Το πλέον συμφέρον σενάριο για την ελληνική οικονομία, σύμφωνα με τους αναλυτές, είναι να έχει επέλθει συμφωνία μέχρι τις 7 Δεκεμβρίου, έτσι ώστε να επικυρωθεί και την επομένη, στο Eurogroup δηλαδή της 8ης Δεκεμβρίου, ανάβοντας «πράσινο» και τη χρηματοδότηση προς την Ελλάδα.
 
Όσον αφορά την εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, οι αναλυτές δεν αναμένουν ότι η Τρόικα θα κάνει σημαντικές υποχωρήσεις από την ήδη υπάρχουσα συμφωνία.
 
«Αναμένουμε σημαντική συρρίκνωση των αμυντικών βιομηχανιών και το ζητούμενο στην παρούσα φάση είναι αν θα προσμετρηθούν οι απολύσεις στο σύνολο των 4000 απολύσεων που σύμφωνα με το πρόγραμμα πρέπει να πραγματοποιηθούν μέχρι το τέλος του 2013. Δεν φαίνεται προς το παρόν αν υπάρχει κάποιο θέμα με τη διαθεσιμότητα όσον αφορά το 2013. Παράλληλα έχει ξεκινήσει η διαδικασία για το δεύτερο κύμα διαθεσιμότητας. Θεωρούμε ότι η διαδικασία αναδιάρθρωσης, συγχωνεύσεων και κλεισίματος ανενεργών δημοσίων οργανισμών, ΝΠΙΔ κτλ μόνο προς όφελος της αποτελεσματικότητας του Ελληνικού Δημοσίου (και των σχετικών δαπανών του προϋπολογισμού) μπορεί να λειτουργήσει», σημειώνεται στην ανάλυση.
 
Πέρα από τα παραπάνω, η πιο κρίσιμη μεταρρύθμιση περιλαμβάνει το θέμα της υπό όρους απελευθέρωσης των πλειστηριασμών ακινήτων, όπως τονίζεται, καθώς πρόκειται για αναγκαία λύση, προκειμένου να μειωθεί η αβεβαιότητα στην αγορά ακινήτων και στο τραπεζικό σύστημα.
 
Μία σημαντική ακόμη εκκρεμότητα αποτελεί και το θέμα του νέου φόρου στα ακίνητα (ΕΦΙΑ). Πριν από τον ΕΦΙΑ ο στόχος της κυβέρνησης ήταν η συγκέντρωση περίπου 2,9 δισ. ευρώ από τον φόρο ακίνητης περιουσίας. Μετά τις αλλαγές που προκλήθηκαν από την αντίδραση των βουλευτών της κυβερνητικής πλειοψηφίας τα έσοδα του ΕΝΦΙΑ αναμένεται να μειωθούν στα 2,65 δισ. ευρώ. Για να αντισταθμίσει την συγκεκριμένη απώλεια στον Προϋπολογισμό 2014 μείωσε τις δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) κατά 0,20 δισ. (από τα 7 δισ. ευρώ στο Προσχέδιο στα 6,80 δισ. ευρώ).
 
«Η μείωση των δαπανών του ΠΔΕ – με όλες τις αντιαναπτυξιακές συνέπειες που μπορεί να έχει – για ακόμη μια φορά χρησιμοποιείται ως η εύκολή λύση για τη διόρθωση αποκλίσεων του προϋπολογισμού», παρατηρούν οι αναλυτές και συνεχίζουν ότι το παραπάνω όμως δεν είναι το μόνο ανοικτό θέμα όσον αφορά τον ΕΦΙΑ.
 
Η Τρόικα δεν εμπιστεύεται ακόμη των φοροεισπρακτικό μηχανισμό (παρά τη βελτίωση του τον τελευταίο καιρό θα πρέπει να λάβουμε υπόψη και τον φόρτο εργασίας που αντιμετωπίζει ο συγκεκριμένος μηχανισμός) και αναμένει ότι τα έσοδα από τον συγκεκριμένο φόρο θα είναι ακόμη χαμηλότερα (τουλάχιστον κατά 0,20 δισ. ευρώ). 
 
Σχετικά με την τροπολογία για τη μείωση των τιμών των φαρμάκων, η ανάλυση επισημαίνει πως κινείται στη σωστή κατεύθυνση, δεδομένης της ανάγκης για περαιτέρω ορθολογικοποίηση της φαρμακευτικής δαπάνης.
 
Εκτός των άλλων, γίνεται μνεία στην επίδοση όσον αφορά τα έσοδα του ΦΠΑ που «αποτέλεσε θετική έκπληξη».
 
Όταν αποφασίστηκε η μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση κατά 10 μονάδες αναμενόταν πτώση των αντίστοιχων φορολογικών εσόδων κατά 0,14 δισ. ευρώ. Αντίθετα όμως είχαμε αύξηση των εσόδων κατά 0,16 δισ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή αποτελεί το βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης στις διαπραγματεύσεις με την Τρόικα, ώστε να αποφύγει την επιστροφή του ΦΠΑ στα επίπεδα του 23%.
 
Βέβαια, όπως σημειώνουν οι αναλυτές, θα πρέπει να ληφθεί υπ'όψιν ότι η αύξηση των συγκεκριμένων εσόδων του ΦΠΑ οφείλεται πέρα από τη μείωση του σχετικού φορολογικού συντελεστή και στην καλύτερη της αναμενόμενης πορεία των εσόδων από τον τουρισμό.
 
Τα τελευταία, αν και σε μεγάλο βαθμό είναι αποτέλεσμα της μείωσης του σχετικού κόστους, οφείλονται και σε συγκεκριμένους γεωπολιτικούς παράγοντες στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου (αναταραχές στην Αίγυπτο, κτλ).
 
Με άλλα λόγια, θα πρέπει να γίνει η διάκριση μεταξύ αύξησης εξόδων ΦΠΑ εξαιτίας της αύξησης του τουρισμού εξαιτίας των γεωπολιτικών συνθηκών και αύξησης των εσόδων του ΦΠΑ εξαιτίας της μείωσης του συντελεστή ΦΠΑ στην εστίαση.
 
«Με δεδομένο ότι η εν λόγω μείωση έγινε σχετικά αργά για να προκαλέσει αλλαγές στην αγορά του τουρισμού θεωρούμε ότι η μείωση του συντελεστή λειτούργησε θετικά», αναφέρουν οι αναλυτές και συμπληρώνουν πως δεν θα πρέπει να παραγνωριστεί και η αναβάθμιση του φοροεισπρακτικού μηχανισμού και των ελέγχων για την απόδοση ΦΠΑ κτλ.
 
Η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος έναν χρόνο νωρίτερα επιτρέπει στην κυβέρνηση ελάφρυνση του χρέους
 
«Η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος ένα χρόνο νωρίτερα από το αναμενόμενο επιτρέπει στην κυβέρνηση να ζητήσει από τους επίσημους δανειστές – σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στη συμφωνία – μέτρα για την περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους, ώστε αυτό να μειωθεί σε επίπεδα ακόμη και κάτω του 110% του ΑΕΠ το 2022», όπως εκτιμούν οι αναλυτές, οι οποίοι και διαμηνύουν πως δεν αναμένονται κάποια νέα οριζόντια φορολογικά μέτρα.
 
«Η βελτίωση του πρωτογενούς ισοζυγίου της Κεντρικής Κυβέρνησης για την περίοδο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου 2013 είναι αδιαμφισβήτητα σημαντική. Το ζητούμενο από εδώ και πέρα είναι η επίτευξη του πρωτογενούς πλεονάσματος για το σύνολο του 2013. Υπενθυμίζουμε ότι ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης για το 2013 είναι 0,3 δισ. ευρώ ή 0,2% του ΑΕΠ σύμφωνα με το Προσχέδιο Προϋπολογισμού 2014».
 
Το κρίσιμο σημείο για την επίτευξη του παραπάνω στόχου είναι ο ρυθμός αύξησης των φορολογικών εσόδων μέχρι το τέλος του 2013, υπενθυμίζουν οι αναλυτές και αναφέρουν πως τα μέχρι τώρα στοιχεία είναι ενθαρρυντικά όσον αφορά τα φορολογικά έσοδα.
 
«Δεν είναι τυχαίο ότι η κυβέρνηση στηρίζει μεγάλο μέρος της υπέρ-απόδοσης όσον αφορά το πρωτογενές πλεόνασμα του 2013 στην καλύτερη της αναμενόμενης πορεία των φορολογικών εσόδων. Βέβαια κάτι τέτοιο δεν είναι ανώδυνο. Το φορολογικό βάρος είναι τεράστιο για τους συνήθεις υπόπτους, τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους. Η κατάσταση αυτή δεν είναι διατηρήσιμη για πολύ ακόμη. Άλλωστε, όπως επισημαίνεται και σε πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ ένα πιο αποτελεσματικό φορολογικό σύστημα με δικαιότερη κατανομή των βαρών (π.χ. μέσω της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής) θα αποτελέσει σημαντικό παράγοντα τόσο για την επιστροφή σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης όσο και για την αύξηση της κοινωνικής συνοχής».