Η σχετική εργασία, με τίτλο «Αξιολογώντας την επίδραση και την κλιμάκωση πολυετών προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής: ένα γενικό  πλαίσιο», εκπονήθηκε από τρία στελέχη της διεύθυνσης στρατηγικής, πολιτικής και αξιολόγησης του Ταμείου και αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του. Στην εργασία εξετάζονται οι δυναμικές που αναπτύσσονται όσον αφορά την ανάπτυξη (παραγωγή) και το χρέος σε μία σειρά από οικονομίες που υποβάλλονται σε πολυετή δημοσιονομική προσαρμογή, αλλά ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στην περίπτωση της Ελλάδας.

Μέσα από επιστημονικά εργαλεία οι συντάκτες της μελέτης καταλήγουν στο συμπέρασμα, όσον αφορά την Ελλάδα, ότι «το να είχαμε εφαρμόσει έναν υψηλότερο πολλαπλασιαστή δεν θα οδηγούσε σε βελτίωση της πρόβλεψης για το ΑΕΠ. Αντίθετα, με διαφορά, πιο σημαντικός παράγοντας ήταν (σ.σ. στον υπολογισμό της ύφεσης) η δραματική αναθεώρηση της δυνητικής ανάπτυξης τόσο στο αρχικό επίπεδο όσο και στην πρόβλεψη για την ανάπτυξη.

Αυτό αντανακλά μια σειρά από εξελίξεις, περιλαμβανομένης της μεγάλης αναθεώρησης στοιχείων μετά την έναρξη του προγράμματος, της ασθενούς σε σχέση με την αναμενόμενη εφαρμογή του προγράμματος, των χαμηλότερων των προσδοκιών αποτελεσμάτων από τις μεταρρυθμίσεις, των πολιτικών και κοινωνικών αντιστάσεων, κ.ά. που συνέβαλαν σε χαμηλότερη σε σχέση με την προσδοκώμενη –στο αρχικό πρόγραμμα– ανάπτυξη.

Τα στελέχη του ΔΝΤ εξέτασαν διάφορα σενάρια, λαμβάνοντας υπόψη χαμηλότερο δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας από το 2% που είχε υποτεθεί κατά την εκπόνηση του ελληνικού προγράμματος το 2010 και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι αυτά εξηγούν την ύφεση που σημειώθηκε στην ελληνική οικονομία.

Ως βασικό σενάριο έλαβαν υπόψη ότι ο δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής στην Ελλάδα είναι ίσος με τη μονάδα, δηλαδή τα μέτρα για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος είχαν μείωσαν ισόποσα το ΑΕΠ.

Ο χαμηλότερος δυνητικός ρυθμός ανάπτυξης, σύμφωνα με το έγγραφο, αντανακλά έναν αριθμό εξελίξεων, που περιλαμβάνουν τις μεγάλες αναθεωρήσεις των στοιχείων μετά την αρχή του προγράμματος, την ασθενέστερη από την προβλεπόμενη εφαρμογή του προγράμματος και την πολιτική και κοινωνική αναστάτωση, καθώς και άλλους παράγοντες που οδηγούν σε μία πολύ χαμηλότερη οικονομική επίδοση σε σχέση με τις ελπίδες που υπήρχαν στο αρχικό πρόγραμμα.

Τα στελέχη του Ταμείου ασχολούνται και με το μείζον θέμα για το ποια πρέπει να είναι η χρονική κατανομή των μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής στην περίπτωση υπερχρεωμένων χωρών που βρίσκονται σε ύφεση.

Το κλίμα τείνει, σημειώνεται στο έγγραφο, υπέρ της αργής προσαρμογής (back loaded path), καθώς ορισμένες οικονομίες που ακολουθούν πρόγραμμα προσαρμογής, έχουν περιπέσει σε βαθύτερες υφέσεις και ορισμένες εργασίες έχουν διαπιστώσει ότι οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές τείνουν να είναι υψηλότεροι σε περιόδους ύφεσης και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να υπερβαίνουν σημαντικά τη μονάδα.

Ωστόσο, οι αναλυτές του ΔΝΤ σημειώνουν ότι η ύπαρξη πολλαπλασιαστών δεν αποτελεί πάντα ένα επιχείρημα υπέρ της βραδείας προσαρμογής και ότι η βραδεία προσαρμογή πρέπει να εξετασθεί και σε σχέση με τη βιωσιμότητα του χρέους. Οι ίδιοι τονίζουν, πάντως, ότι η βιωσιμότητα του χρέους μπορεί να εξασφαλισθεί και με την αναδιάρθρωσή του.

«Αν η ανάλυση οδηγεί στην επιλογή μεταξύ αφόρητης μείωσης του ΑΕΠ λόγω υπερβολικά μεγάλης δημοσιονομικής προσαρμογής από τη μία πλευρά και της βιωσιμότητας του χρέους από την άλλη, τότε μια χώρα μπορεί να χρειασθεί να εξετάσει την αναδιάρθρωση του χρέους της», αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Σημειώνεται ότι η ανάλυση που γίνεται για τις επιπτώσεις της δημοσιονομικής σταθεροποίησης στις υπερχρεωμένες χώρες τείνει να επικεντρώνεται σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα ενώ δεν έχει γίνει πολύ μεγάλη ανάλυση για τις επιπτώσεις στην ανάπτυξη των πολυετών προγραμμάτων. Δηλαδή, υποστηρίζουν ουσιαστικά οι οικονομολόγοι του ΔΝΤ ότι περιπτώσεις όπως αυτή της Ελλάδος που εφαρμόζεται πολυετές πρόγραμμα δεν έχουν μελετηθεί επαρκώς.

Υπενθυμίζεται ότι στις αρχές Ιουνίου το ΔΝΤ παραδέχθηκε ότι έκανε λάθη στο πακέτο διάσωσης της Ελλάδας. Σε έγγραφο που κυκλοφόρησε εσωτερικά με ένδειξη «άκρως εμπιστευτικό» το ΔΝΤ παραδεχόταν ότι είχε υποτιμήσει τη ζημιά που προκάλεσε η συνταγή λιτότητας στην ελληνική οικονομία.