Ας μην γελιόμαστε. Είναι λίγες νομίζω οι γυναίκες άνω των 25 – ας πούμε – που έπεσαν απ’ τα σύννεφα τις τελευταίες μέρες. Η προσωπική μου εμπειρία μου έχει δείξει πως οι γυναίκες που έχουν να αφηγηθούν ένα τουλάχιστον περιστατικό σεξουαλικής παρενόχλησης ή κακοποίησης, είναι περίπου 8 στις 10. Υπερβολές; Μακάρι να ήταν. Δυστυχώς είναι συνυφασμένο με θέσεις εξουσίας και αυτές στους περισσότερους χώρους κρατούνται από άντρες. Δυστυχώς δεν εξαντλείται στον χώρο του θεάτρου, του τραγουδιού ή του αθλητισμού. Δεν εξαντλείται ούτε καν στον επαγγελματικό χώρο γενικότερα.

Δεν μπορώ παρά να συγχαρώ όλες τις γυναίκες που βρήκαν το θάρρος και μίλησαν δημόσια για αυτό που τους είχε συμβεί. Γνωρίζω πραγματικά πόσο δύσκολο ήταν και είναι. Πόσο πραγματικά πιο δύσκολο μιας κι αυτές οι γυναίκες είναι επώνυμες και αναγνωρίσιμες κι αυτό τις αφήνει εκτεθειμένες σε ένα μεγαλύτερο κοινό. Αυτό το κείμενο ωστόσο δεν είναι για αυτές. Δεν είναι καν για εμένα, που για να λέμε και τα πράγματα με το όνομα τους, είμαι θύμα σεξουαλικής κακοποίησης, σε ηλικία 11 ετών από συγγενή πρώτου βαθμού. Είναι για όλες αυτές τις γυναίκες που δεν έχουν μιλήσει. Και είναι πολλές. Και νιώθουν ότι δεν μπορούν να μιλήσουν. Για αυτές τις γυναίκες, που για χρόνια προσπαθούν να μην το πουν ούτε καν στον εαυτό τους, το βράδυ πριν κοιμηθούν.

Εγώ ήμουν τυχερή που βρέθηκε στη ζωή μου ένας άνθρωπος που με κοίταξε, είδε ότι κάτι δεν πάει καλά και δεν γύρισε το κεφάλι του από την άλλη. Που το περιβάλλον μου όσο κι αν δυσκολεύτηκε στάθηκε τελικά να ακούσει και να καταλάβει.  Ξέρω όμως πως αυτό δεν είναι συνηθισμένο. Οπότε ξέρω πως οι περισσότερες γυναίκες που έχουν υποστεί σεξουαλική κακοποίηση ή παρενόχληση δεν μιλάνε. Δεν μιλάνε όταν τους συμβαίνει. Δεν μιλάνε αργότερα. Δεν μιλάνε στην οικογένεια τους, δεν μιλάνε στους φίλους τους, δεν μιλάνε στον σύντροφο τους, στον άντρα τους, στα παιδιά τους. Δεν μιλάνε ούτε καν σε ένα ψυχολόγο. Κάποιες δεν μιλάνε ποτέ. Κάποιες προσπαθούν να μιλήσουν – κάποια στιγμή – σε λάθος άνθρωπο ή σε λάθος χρόνο ή με λάθος τρόπο. Και κάπως έτσι περνούν τη ζωή τους, ή προσπαθώντας να σώσουν ότι σώζεται, ή καταστρέφοντας και ότι έχει μείνει όρθιο.

Και ξέρω επίσης ότι δεν είναι ζωή αυτή.

Σε όλες αυτές τις γυναίκες λοιπόν θέλω να μιλήσω. Να τους πω να μην ντρέπονται. Γιατί ντρέπονται. Ντρέπονται σαν να είναι εκείνες που έκαναν κάτι κακό. Αλλά δεν είναι. Δεν είναι εκείνες που πρέπει να ντρέπονται. Δεν έκαναν απολύτως τίποτε κακό. Δεν συζητώ καν για όλες εκείνες που ήταν ανήλικες όταν τους συνέβη. Αλλά και για εκείνες που είχαν ενηλικιωθεί.

Δεν έχει καμία σημασία ούτε τι φόραγες, ούτε τι είπες, ούτε τι μπορεί να νομίζει κανείς ότι μπορεί να το προκάλεσε όλο αυτό. Κανένας άνθρωπος δεν το προκαλεί αυτό στον εαυτό του. Με λίγα λόγια, δεν έφταιγες εσύ. Δεν το άξιζες αυτό που έπαθες. Και δεν αξίζει να περνάς την υπόλοιπη ζωή σου προσπαθώντας να το κρύψεις, προσποιούμενη πως δεν συνέβη ποτέ. Ήσουν άτυχη. Βρέθηκε στη ζωή σου ένας απαίσιος άνθρωπος και σε έβλαψε. Σου έκανε κακό. Άνοιξε πληγές που σε πονάνε. Πληγές που δεν ξέρεις πώς να τις κλείσεις. Που δεν ξέρεις καν αν μπορούν να κλείσουν.

Μπορώ να σου πω με σιγουριά ότι όσο δύσκολο κι αν μου ήταν να μιλήσω, η ζωή μου πριν από αυτό ήταν απείρως πιο δύσκολη. Η ντροπή και οι ενοχές -που όλες έχουμε- δεν φεύγουν με κανένα άλλο τρόπο. Το ψέμα που αισθάνεσαι να υπάρχει παντού γύρω σου, δεν φεύγει με κανένα άλλο τρόπο. Μόνο με την αλήθεια. Κρύβοντας αυτό που σου συνέβη, κρύβεσαι η ίδια. Κρύβεις τον εαυτό σου από το φως, από τους ανθρώπους που σε αγαπάνε, από τους ανθρώπους που θα σε αγαπήσουν, από τη ζωή και τη χαρά. Κι αυτό απλά σου μεγαλώνει τον πόνο και τη μοναξιά.

Αγάπη μου δεν είσαι μόνη σου πια. Αν κάποιος είχε πάρει το αμάξι του και είχε περάσει από πάνω σου, θα το έκρυβες; Όχι! Ας πούμε λοιπόν ότι αυτό συνέβη. Κάποιος σε χτύπησε, σε πόνεσε, σε τρόμαξε, σε πλήγωσε πολύ, πάρα πολύ. Πρέπει να πας στο νοσοκομείο, να σε δει ένας γιατρός, να πάρεις μια θεραπευτική αγωγή. Να νιώσεις λίγο καλύτερα. Να φύγει λίγο ο πόνος. Μπορεί να μείνουν σημάδια. Μπορεί να μην καταφέρεις να τιμωρηθεί αυτός που στο έκανε. Μπορεί ο φόβος να μην φύγει τελείως. Μπορεί να μην γίνουν όλα όπως πριν. Αλλά μπορούν να γίνουν καλύτερα απ’ ότι είναι τώρα. Πρέπει να γίνουν καλύτερα απ’ ότι είναι τώρα.

Πρέπει οι γυναίκες να σταματήσουν να κινδυνεύουν απλά και μόνο γιατί είναι γυναίκες. Πρέπει η κοινωνία να σταματήσει να κάνει ότι δεν ξέρει, ότι δεν βλέπει. Πρέπει να μάθουμε ότι πριν οι άνθρωποι χωριστούν σε άντρες, γυναίκες, γκέι, τρανς, είναι πρώτα απ’ όλα άνθρωποι, όχι ίδιοι αλλά σίγουρα ίσοι. Πρέπει να μην φοβάσαι. Πρέπει να μιλήσεις. Πρώτα απ’ όλα για σένα, για ελαφρύνει η ψυχούλα σου. Και μετά για όλες εκείνες τις γυναίκες που δεν μπορούν ακόμα. Να τους δώσεις κουράγιο.

Και κάτι τελευταίο για όλους εκείνους τους ανθρώπους που ήταν πιο τυχεροί και δεν έχουν συναντηθεί με το τέρας. Την επόμενη φορά που θα έχεις απέναντι σου μια γυναίκα που έχει ίσως μια αδικαιολόγητη ένταση, μια ανεξήγητη επιφυλακτικότητα, έναν αδιόρατο φόβο στο βλέμμα της, μην γυρίσεις το κεφάλι σου απ’ την άλλη. Μπορεί να μην είναι τίποτα. Αλλά μπορεί και να είναι. Μπορεί να μην μπορεί να μιλήσει ακόμα. Αλλά πάλι, μπορεί και τώρα να είναι η ώρα της. Μπορεί να νομίζεις ότι δεν είσαι σε θέση να την βοηθήσεις. Αλλά ίσως και μόνο που είσαι εκεί για να την ακούσεις να είναι αρκετό.

Εσύ απλά φρόντισε να είσαι εκεί…