Σύμφωνα με το αναλυτικό ρεπορτάζ της «Εφημερίδας των Συντακτών», που αποτελεί και από τις ελάχιστες εξαιρέσεις μέσων ενημέρωσης που καλύπτουν τη δίκη, το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Πειραιά εξέτασε αρχικά τις συστάσεις και τα χέρια που άλλαξε το Noor One. Ενώπιον της έδρας βρέθηκε και ο Παναγιώτης Φάρος, ο οποίος μαζί με τον συνέταιρό του Τζανετή Τριαντάφυλλο, φέρονται να ήταν και οι πρώτοι που αγόρασαν το Noor One.

Οι συστάσεις

Ο Φάρος αφού δήλωσε αθώος για όσα «άδικα έχει τραβήξει επί 6 χρόνια» και αγανακτισμένος, είπε ότι όταν το πλοίο άλλαξε χέρια και πέρασε στην ιδιοκτησία του πλοιάρχου Παντελή Καλαφάτη, ξεκίνησε ο σχεδιασμός για τη μεταφορά πετρελαίου από τη Λιβύη. Μάλιστα για αυτή τη δραστηριότητα φέρεται να ενώνει τις δυνάμεις του, με τον πρόεδρο της πετρελαϊκής εταιρείας ΧΡΥΣΟΪΛ και επίσης κατηγορούμενο Βασίλη Κουρούβανη, ο οποίος καταδικάστηκε πρωτόδικα σε 8 χρόνια κάθειρξη για απλή συνέργεια στη διακομιδή των ναρκωτικών.

Ο συνέταιρος που σκοτώθηκε στον Καναδά

Κατά την απολογία του ο Βασίλης Κουρούβανης, υποστήριξε ότι έχει πέσει θύμα μεθοδεύσεων, ενώ παράλληλα αναφέρθηκε και στον συνεργάτη του στη ΧΡΥΣΟΪΛ, Κωνσταντίνο Καζινάκη ο οποίος παρά το γεγονός ότι είχε κληθεί να απολογηθεί στη πρώτη δίκη, δεν προσήλθε, και το 2018 σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα στο Οντάριο του Καναδά. Ο Καζινάκης φέρεται να ήταν αυτός που ναύλωσε το Noor One στο τελευταίο του ταξίδι. Σύμφωνα με το σχέδιο του πλοίου, αυτό θα πήγαινε να παραλάβει πετρέλαιο από τη Λιβύη και έπειτα θα κατέπλεε στις εγκαταστάσεις στο Ρίο της Αχαΐας, τις οποίες και διατηρούσε η ΧΡΥΣΟΪΛ. Ωστόσο το σχέδιο ως γνωστόν δεν τηρήθηκε και το πλοίο έδεσε στην Ελευσίνα με την αποκάλυψη του τεράστιου φορτίου ναρκωτικών που μετέφερε.

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει το ίδιο δημοσίευμα, κατά τη διαδικασία της Τρίτης η εισαγγελέας Βασιλική Βλάχου έφερε νέα στοιχεία για την υπόθεση. Κατά τη διάρκεια έρευνας των λιμενικών αρχών, βρέθηκαν ύστερα από έξι ολόκληρα χρόνια δύο δορυφορικά τηλέφωνα πάνω στο πλοίο, τα οποία κατά την έρευνα που πραγματοποιήθηκε στα εργαστήρια της αστυνομίας, έδειξαν συνομιλίες ενός εκ των κατηγορουμένων.

Τα σχετικά με τις δύο συσκευές έγγραφα κατατέθηκαν και στον ανακριτή Ι. Πετρόπουλο, τον ίδιο που πρόσφατα ζήτησε τη μετάθεσή του από τον Πειραιά στη Χαλκήδα, με το δικαστικό συμβούλιο να αποφασίζει την παραμονή του στη θέση του, τουλάχιστον μέχρι τον Ιούνιο του 2021. Ο ίδιος διενεργεί παράλληλη έρευνα για το «Noor 1», αναφορικά με τους χρηματοδότες και παραλήπτες του φορτίου των 2,1 τόνων ηρωίνης. Βάσει της συγκεκριμένης δικογραφίας έχουν ασκηθεί κακουργηματικές ποινικές διώξεις σε βάρος και του εφοπλιστή Βαγγέλη Μαρινάκη.

Το χαμένο PUK

Την ίδια ώρα, ενώ το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Πειραιά σε σχέση με το ιστορικό κλήσεων που περιέχεται στα δύο δορυφορικά κινητά τηλέφωνα αναμένεται να προσκομιστεί στο δικαστήριο, το ξεκλείδωμα της SIM του ενός κινητού που φέρεται να ανήκει στον καταδικασθέντα ισοβίως Γιαννουσάκη, δεν κατέστη εφικτό. Ο λόγος ήταν ότι η εταιρεία κινητής τηλεφωνίας δεν παρείχε τον απαραίτητο κωδικό PUK. Έτσι, στοιχεία τα οποία πιθανόν να ήταν ιδιαίτερα χρήσιμα για τη δικογραφία, όπως τα μηνύματα και το ιστορικό κλήσεων, δεν καταγράφηκαν στην έκθεση της εξέτασης του δορυφορικού τηλεφώνου από τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το περιστατικό, το οποίο ανέδειξε η εκπομπή «Δικη» στο Open, προκαλεί έντονα ερωτήματα, ειδικά εάν αναλογιστεί κανείς ότι η απόκτηση του PUK από κάποιον συνδρομητή είναι υπόθεση ενός απλού τηλεφωνήματος ή άλλων εξίσου απλών διαδικασιών. Αντιθέτως σε άλλη περίπτωση το 2018, όταν στο κελί του Μάκη Γιαννουσάκη βρέθηκε άλλο κινητό τηλέφωνο, συγκεκριμένα μία γκρι συσκευή, όλα τα στοιχεία για το PIN και το PUK παρασχέθηκαν από την εταιρεία κινητής τηλεφωνίας χωρίς πρόβλημα.

Διαβάστε αναλυτικά το ρεπορτάζ της Εφημερίδας των Συντακτών.