Συγκεκριμένα ο Τζ. Πάιατ παρευρισκόμενος σε διαδικτυακή εκδήλωση του ελληνοαμερικανικού εμπορικού επιμελητηρίου, αφού έκανε λόγο για το πλαίσιο κοινών αξιών που συνδέουν την Ελλάδα με τις ΗΠΑ, παραδέχθηκε τα Aμερικανονατοικά συμφέροντα επί της χώρας αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι «μια ισχυρότερη και πιο ασφαλής Ελλάδα εξυπηρετεί πραγματικά τα συμφέροντα της Αμερικής». Δεδομένης μάλιστα και της στρατηγικής αξίας της χώρας εντός της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου, οι ΗΠΑ από την πλευρά τους αντιλαμβάνονται την Ελλάδα ως  «ένα πυλώνα σταθερότητας και ένα αξιόπιστο σύμμαχο στο ΝΑΤΟ», όπως αναδείχθηκε από τις δηλώσεις του Αμερικανού Πρέσβη.

Στην βάση αυτής της αντίληψης περί ταύτισης των Αμερικανικών συμφερόντων με την ανάπτυξη και ασφάλεια της Ελλάδας, ο εκπρόσωπος των ΗΠΑ στην Αθήνα, δεν δίστασε να αναφερθεί και στις «επενδύσεις άμυνας και ασφάλειας». Οι εν λόγω «επενδύσεις» που πραγματοποιούν όλο και δυναμικότερα οι ΗΠΑ και υπάγονται στο πλαίσιο της «ανάπτυξης»,  κατ΄όπως φαίνεται αναφέρονται στο ταχύτατα εξελισσόμενο δίκτυο Νατοϊκών βάσεων στην Ελλάδα, με τελευταία προσθήκη να είναι η βάση ντρόουν στη Λάρισα. Οι παραπάνω μάλιστα «επενδύσεις» συνδέθηκαν με τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει η χώρα τα τελευταία χρόνια, με τον Τζ. Πάιατ να αναφέρει πως «η Αμερικανική βιομηχανία στήριξε την Ελλάδα και κατά τα δύσκολα χρόνια της οικονομικής κρίσης».

Συνεχίζοντας στο ίδιο φόντο επιδοκιμασίας της Ελληνικής στάσης ενέταξε στην συζήτηση γειτονικές περιοχές με έντονη την Αμερικανονατοική παρουσία όπως η Β. Μακεδονία και η Ανατ. Μεσόγειος, εξαίροντας την «πίστη» της Ελλάδα στις θέσεις της ευρωατλαντικής «συμμαχίας».

Έτσι επανέλαβε ότι «στην Ελλάδα βλέπουμε έναν σύμμαχο, με ισχυρή σύγκλιση συμφερόντων με τις ΗΠΑ, είτε αυτά έχουν να κάνουν με την ανάπτυξη ενεργειακών πρότζεκτ στην Ανατολική Μεσόγειο, είτε ως μοχλός σταθερότητας και συνεργασίας ή σε ό,τι αφορά τη συνεργασία με χώρες, όπως η Βόρεια Μακεδονία για να προχωρήσει ως μέλος του ΝΑΤΟ και ελπίζουμε και ως μέλος της ΕΕ».

Αναφορικά με τα  ελληνοτουρκικά βρήκε συμβατή την θέση της Ελλάδας και των ΗΠΑ ως προς το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας, με τους πολιτικούς επαίνους που προηγήθηκαν να καταλήγουν ως αναμενόταν στην παραίνεση   για αμοιβαίο διάλογο και συνεννόηση.

«Έχουμε μιλήσει πολύ καθαρά, τόσο δημόσια όσο και ιδιωτικά, για τον αποσταθεροποιητικό χαρακτήρα ορισμένων ενεργειών στις οποίες έχει προβεί η Τουρκία, ιδίως σε ό,τι αφορά τον προκλητικό χαρακτήρα του μνημονίου συνεργασίας που υπογράφηκε με τη Λιβύη.Επιθυμούμε όλα τα μέρη να επικεντρωθούν στο διάλογο και να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες που υπάρχουν για να θέσουν ένα θετικό τόνο, καθώς και να αναγνωρίσουν βασικές αρχές του διεθνούς δικαίου», επισήμανε ο Τζ. Πάιτ

Σταθερό το αίτημα για επιβολή κυρώσεων με την ευχή για στενές και φιλικές σχέσεις

Δεδομένης της θέσης που εξέφρασε ο Αμερικανός πρέσβης αναφορικά με τις σχέσεις με την γείτονα χώρα, είναι αξιοσημείωτες οι δηλώσεις του Υπουργού Εξωτερικών Ν. Δένδια, ο οποίος μιλώντας στον ALPHA  και στην εκπομπή «Εκτός γραμμής», ανέδειξε τις προθέσεις του υπουργείου.

«Έχουμε διακηρύξει urbi et orbi (σ.σ με λόγια και έργα) ότι η Ελλάδα είναι ανοιχτή στο διάλογο, βεβαίως υπό συγκεκριμένες, σαφείς προϋποθέσεις». Πρόσθεσε ότι «τη στιγμή που η Ελλάδα ζητάει κυρώσεις, είναι αντιφατικό να μην δέχεται εξηγήσεις ή συζητήσεις με την τουρκική πλευρά. Διότι, τότε, η γερμανική προεδρία θα είχε τη δυνατότητα να πει ότι, “αφού αρνείστε οποιαδήποτε συνεννόηση, τότε πώς ζητάτε κυρώσεις;”

Ως προς την τριμερή συνάντηση Τουρκίας-Ελλάδας- Γερμανίας που πραγματοποιήθηκε στο Βερολίνο απέφυγε να προβεί σε ιδιαίτερα λεπτομερείς αναφορές καθώς αρκέστηκε να επισημαίνει το αίτημα της Ελλάδας για την επιβολή κυρώσεων ένεκα των Τουρκικών παραβάσεων.

«Δεν έχω πάντοτε τη δυνατότητα να τα λέω όλα», είπε ότι «οι τουρκικές προσεγγίσεις δεν είναι αυτές οι οποίες θα μας δημιουργούσαν τη δυνατότητα να μην επιμείνω εγώ στις Βρυξέλλες στο αίτημα για τις κυρώσεις», που τάχα αποφάσισε να δρομολογήσει η Ε.Ε.

Σε κάθε περίπτωση εξέφρασε την ευχή «να έχουμε στενές σχέσεις με την Τουρκία, φιλικές σχέσεις με την Τουρκία, αλλά η Τουρκία πρέπει, για να το πετύχουμε αυτό, να σέβεται το διεθνές δίκαιο. Να σέβεται το δίκαιο της θάλασσας».