Την ανακοίνωση υπογράφει ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου, Γιώργος Γεωργούλης, ο οποίος αναφέρει ότι «λειτουργούν σε διάφορα σημεία χώροι  παρασκευής γευμάτων που προορίζονται για πρόσφυγες, οι οποίοι δεν διαθέτουν τις προβλεπόμενες εκ του νόμου άδειες». «Παρακαλούμε όπως προβείτε στους προβλεπόμενους εκ του νόμου ελέγχους», προστίθεται στην επιστολή, «ώστε να διασφαλισθεί αποτελεσματικά η υγεία τόσο  των προσφύγων  που καταναλώνουν τα γεύματα που παρασκευάζονται στους συγκεκριμένους χώρους, όσο και των εθελοντών οι οποίοι χρησιμοποιούν εύφλεκτες ύλες (υγραέριο) χωρίς τις απαιτούμενες προφυλάξεις».

Η επιστολή προκάλεσε την άμεση αντίδραση τριών μελών του δ.σ. του Επιμελητηρίου, που έσπευσαν να διαχωρίσουν τη θέση τους. Τη χαρακτηρίζουν προσχηματική, θεωρούν πως «διακατέχεται από συντεχνιακές αντιλήψεις και ιδιοτελείς σκοπιμότητες που στις παρούσες συνθήκες το μόνο που προκαλούν είναι αίσθημα ντροπής» ενώ αναρωτιούνται μάλιστα με νόημα, «αλήθεια, γιατί η ανακοίνωση στάλθηκε μια μέρα πριν συγκληθεί το Δ.Σ του Επιμελητηρίου με έκτακτο θέμα το προσφυγικό;» που έχει προγραμματιστεί για σήμερα, Τετάρτη, στις 6.30 μ.μ.

Όπως αναφέρουν στην ανακοίνωσή τους:

«Δυστυχώς βρισκόμαστε στη δυσάρεστη θέση σαν μέλη του Δ.Σ του Επιμελητηρίου να διαχωρίσουμε τη θέση μας και να καταγγείλουμε την απόφαση της Διοικητικής Επιτροπής να προβεί σε καταγγελία ενάντια στους χώρους παρασκευής γευμάτων που προορίζονται για τους πρόσφυγες, με πρόσχημα τη διασφάλιση της υγείας των προσφύγων και των εθελοντών. Σίγουρα η συγκεκριμένη ενέργεια είναι ολοφάνερο ότι διακατέχεται από συντεχνιακές αντιλήψεις και ιδιοτελείς σκοπιμότητες που στις παρούσες συνθήκες το μόνο που προκαλούν είναι αίσθημα ντροπής».

Και καταλήγουν: «Βασιζόμενοι στον ανθρώπινο πόνο οι διαμαρτυρόμενοι επαγγελματίες θέλουν να στηρίξουν την τσέπη τους. Γιατί τίποτα από τη στάση αυτή δεν μας πείθει ότι πρόκειται για πολίτες ευαισθητοποιημένους στα ζητήματα υγείας όλων αυτών των δυστυχισμένων ανθρώπων, που πέρα από τραγικά θύματα των πολέμων στις χώρες τους, γίνονται και θύματα της ασυνειδησίας των εκ του ασφαλούς δρώντων πολιτών που δε θέλουν να τους βλέπουν μεν -γιατί ενοχλούνται- αλλά να τους απομυζούν δε όσο αυτό είναι δυνατό».