Δύο νεαρές δημοσιογράφοι στη Λευκορωσία, οι Κατερίνα Αντρέγιεβα, 27 ετών, και την Ντάρια Τσούλτσοβα, 23, καταδικάστηκαν σε φυλάκιση δύο ετών με την κατηγορία της «διοργάνωσης γεγονότων, με στόχο τη διασάλευση της κοινωνικής ειρήνης». Οι δύο δημοσιογράφοι είχαν συλληφθεί μαζί με εκατοντάδες διαδηλωτές στις 15 Νοεμβρίου, ενώ μετέδωσαν live τις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις στο Μινσκ για τον τηλεοπτικό σταθμό Belsat.

«Πολιτικό κίνητρο»

Όπως επισημαίνει στην ανακοίνωσή της η Λευκορωσική Δημοσιογραφική Ένωση (BAJ) η οποία και καταδικάζει σε κάθε τόνο τη φυλάκιση των δύο δημοσιογράφων, «θεωρούμε την καταδίκη ως πολιτικά υποκινούμενη, με στόχο να εκφοβιστούν όλοι οι εργαζόμενοι στα μέσα ενημέρωσης, ούτως ώστε να σταματήσουν να κάνουν τη δουλειά τους, (δηλαδή) το να καταγράφουν κοινωνικά σημαντικά γεγονότα στη χώρα, το οποίο στη πρ΄ζκη σημαίνει μια απαγόρευση του ίδιου του επαγγέλματος», τονίζει η ανακοίνωση της BAJ.

Ανακοινώσεις ακολούθησαν από την Ευρωπαϊκή (EFJ) και τη Διεθνή (IFJ) Ομοσπονδία Δημοσιογράφων, που επίσης καταδικάζουν τη φυλάκιση των δύο εκπροσώπων του Τύπου, αναγνωρίζοντας τες ως πολιτικές κρατούμενες και καλώντας τη διεθνή κοινότητα να αναλάβει δράση κατά του καθεστώτος Λουκασένκο το οποίο εγκληματικοποιεί τα ΜΜΕ.

Επίσης από κοινού η EFJ, η IFJ και η BAJ απαιτούν:

  • επανεξέταση της δίκης των δημοσιογράφων του Belsat
  • την άμεση απελευθέρωση των δύο δημοσιογράφων
  • να μπει ένα τέλος στις διώξεις των δημοσιογράφων και των ΜΜΕ στη Λευκορωσία.

Ολοκληρωμένη επιχείρηση τρομοκράτησης της κοινωνίας των πολιτών

Το καθεστώς Λουκλανσένκο φαίνεται ότι έχει επιχειρήσει το τελευταίο διάστημα να περιορίσει δραστικά την ελευθερία του Τύπου εξαπολύωντας μια μεγάλη επιχείρηση εκφοβισμού δημοσιογράφων και δημοσιογραφικών ενώσεων.

Σύμφωνα με τη διεθνή ΜΚΟ «Επιτροπή για τη Προστασία των Δημοσιογράφων» (CPJ), στις 16 Φεβρουαρίου η λευκορωσική αστυνομία εισέβαλε στα γραφεία της BAJ στο Μίνσκ, καθώς και στα σπίτια δύο μελών αλλά και της γραμματέως της Ένωσης. Κατά την αστυνομική επιχείρηση κατασχέθηκαν κινητά τηλέφωνα, λάπτοπ και άλλο υλικοτεχνικό εξοπλισμό τόσο από τα γραφεία της Ένωσης όσο και από το σπίτι του αναπληρωτή διευθυντή της καθώς και του δικηγόρου της BAJ.

Επίσης η αστυνομία εισέβαλε στα σπίτια και άλλων δημοσιογράφων την ίδια μέρα, βάσει υποψιών για «διοργάνωση γεγονότων με στόχο τη διασάλευση της κοινωνικής ειρήνης», όπως δηλαδή και στη περίπτωση των δύο δημοσιογράφων που φυλακίστηκαν.

Παράλληλα όμως με τις επιθέσεις στον Τύπο, οι λευκορωσικές αρχές φαίνεται όπως στοχοποίησαν και κινήθηκαν εναντίον και κατά άλλων παραγόντων και οργανώσεων της κοινωνίας των Πολιτών, σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία.

Η ανώτερη υπεύθυνη εκστρατειών της διεθνούς ΜΚΟ στη Λευκορωσία, δήλωσε: «οι αρχές της Λευκορωσίας, αφού φυλάκισαν ή εξανάγκασαν σε εξορία σχεδόν οποιονδήποτε/οποιαδήποτε σχετίζεται με την πολιτική αντιπολίτευση στη χώρα, είναι τώρα στραμμένες προς τους/τις υπερασπιστές/ριες των ανθρώπινων δικαιωμάτων και τους δημοσιογράφους, των οποίων το μόνο έγκλημα ήταν να τεκμηριώσουν το κύμα των σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που διαπράχθηκαν από τις δυνάμεις ασφαλείας μετά τις αμφισβητούμενες προεδρικές εκλογές του περασμένου Αυγούστου».