Οι πολίτες της Χιλής συνεχίζουν για τέταρτη συνεχόμενη εβδομάδα να διαδηλώνουν στους δρόμους της χώρας, διαμαρτυρόμενοι για τα αντιλαϊκά μέτρα του δισεκατομμυριούχου προέδρου, Σεμπαστιάν Πινιέρα.

Σύμφωνα με πληροφορίες του Telesur, την Πέμπτη πραγματοποιήθηκε η μεγαλύτερη σε εύρος κινητοποίηση κατά της κυβέρνησης Πινιέρα, με τουλάχιστον δύο εκατομμύρια πολίτες να βρίσκονται στους δρόμους της χώρας.

Μέχρι στιγμής έχουν σκοτωθεί δεκάδες άνθρωποι και χιλιάδες ακόμα έχουν τραυματιστεί, ενώ οι δυνάμεις ασφαλείας της χώρας έχουν προχωρήσει σε συλλήψεις τουλάχιστον 5.000 ανθρώπων. Υπενθυμίζεται ότι την Κυριακή περισσότεροι από 70 χιλιάδες άνθρωποι, συμμετείχαν σε διαδήλωση στην πρωτεύουσα της χώρας.

Παρά τα κύματα λαϊκής αγανάκτησης που έχουν οδηγήσει τους πολίτες της Χιλής στους δρόμους της χώρας τις τελευταίες τέσσερις εβδομάδες, ο Πινιέρα ξεκαθάρισε προ ημερών ότι δεν πρόκειται να παραιτηθεί από τη θέση του.

Σύμφωνα με τους Financial Times, ο Πινιέρα ανέφερε ότι η κυβέρνηση του εξετάζει το ενδεχόμενο της επαναπρόσληψης των αστυνομικών που βγήκαν πρόσφατα σε σύνταξη. «Αποφασίσαμε να επανεξετάσουμε το ενδεχόμενο επαναπρόσληψης των καραμπινιέρων και των αστυνόμων που αποσύρθηκαν πρόσφατα με συνταξιοδότηση ώστε να αυξήσουμε τις δυνάμεις ασφάλειας και νόμου στη χώρα».

Ο Πινιέρα ανακοίνωσε την Τρίτη ότι θα συγκροτήσει επιτροπή αναθεώρησης του Συντάγματος (οποίο διατηρείται από την περίοδο της δικτατορίας του Αουγκούστο Πινοσέτ) ωστόσο οι περισσότερες δυνάμεις της αντιπολίτευσης, ανάμεσά τους και το Κομμουνιστικό Κόμμα Χιλής, απορρίπτουν την πρόταση, τονίζοντας πως δεν ανταποκρίνεται στην απαίτηση του λαϊκού κινήματος να υπάρξει εκλογή Συντακτικής Συνέλευσης απευθείας από το λαό και στη συνέχεια δημοψήφισμα για το νέο Σύνταγμα.

Παράλληλα σύναψε δύο συμφωνίες με την αντιπολίτευση για τον προϋπολογισμό του 2020 και για μια «οικονομική μεταρρύθμιση», προκειμένου να κατευνάσει την κοινωνική οργή. Όμως τα συνδικάτα ζητούν την προστασία των δικαιωμάτων τους στην κοινωνική ασφάλιση, η οποία έχει ιδιωτικοποιηθεί πλήρως, αύξηση του προϋπολογισμού για τη δημόσια υγεία και αύξηση του κατώτερου μισθού.