του Θάνου Καμήλαλη

Το ρεπορτάζ του «Πρώτου Θέματος» δεν είναι μεμονωμένο περιστατικό. Η δεξιά και ακροδεξιά μερίδα του Τύπου που επιθυμεί να ασκεί σκληρή κριτική στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αντιμετωπίζει το ίδιο αδιέξοδο με την αντιπολιτευτική τακτική της Νέας Δημοκρατίας. Το βασικό ερώτημα είναι εδώ και δύο πλέον χρόνια το ίδιο: «Τι μπορείς να κάνεις όταν ο αντίπαλος σου σου έχει κλέψει την πολιτική;». Καθώς οι μνήμες από τις περικοπές των κυβερνήσεων Παπανδρέου, Παπαδήμου και Σαμαρά ξεφτίζουν, η κοινωνία αγανακτεί πλέον με τις περικοπές Τσίπρα (και ξεχνά ότι το τρίτο μνημόνιο ψηφίστηκε και από ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – Ποτάμι), δημιουργείται σιγά σιγά το πρόσφορο έδαφος για την καταγγελία των μέτρων λιτότητας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Το αδιέξοδο όμως παραμένει, απλά μετασχηματίζεται σε μια «άρρωστη» επίθεση στην κυβέρνηση, όπου οι συνέπειες της πολιτικής της δεν μένουν κρυφές, οι αιτίες όμως όχι απλά αποσιωπούνται, αλλά παραποιούνται σε τέτοιο βαθμό που οδηγούν στην κατασκευή μύθων.

Ο δημόσιος διάλογος στην Ελλάδα αγαπάει τους μύθους. Για την Αριστερά, αποδείχτηκε μύθος ότι το πρόβλημα των μνημονίων ήταν απλά συνέπεια της κακής διαπραγμάτευσης των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ (κάτι που μπορεί να ίσχυε το 2010, αλλά όχι το 2015) και ότι με μια «σκληρή διαπραγμάτευση» και λογικά (όντως) επιχειρήματα οι δανειστές της χώρας θα πείθονταν να σταματήσουν να τη δολοφονούν οικονομικά. Ότι θα υπήρχε σεβασμός στην ελληνική δημοκρατία, ότι «οι αγορές θα χόρευαν» και ότι η Μέρκελ θα υποχωρούσε στο θαρραλέο «go back» του Τσίπρα. Για τον νυν ΣΥΡΙΖΑ οι μύθοι παραμένουν, πιο «ντροπαλοί» αλλά εξίσου ανεδαφικοί (βλ. λύση για το χρέος, εξοδος από τα μνημόνια και την επιτροπεία το 2018 και ούτω καθεξής).

Πλέον όμως, είναι και η σειρά της απομακρυσμένης από την εξουσία, παραδοσιακά μνημονιακής κεντροακροδεξιάς, να ζήσει τους δικούς της μύθους, να τους προπαγανδίσει ανελέητα και να δηλητηριάσει τον δημόσιο διάλογο. Για το «Πρώτο Θέμα», τα νέα «Νέα» του Μαρινάκη και τη Νέα Δημοκρατία το πρόβλημα της χώρας είναι ότι την κυβερνά μια «δράκα κομμουνιστών», μια «αριστερή συμμορία» με κρυφά σχέδια για δραχμή και την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρώπη και τη μεταφορά της σε κάποια άλλη ήπειρο. Υπάρχει και το πιο μετριοπαθές, ότι το βασικό για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας είναι η «εμπιστοσύνη». Το ύψος και το μέγεθος της ανοησίας δεν έχει σημασία, σημασία έχει να καταφέρνει να στρέφει τον δημόσιο διάλογο εκεί που «πρέπει» για τους δημιουργούς της. Σε ιστορικές αναδρομές (παραποιημένες ή μη), εμφυλιοπολεμικούς διαλόγους στα κοινωνικά μέσα, θεωρίες των δύο άκρων (ή του ενός, αφού σύμφωνα με τον Μητσοτάκη τα τελευταία χρόνια «εγκλήματα έχει κάνει μόνο η Αριστερά»). Και σίγουρα όχι στο σήμερα, στο τι πραγματικά φταίει για τους μισθούς και τις συντάξεις των 360 ευρώ, τον θρίαμβο της «μερικής» (στα χαρτιά) απασχόλησης και το ότι στις παρέες το πρώτο ερώτημα είναι «δουλεύεις;» και το επόμενο, ακόμα πιο δύσπιστο, «πληρώνεσαι;».

Δεν ξέρω αν η παρακάτω αποκάλυψη είναι συνταρακτική, αλλά τα κείμενα των μνημονίων δεν γράφονται από κομμουνιστές και οι συντάκτες τους (που δεν ανήκουν στην ελληνική κυβέρνηση) επικροτούν το μοντέλο των «360 ευρώ σε 600.000 εργαζόμενους». Σε ένα από αυτά για παράδειγμα, στο «Μνημόνιο 3,5» του 2016, διαβάζουμε: «Τα τελευταία έτη, έχουν συντελεστεί μείζονες αλλαγές στην ελληνική αγορά εργασίας και το μισθολογικό κόστος, για να γίνει η απασχόληση πιο ευέλικτη.Η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύεται να υιοθετήσει στην εργασία τις βέλτιστες πρακτικές της ΕΕ…». Παράλληλα, η εκάστοτε κυβέρνηση δεσμεύεται ότι «αλλαγές στην πολιτική της αγοράς εργασίας δεν θα πρέπει να συνεπάγονται την επιστροφή σε παλαιότερα πλαίσια πολιτικής, ασύμβατα με τους στόχους προώθησης μιας βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης».

Ανάλογες αναφορές μπορούν να βρεθούν σε κάθε μνημονιακό κείμενο που αποδέχεται η ελληνική κυβέρνηση, έρχεται στη Βουλή, μεταφράζεται και ψηφίζεται με συνοπτικές διαδικασίες εντός ελαχίστων ημερών. Η «ανταγωνιστικότητα» στην αγορά εργασίας η ανάγκη «εμπιστοσύνης» των εργοδοτών – επενδυτών, η «βιώσιμη ανάπτυξη», η «προσήλωση σε βέλτιστες πρακτικές» είναι ευφημισμοί που έκαναν την εμφάνιση τους από το 2009 για να δικαιολογήσουν όλη την εργασιακή απορρύθμιση και καταπάτηση στοιχειώδων εργασιακών δικαιωμάτων, στο βωμό φυσικά της «σωτηρίας της χώρας». Με μία λέξη, η υπάρχουσα τριτοκοσμική κατάσταση είναι το αποτέλεσμα των «μεταρρυθμίσεων», αυτών για τις οποίες η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ δέχεται εδώ και μήνες τα συγχαρητήρια των «εταίρων», ως παραπλανημένο παιδί που επανήλθε στον ίσιο (μονο)δρομο. Αυτών ακριβώς που ευαγγελίζεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο ΣΕΒ, υπουργοί του ΣΥΡΙΖΑ όπως ο Στέργιος Πιτσιόρλας, αυτών που εν χορώ οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι ζητούν από την Ελλάδα τη συνέχιση τους.

Όσοι λοιπόν σπεύδουν να αποδώσουν τη σημερινή κατάσταση σε καθεστώτα του παρελθόντος και «αριστερές ιδεοληψίες», ας κάνουν πρώτα τον κόπο να θυμηθούν αυτό που είχε πει ο γερμανός ΥΠΟΙΚ, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, απευθυνόμενος εμμέσως στον Αλέξη Τσίπρα σε μια εκδήλωση στις ΗΠΑ το 2016:

«Είναι η εφαρμογή [των μεταρρυθμίσεων], ανόητε»