Η Εισαγγελική λειτουργός δεν πείστηκε από τον ισχυρισμό του κατηγορουμένου ότι βρισκόταν σε άμυνα χαρακτηρίζοντάς τον μάλιστα «προδήλως αναληθή», προσθέτοντας ότι ο κατηγορούμενος έχει καταστεί αναξιόπιστος από την αρχή, καθώς είχε υποστηρίξει ότι την ώρα της επίθεσης ήταν στη σχολή του.
 
Στην πρότασή της, η Εισαγγελέας θεωρεί ότι ο κατηγορούμενος δεν δικαιολόγησε πειστικά ότι δεν είχε στήσει ενέδρα στο θύμα, ενώ αναφερόμενη στην επίθεση είπε πως « είναι άξιο απορίας γιατί το θύμα δεν αμύνθηκε με την πέτρα που υποτίθεται ότι κρατούσε ενώ στην πραγματικότητα ο δράστης τον έσφαζε. Θα πρέπει να είχε ακινητοποιηθεί και να βρισκόταν υπό την απόλυτη εξουσία του

Παράλληλα, η εισαγγελέας εισηγήθηκε τη μετατροπή της κατηγορίας απο απόπειρα ανθρωποκτονίας σε βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη, αναλύοντας το σκεπτιό της ως εξής:

«Αν ήθελε να σκοτώσει το θύμα, θα τον χτύπαγε στη πλάτη, την καρδιά ή την κοιλιά. Θα έπρεπε να είχε οργανώσει διαφορετικά την επίθεση του για να έχει εξασφαλισμένο αποτέλεσμα», ενώ αναφερόμενη στο βαρύ χτύπημα στον λαιμό, η Εισαγγελέας κρίνει ότι «ναι μεν ήταν επικίνδυνο, αλλά απείχε από την καρωτίδα. Δεν υπήρχε τρώση και δεν θα μπορούσε να επιφέρει το θάνατο. Δεν υπήρχε  ενδεχόμενος δόλος. Στόχος ήταν το πρόσωπο.»

Πηγή: Ελευθεροτυπία