Τη Δευτέρα η εισαγγελέας του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου της Αθήνας, όπου εκδικάζεται η επίθεση χρυσαυγιτών σε βάρος του κοινωνικού χώρου «Συνεργείο» το 2013 στην Ηλιούπολη, ζήτησε την απαλλαγή και των εννέα κατηγορουμένων, επικαλούμενη τις διατάξεις του νέου Ποινικού Κώδικα.

Η εισαγγελέας επικαλέστηκε τις διατάξεις του νέου Ποινικού Κώδικα, που ορίζει σχετικά ότι η βλάβη του παθόντα δεν φέρει τα χαρακτηριστικά επικίνδυνης και για αυτό θα πρέπει να μετατραπεί η κατηγορία σε απλή σωματική που «ένεκα της απειλούμενης ποινής έχει παύσει υφ’ όρων».

Δικηγόροι της Πολιτικής Αγωγής δήλωσαν στην «Εφημερίδα των Συντακτών» ότι η απόφαση για μετατροπή της κατηγορίας σε απλή από επικίνδυνη βλάβη του παθόντος είναι επιλογή της εισαγγελέως. Ο Δημήτρης Ζώτος, ανέφερε χαρακτηριστικά πως «δεν φταίνε οι αλλαγές στους Ποινικούς Κώδικες για την απαλλακτική πρόταση, είναι ευθύνη της εισαγγελέως που επέλεξε τη μετατροπή της κατηγορίας σε απλή από επικίνδυνη βλάβη του παθόντος».

Εισαγγελέας ζητά την απαλλαγή χρυσαυγιτών για την επίθεση στο «Συνεργείο», επικαλούμενη τον νέο Ποινικό Κώδικα

Σημειώνεται ότι κατά την αγόρευση του, υπογράμμισε πως η επικινδυνότητα των χτυπημάτων στον Π. Δριμυλή αποδεικνύεται από τον αριθμό των δραστών (τουλάχιστον δέκα άτομα), από τα μέσα που χρησιμοποίησαν (γροθιές, ρόπαλα, κράνη) και από τα σημεία στα οποία επλήγη το θύμα (κεφάλι και πόδια). Απευθυνόμενος στους δικαστές ο δικηγόρος υπογράμμισε το χρονικό διάστημα στο οποίο συνέβη η επίθεση. «Πρέπει να μεταφερθείτε στις συνθήκες του 2013, να δείτε τι φόβος και τι ανοχή υπήρχε τότε απέναντι στη Χρυσή Αυγή», ανέφερε  και έκανε λόγο για μια προσχεδιασμένη, συντεταγμένη και πολυπρόσωπη επίθεση, παρουσία δύο βουλευτών της Χρυσής Αυγής και αστυνομικών. «Μπροστά στα μάτια του κράτους, το τάγμα εφόδου δρούσε ως κράτος εν κράτει».

Ο Θανάσης Καμπαγιάννης της Πολιτικής Αγωγής, επισήμανε «τον ρόλο που παίζει κάθε άτομο ξεχωριστά στην απονομή της δικαιοσύνης» και αντιπαρέβαλε τους αστυνομικούς που παρακολουθούσαν άπραγοι την επίθεση με τους γείτονες που κινητοποιήθηκαν με κάθε τρόπο, συλλέγοντας ακόμα και αριθμούς πινακίδων των δραστών, αλλά και τους ανακριτικούς υπαλλήλους που αρχειοθέτησαν τη δικογραφία με τις εφέτες ειδικές ανακρίτριες που προχώρησαν στη στοιχειοθέτηση επαρκών ενδείξεων.

Σχολιάζοντας την αναφορά της εισαγγελέως, δήλωσε ότι «δεν υπάρχει έγγραφο» που να αποδεικνύει τα χτυπήματα του θύματος, προσθέτοντας  πως  «η συγκεκριμένη φράση αφυδατώνει τη μακρά διαδικασία που βιώσαμε». Απαρίθμησε τις καταθέσεις του παθόντος και των μαρτύρων, τα αδιάσειστα στοιχεία που προσκομίστηκαν από τα δελτία συμβάντων των αστυνομικών, το βίντεο που επιβεβαιώνει τη φυσική παρουσία του Λαγού στο σημείο, τα μηνύματα με τα οποία ο Λαγός επιχαίρει για την επίθεση, αλλά και τις φωτογραφίες που αποδεικνύουν την παρουσία του Μίχου κατά τη διάρκεια και στη λήξη της επίθεσης. «Με βάση αυτά τα πραγματικά περιστατικά δομούνται οι αξιόποινες πράξεις, αν και δύο μήνες μετά δεν μείναμε στο αξιόποινο, είχαμε την ανθρωποκτονία Φύσσα», ανέφερε χαρακτηριστικά.