Υπενθυμίζεται ότι σε ΦΕΚ της 17ης Σεπτέμβρη που φέρει την υπογραφή της υφυπουργού Παιδείας, Σοφίας Ζαχαράκη, ορίστηκαν τα «νέα» προγράμματα σπουδών (που η εφαρμογή τους ξεκινά από τη φετινή χρονιά, παρά το γεγονός ότι ήδη έχει ξεκινήσει η σχολική χρονιά) για μία σειρά από μαθήματα σε Λύκειο και Γυμνάσιο, μεταξύ αυτών η Ιστορία.

Χωρίς ενημέρωση, χωρίς επιστημονική τεκμηρίωση και με μία σύντομη, τυπική αναφορά, ανακοινώνεται από την υφυπουργό ότι τα νεώτερα προγράμματα σπουδών Ιστορίας για τις συγκεκριμένες τάξεις που είχαν δημιουργηθεί από ομάδα του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτική και είχαν «περάσει» από τη Βουλή πέρυσι τον Μάιο καταργούνται και επανέρχονται αυτά που προϋπήρχαν, δηλαδή αυτά του 2003. Τα προγράμματα αυτά, εφόσον εγκρίθηκαν πέρυσι τον Μάιο από τη βουλή η φετινή σχολική χρονιά θα ήταν επί της ουσίας η πρώτη που θα εφαρμοζόντουσαν.

Επιστρέφει η Ιστορία της «εθνικής συνείδησης» σε Γυμνάσιο και Λύκειο με υπογραφή Κεραμέως

«Επί σειρά ετών έχουμε μετάσχει σε επιτροπές που είχαν συστήσει υπουργοί διαφορετικών κυβερνήσεων (Διαμαντοπούλου, Μπαμπινιώτης, Φίλης, Γαβρόγλου) και εργαστήκαμε αμισθί με μοναδικό στόχο τον εκσυγχρονισμό της σχολικής ιστορίας, ώστε να ευθυγραμμιστεί επιτέλους με τα διεθνή επιστημονικά δεδομένα και τα κεκτημένα της ακαδημαϊκής ιστορίας.

Πρέπει να σημειωθεί ότι την Επιτροπή μας πλαισίωσαν δεκαπέντε μάχιμοι εκπαιδευτικοί από την Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση με διδακτορικούς τίτλους και υψηλής ποιότητας ερευνητικό έργο στην ιστορία και στη διδακτική της. Ωστόσο, η σπατάλη ανθρώπινων και υλικών πόρων, ο φόβος της μεταρρύθμισης, η θεσμική αμνησία και η ιδεοληπτική αντιμετώπιση του μαθήματος εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να ανακόπτουν κάθε προσπάθεια ανανέωσης του περιεχομένου και του τρόπου διδασκαλίας της ιστορίας, η οποία μένει μετέωρη και μονίμως εκκρεμής.»

Ολόκληρη η επιστολή της Επιστημονικής Επιτροπής: 

«Εκφράζουμε την απογοήτευσή μας ως πανεπιστημιακοί δάσκαλοι και πολίτες αυτής της χώρας για τον τρόπο με τον οποίο οι κυβερνήσεις διαχειρίζονται διαχρονικά το μάθημα της ιστορίας.

Επί σειρά ετών έχουμε μετάσχει σε επιτροπές που είχαν συστήσει υπουργοί διαφορετικών κυβερνήσεων (Διαμαντοπούλου, Μπαμπινιώτης, Φίλης, Γαβρόγλου) και εργαστήκαμε αμισθί με μοναδικό στόχο τον εκσυγχρονισμό της σχολικής ιστορίας, ώστε να ευθυγραμμιστεί επιτέλους με τα διεθνή επιστημονικά δεδομένα και τα κεκτημένα της ακαδημαϊκής ιστορίας.

Πρέπει να σημειωθεί ότι την Επιτροπή μας πλαισίωσαν δεκαπέντε μάχιμοι εκπαιδευτικοί από την Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση με διδακτορικούς τίτλους και υψηλής ποιότητας ερευνητικό έργο στην ιστορία και στη διδακτική της. Ωστόσο, η σπατάλη ανθρώπινων και υλικών πόρων, ο φόβος της μεταρρύθμισης, η θεσμική αμνησία και η ιδεοληπτική αντιμετώπιση του μαθήματος εξακολουθούν ακόμη και σήμερα να ανακόπτουν κάθε προσπάθεια ανανέωσης του περιεχομένου και του τρόπου διδασκαλίας της ιστορίας, η οποία μένει μετέωρη και μονίμως εκκρεμής.

Οι διαπιστώσεις αυτές επιβεβαιώθηκαν και με την πολιτική επιλογή της παρούσας κυβέρνησης. Αγνοήθηκε το έργο της τελευταίας Επιτροπής, στην οποία μετείχαμε, και τα ΠΣ της Ιστορίας που εκπονήσαμε και δημοσιεύθηκαν σε ΦΕΚ από τον Νοέμβριο του 2018 έως τον Ιούνιο του 2019, καταργήθηκαν χωρίς καμία προηγούμενη αξιολόγηση. Η επαναφορά σε ισχύ των προγραμμάτων που είχαν εκπονηθεί το 2003, η ανάρτηση, παράλληλα, στον ιστότοπο του ΙΕΠ Προγραμμάτων Σπουδών που είχαν συνταχθεί το 2015, δεδομένου μάλιστα ότι τα σχολικά εγχειρίδια που διδάσκονται δεν αντιστοιχούν σε αυτά, δημιουργούν σύγχυση σε εκπαιδευτικούς και μαθητές αλλά, κυρίως, επιβεβαιώνουν την περιφρόνηση προς το μάθημα της Ιστορίας.

Με την παρούσα επιστολή διαμαρτυρόμαστε έντονα για την απόφαση του Υπουργείου επειδή:

α) απαξίωσε την Επιτροπή και το έργο της, καθώς δεν υπήρξε καμιά ενημέρωση ή επικοινωνία για περισσότερο από ένα έτος,
β) τα νέα ΠΣ απορρίφθηκαν χωρίς καμιά, έστω στοιχειώδη, επιστημονική αιτιολόγηση και πριν καν δοκιμαστούν πιλοτικά,
γ) δεν έχει ακόμη ανακοινώσει αν έχει καταργήσει την παρούσα Επιτροπή ή την έχει αντικαταστήσει με άλλη και, αν ναι, από ποια μέλη αυτή αποτελείται.

Σε κάθε περίπτωση, δεν έχει οργανώσει έναν επιστημονικό διάλογο ανάμεσα σε ειδικούς πάνω στα προγράμματα σπουδών, όπου θα δινόταν η δυνατότητα ανταλλαγής απόψεων ή και βελτιωτικών παρεμβάσεων, αν και εφόσον αυτές κρίνονταν αναγκαίες.

Είναι λυπηρό να απορρίπτονται συλλήβδην και χωρίς την παραμικρή επιστημονική τεκμηρίωση Προγράμματα Σπουδών Ιστορίας, τα οποία είναι τα πρώτα στην εκπαιδευτική ιστορία της χώρας μας που:

  • αντιμετωπίζουν συνολικά και ενιαία την ιστορική εκπαίδευση στο ελληνικό σχολείο από την Γ΄ τάξη του Δημοτικού έως τη Β΄ Λυκείου,
  • ανταποκρίνονται στις διεθνείς προδιαγραφές, όπως αυτές προσδιορίζονται από τις επιστημονικές και παιδαγωγικές αρχές του Συμβουλίου της Ευρώπης και της παγκόσμιας επιστημονικής κοινότητας, από την οποία έτυχαν ευρείας αποδοχής,
  • συνδέουν το μάθημα της Ιστορίας με τη σύγχρονη ιστορική επιστήμη και εισάγουν νέες θεματικές και οπτικές, που προσφέρουν ποικίλες ευκαιρίες στα παιδιά να αγαπήσουν την ιστορία, να αποκτήσουν γνώσεις και να καλλιεργήσουν κριτική σκέψη και
  • εισάγουν καινοτόμες, ουσιαστικά μαθητοκεντρικές μεθόδους διδασκαλίας, με τις οποίες οι εκπαιδευτικοί, αφού λάβουν την κατάλληλη επιμόρφωση και εκπονηθούν τα ανάλογα σχολικά εγχειρίδια, θα έχουν τη δυνατότητα να προσφέρουν νέες εμπειρίες μάθησης στα παιδιά.

Καταλήγοντας, θεωρούμε αδιανόητο, όταν επί δεκαετίες στη συντριπτική πλειονότητα των χωρών της Ευρώπης, τα σχολικά προγράμματα σπουδών συντάσσονται από εξειδικευμένους επιστήμονες και αποτελούν καρπούς γόνιμων και ανοικτών διαβουλεύσεων στους κόλπους της επιστημονικής και εκπαιδευτικής κοινότητας, στην Ελλάδα ακόμη και σήμερα να αποσύρονται με πολιτικές αποφάσεις. Όλες οι προσπάθειες αναμόρφωσης της διδασκαλίας της ιστορίας στη χώρα μας, δυστυχώς, πέφτουν στο πιθάρι των Δαναΐδων.

Πολυμέρης Βόγλης (πρόεδρος)

Κώστας Κασβίκης, Γιώργος Κόκκινος, Χριστίνα Κουλούρη, Άγγελος Παληκίδης, Βασίλης Τσάφος (μέλη)