Ο πρώην υπουργός βρίσκεται σήμερα, Τετάρτη, στο εδώλιο του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, όπου εκδικάζεται σε δεύτερο βαθμό η υπόθεση της ανακριβούς δήλωσης «πόθεν έσχες». Η δίκη είχε αρχικώς οριστεί για τις 7 Μαρτίου, αλλά λόγω παρέλευσης του δικαστικού ωραρίου εκδικάστηκε τελικά σήμερα.
 
Σε πρώτο βαθμό το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων είχε κρίνει ένοχο κατά πλειοψηφία τον πρώην υπουργό, χωρίς κανένα ελαφρυντικό και του επέβαλε ποινή οκταετούς κάθειρξης, χωρίς ανασταλτικό χαρακτήρα, χρηματική ποινή περίπου 520.000 ευρώ, καθώς και στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων για τέσσερα χρόνια.
 
Το δικαστήριο είχε διατάξει παράλληλα τη δέσμευση του νεοκλασικού επί της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, που αποτελεί και πέτρα του σκανδάλου στην υπόθεση, το οποίο και δεν είχε δηλώσει στο πόθεν έσχες, με το επιχείρημα της άγνοιας.
 
«Η απόκρυψη του ακινήτου ήταν ηθελημένη, καθώς μεταξύ άλλων επηρέαζε σημαντικά την εικόνα της περιουσιακής δήλωσης. Θα έπρεπε εξάλλου να αιτιολογήσει την εξεύρεση του ποσού, σχετικού με το ακίνητο» πρόσθεσε η εισαγγελέας. Η ίδια εκτίμησε, δε, ότι «απεκρύβη, ακριβώς επειδή ήταν η τελευταία χρονιά κατά την οποία υποχρεούτο να υποβάλει δήλωση, και θεώρησε ότι κανείς δεν θα ασχολείτο». 
 
Το ακίνητο της Διονυσίου Αρεοπαγίτου έχει κατασχεθεί, με βάση την απόφαση του Οκτωβρίου από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων για τις μίζες από τα εξοπλιστικά, ενώ για τη δήμευσή του από το ελληνικό Δημόσιο απαιτείται αμετάκλητη δικαστική απόφαση.
 

Δήλωση άγνοιας και πλάνης

 
«Είχα τη βαθιά πεποίθηση ότι έκανα το σωστό, για χρόνια υλοποιούσαμε την ίδια διαδικασία» τόνισε ο πρώην υπουργός δηλώνοντας άγνοια και πλάνη. «Δεν είχα πρόθεση να διαπράξω αδίκημα. Πίστευα ότι έπρεπε να το δηλώσω τον επόμενο χρόνο, στο πόθεν έσχες μου, όπως και έκανα».
 
Παραδέχθηκε «σαφώς έχω ευθύνη», απέδωσε ωστόσο κακό χειρισμό στην τότε νομικό του σύμβουλο και τη λογίστριά του, Φρόσω Λαμπροπούλου. Ο ίδιος επέμεινε μάλιστα ότι επί 28 χρόνια, διάστημα κατά το οποίο ήταν βουλευτής, υπήρξε τυπικός τόσο ως προς τη φορολογική δήλωση όσο και ως προς το πόθεν έσχες του. 
 
Στην απολογία του, ο Ακης Τσοχατζόπουλος ευχαρίστησε το δικαστήριο, που «ενδιαφέρεται να μάθει την αλήθεια της υπόθεσης», ενώ δεν παρέλειψε να αναφερθεί ακόμη μια φορά στην «επικοινωνιακή καταιγίδα» που δέχθηκε το 2010, την οποία και θεωρεί υπαίτια για την «καταστροφική εικόνα» που δημιουργήθηκε σε βάρος του, έκτοτε. 
 
Στην πλάνη του υπουργού, «κλασική περίπτωση πλάνης», εστίασε υπερασπιζόμενος τον πρώην υπουργό, ο κ. Λεωνίδας Κότσαλης.  Ο ίδιος υπογράμμισε ότι πρόκειται για «ασυνείδητη αμέλεια, που δεν ενέχει στοιχεία δόλου. Δεν υπήρχε λόγος να αποκρυβεί το πασίγνωστο ακίνητο, δεν υπήρχε τίποτα σκοτεινό, είχε άλλωστε ληφθεί δάνειο για το σπίτι αυτό». Ο καθηγητής χαρακτήρισε μάλιστα τον σχετικό νομό «κακότεχνο», που έχει προκαλέσει πλείστα όσα προβλήματα. 
 
Τόσο ο κ. Γιάννης Παγορόπουλος, όσο και ο κ. Γιάννης Νικολάου, επίσης συνήγοροι του Ακη Τσοχατζόπουλου, επιχειρηματολόγησαν προκειμένου να καταρρίψουν την κατηγορία του δόλου: αν είχε πρόθεση να μην δηλώσει το ακίνητο στο πόθεν έσχες, θα μπορούσε να είχε καθυστερήσει την αφορά του. 
 
Ο κ. Παγορόπουλος κατέθεσε μάλιστα στο δικαστήριο σχετικά δημοσιεύματα, για να δείξει ότι το ίδιο πρόβλημα είχαν και άλλοι υπουργοί, που εν συνεχεία είχαν καλή ποινική μεταχείριση.
 
«Δικάζουμε τυπικό αδίκημα», τόνισε χαρακτηριστικά, ενώ επέμεινε στην “περιρρέουσα” ατμόσφαιρα της εποχής εκείνης. «Η σημερινή δίκη δεν έχει επί της ουσίας σχέση με τα εξοπλιστικά, συνδέεται όμως με την παραπομπή του Ακη Τσοχατζόπουλου» σημείωσε.