάνους (ποσοστό 70%) θεωρούν ότι η διακυβέρνηση Τέμερ είναι “κακή ή απεχθής”. Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό που έχει καταγραφεί από το 1985 και την επιστροφή της δημοκρατίας στη μεγαλύτερη χώρα της Λατινικής Αμερικής. 
Η δημοσκόπηση διενεργήθηκε από τις 13 Ιουνίου μέχρι την 1η Ιουλίου σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 2.000 προσώπων.

Τον περασμένο Μάρτιο η δημοτικότητα του Τέμερ ανερχόταν στο 10% και το 55% των ερωτηθέντων θεωρούσαν «κακό» τον τρόπο διακυβέρνησής του. Σήμερα, το 90% των ερωτηθέντων είπε ότι δεν έχει καμία εμπιστοσύνη στον πρόεδρο, η θητεία του οποίου λήγει (θεωρητικά) στα τέλη του 2018. Ο Τέμερ ανέλαβε την προεδρία τον Ιούνιο του 2016 μετά την έκπτωση της Ντίλμα Ρούσεφ από το αξίωμά της. Το ποσοστό δημοτικότητάς του όχι μόνο δεν πήρε ποτέ την ανιούσα αλλά αντιθέτως έφθινε όσο περνούσαν οι μήνες.

Μετά από 13 χρόνια διακυβέρνησης από το αριστερό Κόμμα των Εργαζομένων, ο συντηρητικός πρόεδρος προώθησε «μεταρρυθμίσεις» και μέτρα λιτότητας προκειμένου να βγάλει τη Βραζιλία από την ύφεση. Όμως, όπως και πολλοί άλλοι πολιτικοί και υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι, ενεπλάκη και αυτός στο σκάνδαλο διαφθοράς με επίκεντρο την κρατική πετρελαϊκή εταιρεία Petrobras. Την επόμενη Τετάρτη το κοινοβούλιο θα κληθεί να αποφασίσει αν θα δώσει το πράσινο φως για να παραπεμφθεί ο Τέμερ στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Όπως ανέφερε και ο Glenn Greenwald σε ρεπορτάζ για το The Intercept,  αιτία θυμού (εκτός των κατηγοριών για διαφθορά) είναι ένα πακέτο «μεταρρυθμίσεων» που η κυβέρνηση Τεμέρ προωθεί, το οποίο περιορίζει τα δικαιώματα των εργαζόμενων, ανεβάζοντας το όριο συνταξιοδότησης για αρκετά χρόνια και περικόπτοντας διάφορα επιδόματα σύνταξης και κοινωνικής ασφάλισης. Αυτά τα μέτρα λιτότητας επιβάλλονται σε περίοδο μεγάλων βασάνων, με τους ρυθμούς ανεργίας να ανεβαίνουν δραματικά και την κοινωνική πρόοδο της περασμένης δεκαετίας, που έβγαλε εκατομμύρια ανθρώπους από την φτώχεια, να καταρρέει. Όπως ανέφεραν οι New York Times την Παρασκευή: «Η απεργία αποκάλυψε τη βαθιά δυσφορία στη βραζιλιάνικη κοινωνία για την κυβέρνηση Τεμέρ και τις πολιτικές της.»