Η απόφαση αυτή ήρθε με αφορμή την υπόθεση ενός ζευγαριού από τη Συρία, οι οποίοι με τα τρία ανήλικα, μικρής ηλικίας, τέκνα τους, συριακής ιθαγένειας, που ζουν στο Χαλέπι (Συρία), υπέβαλαν αιτήσεις θεωρήσεων στην πρεσβεία του Βελγίου στη Βηρυτό του Λιβάνου. Στη συνέχεια ζητήθηκε η χορήγηση θεωρήσεων περιορισμένης εδαφικής ισχύος, βάσει του κώδικα θεωρήσεων της ΕΕ, προκειμένου να καταστεί στην εν λόγω οικογένεια δυνατό να εγκαταλείψει το πολιορκημένο Χαλέπι με σκοπό υποβολής αίτησης ασύλου στο Βέλγιο.

Ωστόσο, η υπηρεσία Αλλοδαπών του Βελγίου απέρριψε τις αιτήσεις, εκτιμώντας ότι η εν λόγω οικογένεια Σύρων, ζητώντας θεώρηση περιορισμένης εδαφικής ισχύος προκειμένου να υποβάλει αίτηση ασύλου στο Βέλγιο, είχε προδήλως την πρόθεση να παραμείνει στο Βέλγιο για διάστημα μεγαλύτερο των 90 ημερών.

Η υπηρεσία Αλλοδαπών του Βελγίου έκρινε ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ δεν είναι υποχρεωμένα να δέχονται στο έδαφός τους όλα τα πρόσωπα που βιώνουν κάποια καταστροφή, με την οικογένεια των Σύρων να καταφεύγει στο «Συμβούλιο επίλυσης ένδικων διαφορών αλλοδαπών Βελγίου», που τους παρέπεμψε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.  

Με τις προτάσεις που ανέπτυξε  ο γενικός εισαγγελέας καταλήγει κατ' αρχάς στο συμπέρασμα ότι το καθεστώς της επίμαχης οικογένειας Σύρων διέπεται από τον κώδικα θεωρήσεων και, συνεπώς, από το δίκαιο της ΕΕ. Ο γενικός εισαγγελέας απαντά στη συνέχεια καταφατικά στο ερώτημα κατά πόσον τα κράτη μέλη υποχρεούνται να χορηγούν θεώρηση για ανθρωπιστικούς λόγους σε περιπτώσεις κατά τις οποίες υφίσταται αποδεδειγμένος κίνδυνος παράβασης, μεταξύ άλλων, του άρθρου 4 του Χάρτη, και τούτο ανεξαρτήτως της ύπαρξης ή της έλλειψης δεσμών μεταξύ του ενδιαφερομένου και του κράτους μέλους από το οποίο ζητείται η χορήγηση θεώρησης.

Με πληροφορίες από ΑΠΕ – ΜΠΕ