«Η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και οι ευρωπαϊκές οδηγίες λένε ότι η εθνική νομοθεσία θα πρέπει να ορίζει εκ των προτέρων τους λόγους παύσης της Διοίκησης μιας ανεξάρτητης αρχής και όχι όπως έγινε τώρα εκ των υστέρων» υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, η Βασιλική Θάνου μιλώντας στον ΑΝΤ1 τη Δευτέρα. Παράλληλα, τόνισε πως με μια παρόμοια διάταξη παύθηκε ο πρόεδρος της ανεξάρτητης αρχής και στην Ουγγαρία, ο οποίος μετέπειτα δικαιώθηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

«Τίποτα το μεμπτό ως προς την επιλογή μου στην θέση του Προέδρου του Αρείου Πάγου δεν υπήρχε» σχολίασε την κριτική που έχει δεχθεί για την τοποθέτησή της στην ηγεσία του Αρείου Πάγου «ως μέλος του ΣΥΡΙΖΑ», ενώ «δικαιολόγησε» την επιλογή της από την προηγούμενη κυβέρνηση παρότι ήταν «δεύτερη», υποστηρίζοντας πως οι άλλες δύο υποψηφιότητες που προηγούνταν της δικής της είχαν μόλις οκτώ μήνες θητείας.

«Τίποτα δεν απάντησε η κυβέρνηση επί της ουσίας ούτε ο κ. Γεραπετρίτης, ούτε ο κ. Πικραμένος ως πρώην πρόεδρος του ΣΤΕ που γνωρίζουν και οι δύο καλά το θέμα» επιτέθηκε στα δύο κυβερνητικά στελέχη που της έχουν ασκήσει δριμεία κριτική, ενώ ξεκαθάρισε πως ουδέποτε δήλωσε πως «όσοι νόμοι και αν ψηφιστούν δεν παραιτούμαι» που της καταλόγισε ο Άδωνις Γεωργιάδης. Ακόμη, διαμήνυσε πως εφόσον δικαιωθεί, θα συνεργαστεί με την κυβέρνηση «καθώς τα δημόσια πρόσωπα οφείλουν να λειτουργούν θεσμικά, και όχι με βάση τις συμπάθειες και τις αντιπάθειές τους».

Παρακολουθήστε το βίντεο:

https://youtu.be/XxVVFjkCT7s

Η συνέχεια στο ΣτΕ

Υπενθυμίζεται πως η Β. Θάνου, αλλά και η αντιπρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού, Άννα Νάκου, έχουν ήδη προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας καταθέτοντας αίτηση ακύρωσης και αναστολής της έκπτωσής τους από τις θέσεις τους στην Επιτροπή.

Σύμφωνα με την προσφυγή των δύο κυριών, η θέσπιση του ασυμβίβαστου που εισήχθη με τον νόμο της κυβέρνησης 4623/2019 κατ’ εφαρμογήν του οποίου κηρύχθηκαν έκπτωτες τόσο οι δύο αιτούσες όσο και δύο ακόμη μέλη της Αρχής, εμφανίζει σωρεία παραβάσεων.

Σύμφωνα με δελτίο Τύπου του καθηγητή Πάνου Λαζαράτου οι παραβάσεις είναι οι εξής:

  • Παράβαση της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Δεκεμβρίου 2018, γιατί ο νομοθέτης δεν όριζε τέτοιο ασυμβίβαστο κατά τον χρόνο διορισμού των αιτουσών.
  • Παράβαση της υποχρέωσης σεβασμού της θητείας των μελών της εθνικής αρχής ανταγωνισμού μέχρι της λήξεώς της και μη πρόωρου τερματισμού της, σύμφωνα με όσα έχουν κριθεί επί αντίστοιχων υποθέσεων από το Δικαστήριο της ΕΕ.
  • Παράβαση της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας τους συνεπεία της πρόωρης λήξεως της προστατευόμενης θητείας τους ως μελών της Επιτροπής Ανταγωνισμού, κατ’ ανεπίτρεπτη αναδρομικότητα του νόμου, καθώς και της αρχής της συνέχειας της λειτουργίας των ανεξάρτητων αρχών και της ορθολογικής οργάνωσής τους που επιτυγχάνεται με τη διασφάλιση του ενιαίου της θητείας των μελών της ανεξάρτητης αρχής.
  • Παράβαση της αρχής προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της αρχής της αναλογικότητας, καθώς και των αρχών της ασφάλειας δικαίου και της καλής νομοθετήσεως, διότι ο νομοθέτης παρέλειψε να θεσπίσει ειδική μεταβατική διάταξη για τα ήδη υπηρετούντα μέλη της Επιτροπής Ανταγωνισμού, προκειμένου αυτά να μπορέσουν να ολοκληρώσουν τη θητεία τους.
  • Έλλειψη γενικού, αφηρημένου και απρόσωπου χαρακτήρα της ρυθμίσεως.
  • Φωτογραφικός χαρακτήρας του θεσπισθέντος ασυμβιβάστου, με σκοπό την απομάκρυνση συγκεκριμένων, δυνάμενων ευχερώς να προσδιοριστούν ατομικώς, μελών από την Επιτροπή Ανταγωνισμού.
  • Αντίθεση της ρυθμίσεως προς την αρχή της αναλογικότητας και προς την αρχή της ισότητας.
  • Μη τήρηση των διατάξεων του νόμου 3959/2011, γιατί δεν ζητήθηκε, αναφορικά με την επίμαχη τροποποίηση του ν. 3959/2011, η γνώμη της Επιτροπής Ανταγωνισμού.

Με το βλέμμα στην Κομισιόν

Στο μεταξύ, ο φωτογραφικός νόμος και οι παραπάνω εξελίξεις έχουν προκαλέσει εξ αρχής την αντίδραση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με τον τέως αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, Γιάννη Δραγασάκη, να αποστέλλει επιστολή στην Επίτροπο Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μάργκαρετ Βεστάγκερ, με θέμα την καρατόμηση της προέδρου και μελών της Επιτροπής Ανταγωνισμού.

Στην επιστολή του, το στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ εκφράζει την ανησυχία του για «τον κίνδυνο ενός σημαντικού τραύματος στην αξιοπιστία και το κύρος της Ε.Α.» και ζητά έλεγχο της νομιμότητας των επιχειρούμενων αλλαγών πριν δημιουργηθούν τετελεσμένα «τα οποία θα καταστήσουν ακόμη πιο δύσκολη την αποκατάσταση της αξιοπιστίας της Επιτροπής». Ο Γ. Δραγασάκης υπογραμμίζει πως έχει θεσμική και ηθική υποχρέωση να ενημερώσει την Κομισιόν, ως προηγούμενος υπουργός Οικονομίας, αρμόδιος για το θέμα της αλλαγής του προέδρου και μελών της διοίκησης λόγω της κανονικής λήξης της θητείας τους.

Αντίστοιχη ερώτηση έχει καταθέσει στην Ευρωπαία Επίτροπο και ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Δημήτρης Παπαδημούλης, με την Μ. Βεστάγκερ να του απαντά πως η Κομισιόν εξετάζει τη νομοθετική ρύθμιση της ελληνικής κυβέρνησης, καθώς και το κατά πόσον αυτή εναρμονίζεται με το κοινοτικό Δίκαιο.

Στην απάντηση της, η Ευρωπαία Επίτροπος σημειώνει ότι «Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή βρίσκεται σε συνεχή επαφή με την ελληνική κυβέρνηση για το θέμα» και ότι «η ίδια είχε μια σύντομη ενημέρωση από τον Έλληνα πρωθυπουργό» καθώς και ότι η Κομισιόν βρίσκεται σε επικοινωνία με τα σχετικά εμπλεκόμενα μέρη «για να διακριβώσει την κατάσταση».

Ακόμη, η Επίτροπος αναφέρει πως «η Κομισιόν υποστηρίζει σθεναρά την ανεξαρτησία των Εθνικών Αρχών Ανταγωνισμού (…) όπως αυτή ορίζεται σαφώς στην Οδηγία ECN +» και η οποία «πρέπει να εφαρμοστεί από όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, πριν από τις 4 Φεβρουαρίου 2021».