«Είδα ένα χαμόγελο κάτω από τη μάσκα». Το τελευταίο τουίτ της ελληνοαυστραλής δημοσιογράφου, Μαίρη Κωστακίδη, από την e-αίθουσα που βρισκόμασταν όλοι όσοι παρακολουθούσαμε την σημερινή διαδικασία κατέγραφε την ανάμεικτη χαρά, αγωνία και ανησυχία μας: τι σήμαιναν τα νέα της μη έκδοσης του για τον ίδιο τον Τζούλιαν Ασάνζ; ειδικά μετά την άνευ προηγουμένου επίθεση στην ελευθερία του Τύπου, που προηγήθηκε της ανακοίνωσης; Και, τι σημαίνει για τον ίδιο το γεγονός ότι δεν τον εκδίδουν γιατί τον θεωρούν ψυχικά ασθενή και έτοιμο να αυτοκτονήσει;

Η πολυαναμενόμενη ανακοίνωση της απόφασης του βρετανικού δικαστηρίου, επί της έκδοσης ή μη του Τζούλιαν Ασάνζ στις ΗΠΑ έγινε σήμερα το πρωί, σε μια άδεια από κοινό αίθουσα, στο δικαστήριο Ολντ Μπέιλυ του Λονδίνου. Με τον ίδιο τον ιδρυτή των Wikileaks στον γυάλινο κλωβό, με σκούρο κοστούμι και γκρι μάσκα, και τη δικαστή Βανέσα Μπαράιτσερ στην δερμάτινη καρέκλα της, ψηλότερα από όλους, να αναλύει το σκεπτικό της.

Η τοποθέτηση της δικαστού, που αποτελούσε την αποδοχή όλων των κατηγοριών που προσάπτουν οι ΗΠΑ στον Τζούλιαν Ασάνζ, δεν προοιώνιζε την κατάληξη της ετυμηγορίας της. Οι ΗΠΑ έχουν δίκηο να τον κατηγορούν ως χάκερ γιατί υπερέβη τα εσκαμμένα της δημοσιογραφίας, μας είπε. Δεν είναι πολιτική η εναντίον του δίωξη. Οι ΗΠΑ έχουν νομικό σύστημα που εγγυάται την απόδοση δικαιοσύνης. Δεν μπορεί ο κύριος Ασάνζ να δημοσιεύει ότι θέλει. Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι η Τσέλσι Μάννινγκ βασανίστηκε…

Μία μία οι θέσεις της αποδομούσαν κάθε επιχείρημα της υπεράσπισης και αποδέχονταν πλήρως τις θέσεις των ΗΠΑ, ακόμη και αυτές που οι ίδιες οι ΗΠΑ είχαν έμμεσα απορρίψει, όπως το περί του ότι κινδύνευσαν ζωές λόγω των αποκαλύψεων των Wikileaks.

Όσοι ακούγαμε, με αγωνία, την τοποθέτηση της, αρχίσαμε, περίπου στο 10λεπτο, να ετοιμαζόμαστε για το χειρότερο. Χαρακτηριστικά, ο Έντουαρντ Σνόουντεν, που παρακολουθεί την υπόθεση από κοντά όλο αυτό τον καιρό και έχει παρέμβει ουκ ολίγες φορές, έστειλε μέσω τουίτερ ακόμη μια έκκληση για την απονομή χάριτος από τον απερχόμενο Πρόεδρο των ΗΠΑ, κάτι που έχει πράξει πολλές φορές, θεωρώντας ότι θα μας ανακοινωθεί η έκδοση του… Ακόμη και οι οιωνοί μοιάζαν κακοί: η απόφαση ανακοινώνονταν στην αίθουσα δύο του δικαστηρίου του Ολντ Μπέιλυ, εκεί που καταδικάστηκαν άδικα τόσο ο Όσκαρ Ουάιλντ όσο και οι Τέσσερις του Γκίλφορντ (Εις το Ονομα του Πατρος) – μάλιστα δικηγόρων των τελευταίων ήταν η επικεφαλής των συνηγόρων του Ασάνζ, στη Βρετανία, Γκάρεθ Πηρς.

Όλα έδειχναν ότι έπρεπε να προετοιμαζόμαστε για του χειρότερο, ώσπου, η δικαστής άρχισε να αναφέρεται στην εύθραυστη ψυχική υγεία του δημοσιογράφου και εκδότη, και αρχίσαμε να ελπίζουμε. ‘Όπως αποδείχθηκε, δικαίως. Μπορεί η Βανέσα Μπαράιτσερ να θεωρεί ότι οι όροι με τους οποίους διεξάγεται η δημοσιογραφία πρέπει να επιβάλλονται από τις κρατικές μηχανές της αυτοκρατορίας, αλλά για ανθρωπιστικούς λόγους, λόγω της βεβαρυμένης ψυχικής του υγείας, του συνδρόμου Άσπερτζερς και των αυτοκτονικών τάσεων, τις οποίες βεβαίωσαν Βρετανοί γιατροί, άλλωστε, αποφάσισε να μην επιτρέψει την έκδοση του Τζούλιαν Ασανζ στις ΗΠΑ.

Με απλά λόγια: η ελεύθερη δημοσιογραφία, η ανεξάρτητη έρευνα, η ελευθερία του λόγου και της δημοσίευσης, μπορούν ελεύθερα να διώκονται από τις ΗΠΑ (και, συνακόλουθα, από τη Βρετανία) και αποτελούν εγκληματικές ενέργειες. Αυτό το ξεκαθάρισε η δικαστής όσο περισσότερο μπορούσε. Από την άλλη, όμως, οι Βρετανοί εμφανίζονται ως …ανθρωπιστές προς το πρόσωπο του Ασάνζ, τον άνθρωπο που «μπορεί να θέσει τέρμα στη ζωή του» αν εκδοθεί, παρ’ ότι τον περιμένει «μια δίκαιη και αδιάβλητη δίκη στις ΗΠΑ».

Όλες οι επικίνδυνες αμερικανικές θέσεις, ενάντια στην ελευθερία του λόγου και την ανεξάρτητη δημοσιογραφία γίνονται δεκτές. Η χρήση της λέξης “alarming‘, ανησυχητική, για τη λογική της δικαστού, που χρησιμοποίησε σχολιάζοντας ο Τζέρεμυ Κόρμπιν, δείχνει το μέγεθος του ζητήματος που ανακύπτει.

Το σκεπτικό της απόφασης νομιμοποιεί τη χρήση του νόμου περί Κατασκοπείας (Espionage Act), ενός υπεραιωνόβιου νόμου των ΗΠΑ, εναντίον των δημοσιογράφων και εκδοτών. Και μάλιστα, ενώ ο συγκεκριμένος νόμος δεν έχει καταφέρει να στείλει στη φυλακή κανέναν δημοσιογράφο (αμερικανό υπήκοο) ως τώρα, σε αμερικανικό έδαφος, – δηλαδή όποτε έγινε προσπάθεια «σκόνταψε» στη συνταγματικότητά του, ως προς τα θέματα ελευθερίας του Τύπου και του Λόγου – σήμερα νομιμοποιείται να το κάνει, δια της αποφάσεως μιας Βρετανής δικαστού εις βάρος δημοσιογράφου και εκδότη μη πολίτη των ΗΠΑ. Η δημοσιογραφία, κατά το σκεπτικό της Μπαράιτσερ, εντάσσεται στα εγκλήματα κατά του κράτους, εφόσον το κράτος δεν επιθυμεί τη δημοσιοποίηση κάποιων στοιχείων, κάποιων διαβαθμισμένων εγγράφων του, όσων μπορούν να φέρουν στο φως τα εγκλήματά του – διότι περί αυτού πρόκειται.

Και, μπορεί μεν όλοι να χαιρόμαστε που ο Τζούλιαν Ασάνζ δεν θα εκδοθεί στις ΗΠΑ, δεν θα αντιμετωπίσει ποινή 175 ετών, και δεν θα υποβληθεί σε νέα βασανιστήρια σε κάποιο αμερικάνικο κολαστήριο, ωστόσο δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι η απόφαση, από νομικής πλευράς, μας βάζει σε πολύ σκοτεινά και επικίνδυνα νερά. Δημοσιογραφική διαστροφή ίσως, αλλά ακόμη και το σκεπτικό περί αυτοκτονίας δεν μπορεί κανείς να το δει ως ακίνδυνο και καλοπροαίρετο, υπό αυτές τις συνθήκες, και καλό θα ήταν να ληφθούν μέτρα προστασίας του Ασάνζ, κι ας μας κατηγορήσουν ότι φυσάμε και το γιαούρτι.

Η απόφαση είναι εφέσιμη, και οι εκπρόσωποι των ΗΠΑ εντός της αιθούσης επιβεβαίωσαν ότι η έφεση θα ασκηθεί άμεσα («είμαστε έτοιμοι»). Το αίτημα τους θα συζητηθεί την Τετάρτη, μαζί με το αίτημα της υπεράσπισης για την απελευθέρωση του Τζούλιαν Ασάνζ με εγγύηση, το ύψος της εγγύησης – αν γίνει δεκτό το αίτημα-, και το ζήτημα που έθεσαν οι ΗΠΑ για τα δικαστικά έξοδα και το ποσοστό κάλυψής τους, με δεδομένο ότι η εκδίκαση της έφεσης μπορεί να ανατρέψει τη σημερινή απόφαση, οπότε δεν θα πρέπει εκείνες να επιβαρυνθούν με του πλήρες ποσό των εξόδων.

Την τελική απόφαση και όλες τις απαντήσεις στα νομικά ζητήματα που προκύπτουν θα την μάθουμε την Τετάρτη. Θα είμαστε και πάλι εκεί, παραμένοντας ευγνώμονες σε όλες όσες και όλους όσους τόσα χρόνια δεν έφυγαν από το πλευρό του.