Κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στέλιος Πέτσας, υπογράμμισε ότι η Ελλάδα είναι πρόθυμη να συζητήσει το εκκρεμές ζήτημα που υπάρχει με την Τουρκία ως προς την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, η κυβέρνηση επιζητά διερευνητικές επαφές με την Άγκυρα μέσα στον Αύγουστο.

«Εάν δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε συμφωνία, ας πάμε στο Δικαστήριο της Χάγης. Να συμφωνήσουμε ότι αυτή είναι η μόνη διαφορά μας, να θέσουμε τις παραμέτρους, να συμφωνήσουμε σε όσα συμφωνούμε και σε όσα διαφωνούμε και να σεβαστούμε την απόφαση του δικαστηρίου. Να σεβαστούμε το διεθνές δίκαιο. Πιστεύω ότι αυτή είναι μία δίκαιη προσέγγιση στον βαθμό που δεν μπορούμε – εάν δεν μπορούμε – να λύσουμε τη διαφορά μας απευθείας μεταξύ μας.

Είμαστε  έτοιμοι να ξεκινήσουμε διερευνητικές επαφές, έχει επιλεγεί ο επικεφαλής της ομάδας, που είναι ο κ. Αποστολίδης ο οποίος έχει παίξει αυτό το ρόλο με επιτυχία σε προηγούμενο διάστημα και αναμένουμε από την Τουρκία, αν αυτά που λέει τα εννοεί, να προχωρήσουμε ακόμη και μέσα στον Αύγουστο στις διερευνητικές επαφές. Εμείς είμαστε έτοιμοι, εφόσον υπάρξει αυτή η έμπρακτη αποκλιμάκωση, με συνέχεια και συνέπεια, να ξεκινήσουμε ακόμη και τον Αύγουστο».

Ο Μητσοτάκης χαρακτηρίζει «βαθύτατα» άδικη τη στάση του ΝΑΤΟ απέναντι στις εντεινόμενες τουρκικές προκλήσεις

Σημειώνεται ότι την Τετάρτη ο Κ. Μητσοτάκης συνομίλησε με τον πρώην πρέσβη των ΗΠΑ στην Ελλάδα, Νίκολας Μπερνς, επισημαίνοντας πως αν δεν υπάρξει συμφωνία με την Τουρκία, η Ελλάδα θα ζητήσει τη επίλυση των διαφορών τους μέσω του δικαστηρίου της Χάγης και τα όσα προβλέπει το διεθνές δίκαιο.

«Υπήρξα πολύ ειλικρινής απέναντι στην Τουρκία και την παγκόσμια κοινότητα, λέγοντας ότι εάν δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε συμφωνία, ας πάμε στο Δικαστήριο της Χάγης. Να συμφωνήσουμε ότι αυτή είναι η μόνη διαφορά μας, να θέσουμε τις παραμέτρους, να συμφωνήσουμε σε όσα συμφωνούμε και σε όσα διαφωνούμε και να σεβαστούμε την απόφαση του δικαστηρίου. Να σεβαστούμε το διεθνές δίκαιο. Πιστεύω ότι αυτή είναι μία δίκαιη προσέγγιση στον βαθμό που δεν μπορούμε -εάν δεν μπορούμε- να λύσουμε τη διαφορά μας απευθείας μεταξύ μας».