Οι περισσότεροι ερευνητές πιστεύουν ότι η διαφορά του προσδόκιμου ζωής άρχισε να διευρύνεται αισθητά πριν από περίπου 40 χρόνια, ακολουθώντας παράλληλη πορεί με τη συγκέντρωση του πλούτου. Δηλαδή ενώ υπάρχουν οι δυνατότητες, και παρατηρείται ανάπτυξη σε πολλούς τομείς της οικονομίας, η «πίτα» μοιράζεται όλο και πιο άνισα, με αποτέλεσμα μεγάλο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού να μην επωφελείται από την οικονομική και ιατρική πρόοδο.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ινστιτούτου Brookings, στην αρχή της δεκαετίας του '70, ένας 60χρονος που ανήκε στο ανώτερο 50% της εισοδηματικής κλίμακας μπορούσε να προσδοκά ότι θα ζήσει 1,2 χρόνια περισσότερα από ό,τι ένας συνομήλικός του στο κατώτερο 50% της κλίμακας των εισοδημάτων. Το 2001 η διαφορά είχε φθάσει τα 6,8 χρόνια και σήμερα είναι ακόμη μεγαλύτερη.

Μάλιστα, αν συγκριθούν τα άκρα της κλίμακας του πλούτου η διαφορά είναι πολύ μεγαλύτερη. Ένας πλούσιος άνδρας γεννημένος στη δεκαετία του 1920 που ανήκε στο ανώτερο 10% των εισοδημάτων, αναμενόταν να ζήσει έξι χρόνια περισσότερα από έναν συνομήλικό του που ήταν φτωχός και ανήκε στο κατώτερο 10%. Η αντίστοιχη διαφορά μεταξύ των γυναικών ήταν 4,7 χρόνια.

Όμως μέσα σε τρεις δεκαετίες τα πράγματα άλλαξαν δραματικά. Μεταξύ πλουσίων και φτωχών ανδρών γεννημένων στη δεκαετία του 1950, η ψαλίδα του προσδόκιμου ζωής έχει υπερδιπλασιαστεί στα 14 χρόνια, ενώ για τις γυναίκες έχει επίσης υπερδιπλασιασθεί στα 13 χρόνια.

Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Brookings, μεταξύ του 10% των χαμηλότερα αμειβόμενων μισθωτών που γεννήθηκαν στη δεκαετία του '50, το προσδόκιμο ζωής αυξήθηκε κατά 3%, σε σχέση με τη δεκαετία του '20. Όμως, μεταξύ του 10% των υψηλότερα αμειβόμενων μισθωτών, η αύξηση του προσδόκιμου ζωής ήταν περίπου 28%. Αυτό εξηγεί γιατί η διαφορά μεταξύ προνομιούχων και μη διευρύνθηκε, όσον αφορά τη διάρκεια της ζωής τους.

Τα αίτια

Όπως αναφέροθυν ειδικοί, δεν είναι σίγουρο που οφείλεται αυτή η διαφορά. Οι πιθανότερες θεωρίες αναφέρουν ότι σημαντικό ρόλος παίζει ο πιο υγιεινός τρόπος ζωής που επιλέγουν και μπορούν να ακολουθήσουν οι περισσότερο εύποροι πολίτες ενώ οι φτωχότεροι δεν μπορούν να κάνουν κάτι ανάλογο. Μόνο το κάπνισμα πιστεύεται ότι εξηγεί γύρω στο ένα τρίτο έως ένα τέταρτο της διαφοράς. Η περιορισμένη πρόσβαση των φτωχών σε ιατρική και νοσοκομειακή περίθαλψη επίσης εξηγεί εν μέρει τη διαφορά του προσδόκιμου ζωής.

Σε ότι αφορά την παχυσαρκία, οι ειδικοί πιστεύουν ότι ναι μεν αυξάνει γενικά μεταξύ του πληθυσμού, αλλά τα ποσοστά παχυσαρκίας μεταξύ πλουσίων και φτωχών τείνουν να συγκλίνουν. Έτσι, στις ΗΠΑ υπολογίζεται ότι το 37% των φτωχών είναι παχύσαρκοι, έναντι 31% των πλουσίων.