του Θάνου Καμήλαλη

Απέναντι λοιπόν στους ύμνους προς το κόμμα του Κυριάκου Μητσοτάκη και την πρώην κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου για την «αντιφασιστική τους δράση» και στο προπαγανδιστικό σύνθημα «με Σαμαρά φυλακίστηκαν, με Μητσοτάκη καταδικάστηκαν», έρχονται οι μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν από μέσα την περίοδο ασυλίας της Χρυσής Αυγής, αλλά και τη διαδικασία της δίκης, πριν φτάσουμε στην ιστορική απόφαση της 7ης Οκτωβρίου. Ή τουλάχιστον, πριν η ΝΔ επιδιώξει να επιβιβαστεί, τελευταία και καταϊδρωμένη, στο τρένο του «αντιφασιστικού αγώνα», με θράσος και σωρεία ιστορικών ψεμάτων που καλύπτουν όλη την προηγούμενη δεκαετία.

Ο Αντώνης Ρουπακιώτης ήταν στέλεχος της ΔΗΜΑΡ, υπουργός Δικαιοσύνης κατά την τρικομματική κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου – Κουβέλη. Σε τηλεοπτική του εμφάνιση το πρωί της Δευτέρας θύμισε μία για πάρα πολλούς ξεχασμένη υπόθεση. Το σχέδιό του για ένα σοβαρό αντιρατσιστικό νομοσχέδιο, που ετοίμασε στο Υπουργείου του την περίοδο «που η Χρυσή Αυγή αλωνιζε». Βρισκόμαστε στην άνοιξη του 2013, λίγους μήνες μετά τη δολοφονία του Σαχζάτ Λουκμάν, στις 17 Ιανουαρίου και με τις δικογραφίες να μένουν απείραχτες στα αρμόδια γραφέια. «Ενώ είμαστε έτοιμοι στην κυριολεξία, να δέσουμε τον τόμο και να τον στείλουμε στη Γενική Γραμματεία της κυβέρνησης, έρχεται μήνυμα από το Μαξίμου: “Στοπ, δεν περνάει αυτό το νομοσχέδιο”» κατήγγειλε το πρωί της Δευτέρας ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης.

Στη Γενική Γραμματεία της κυβέρνησης βρίσκεται εκείνη την περίοδο το δεξί χέρι του Σαμαρά, Τάκης Μπαλτάκος, ο οποίος, όπως αποκάλυψαν τα μηνύματα που συμπεριλήφθησαν στη δικογραφία, είχε ανοικτούς διαύλους επικοινωνίας με τη Χρυσή Αυγή. Μηνύματα προς τον συνεργάτη του Κασιδιάρη, Ζούμπο, αποκαλύπτουν ότι έδινε οδηγίες για συμπεριφορά και παρουσία των ναζί σε ψηφοφορίες, ενώ μάλιστα το τεκμήριο που υπάρχει έχει να κάνει, ξανά, εναντίον διατάξεων του Ρουπακιώτη στην αρμόδια επιτροπή. Η επίσημη δικαιολογία είναι ότι διατάξεις του σχεδίου Ρουπακιώτη κρίθηκαν «αντισυνταγματικές» από την Κεντρική Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή. Αλλά τον Απρίλιο του 2014, ενώ η ΔΗΜΑΡ έχει αποχωρήσει προ μηνών από την κυβέρνηση, ο Μπαλτάκος παραδέχεται ότι μπλόκαρε το νομοσχέδιο επιβεβαιωνοντας τις σχετικές καταγγελίες ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ και διαρροές:

«Όταν είδα το νομοσχέδιο, διεπίστωσα ότι έθιγε τις Ένοπλες Δυνάμεις και την Εκκλησία. Βεβαίως, σταμάτησα το νομοσχέδιο και δεν μπήκε ποτέ στη Βουλή. Εάν ένα τέτοιο νομοσχέιδο πέρναγε όπως ήταν τότε, θα είχε ως αποτέλεσμα μάζες πληθυσμού που ανήκουν στους δύο χώρους, πυλώνες της ΝΔ, να μετατοπιστούν ως δεξιότερα ή ακροδεξιότερα σχήματα» αναφέρει συγκξεκριμένα ο πρώην γ.γ. της κυβέρνησης Σαμαρά.

Όλα δένουν γλυκά. Στο βίντεο που διαρρέει ο Κασιδιάρης, ο Μπαλτάκος του εκμυστηρεύεται ότι ο Σαμαράς «πρώτ’ απ’ όλα φοβάται για τον εαυτό του. Επειδή εσείς τον κόβετε απ’ το να έχει προβάδισμα από το Σύριζα». Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα, οι ανεξέλεγκτοι ναζί και οι μαζικές αντιδράσεις βάζουν ένα τέλος στην εργαλειοποίηση της ζητήματος της Χρυσής Αυγής από την κυβέρνηση Σαμαρά. Εργαλειοποίηση που εκδηλώνεται τόσο λεκτικά (με τη «σοβαρή Χρυσή Αυγή», του μετέπειτα βουλευτή της ΝΔ, Μπάμπη Παπαδημητρίου) όσο και πρακτικά, με τη χρήση των ναζί ως «μπαμπούλα» για τις προοδευτικές ανησυχίες της Δημοκρατικής Αριστεράς του Φώτη Κουβέλη.

Στις 3 Απριλίου του 2014 ο Κουβέλης καταγγέλλει ότι ο Μπαλτάκος απειλούσε το κόμμα του ότι «αν δεν ψηφίσετε εσείς της ΔΗΜΑΡ το τάδε νομοσχέδιο, δεν θα πέσει η κυβέρνηση διότι θα συνεργαστούμε με τη Χρυσή Αυγή». Η καταγγελία αυτή του τότε κοινοβουλευτικού αρχηγού ανασύρθηκε από ιστοσελίδες τις τελευταίες μέρες και η Μαρία Γιαννακάκη τότε βουλευτρια της ΔΗΜΑΡ, τις επιβεβαίωσε λέγοντας ότι «Σε μένα και στον Τσούκαλη το είχε πει ποιητικά “Υπάρχουν και αλλού πορτοκαλιές που κάνουν πορτοκάλια”»

Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα και η διαρροή του βίντεο με τη συνομιλία Κασιδιάρη – Μπαλτάκου κάνουν τη ΝΔ να πάρει αποστάσεις, αλλά παραλίγο να είχαμε μία σοκαριστική μεθόδευση. Λίγους μήνες μετά, τον Σεπτέμβριο του 2014, έχει διαρρεύσει μία τροποποίηση της διάταξης περί εγκληματικής οργάνωσης, από το σχέδιο του νέου Ποινικού Κώδικα. Η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου εξετάζει το σενάριο να προσθέσει την προϋπόθεση του οικονομικού κινήτρου στο άρθρο για την εγκληματική οργάνωση, με το επιχείρημα της διεθνούς Σύμβασης του Παλέρμο. «Διαρκούσης της ποινικής δίωξης, ο Σαμαράς  ετοίμαζε τροποποίηση του άρθρου 187 ώστε να μπει το οικονιμκό κίνητρο και να αποποινικοποιηθούν οι χρυσαγίτες. Δεν τα κατάφερε γιατί δεν του το επέτρεψαν οι πολιτικές εξελίξεις» σχολίασε μεταξύ άλλων ο Κώστας Παπαδάκης, εκ των δικηγόρων της Πολιτικής Αγωγής, στο ραδιόφωνο του TPP. Η υπεράσπιση των χρυσαυγιτών μάλιστα προσπάθησε, το 2019 μετά την απολογία του Μιχαλολιάκου, να επικαλεστεί τη συγκεκριμένη Σύμβαση και να συνδέσει την εγκληματική οργάνωση αποκλειστικά με το οικονομικό κίνητρο. Οι δικηγόροι της Πολιτικής Αγωγής απάντησαν ότι η Σύμβαση προβλέπει πως «προβλέπει ότι κάθε χώρα είναι ελεύθερη να επιλέξει τα χαρακτηριστικά που θα προσδώσει στο αδίκημα της εγκληματικής οργάνωσης και πως στην Ελλάδα η επιδίωξη οικονομικού οφέλους μπορεί να αποτελεί κίνητρο για μια εγκληματική οργάνωση, αλλά αναγνωρίζονται ως κίνητρα και άλλα».

Στη δίκη όμως, παραμένει απούσα. Στη δεύτερη υπενθύμιση της ημέρας, ο Θανάσης Καμπαγιάννης, συνήγορος των Αιγύπτιων αλιεργατών, τόνισε ότι κανένα στέλεχος του κόμματος του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν εμφανίστηκε να καταθέσει στο δικαστήριο. «Το μοναδικό κόμμα που δεν προσήλθε στη διάρκεια της δίκης ήταν η Νέα Δημοκρατία. Κλητευθείς ήταν ο Βασίλης Κικίλιας, ο νυν Υπουργός Υγείας, ο οποίος ήταν άφαντος και ξεγλίστρησε από την υποχρέωση προσέλευσης στο δικαστήριο. Για την ιστορία, να πούμε ότι προσήλθαν και κατέθεσαν η Μαρία Κανελλοπούλου, πρώην βουλεύτρια του ΣΥΡΙΖΑ, ο Παναγιώτης Ρήγας, βουλευτής του ΚΙΝΑΛ, ο Σπύρος Λυκούδης, βουλευτής τότε με το Ποτάμι και ο Χρήστος Κατσώτης, βουλευτής του ΚΚΕ» γράφει ο Καμπαγιάννης. Κλείνει την ανάρτησή του ζητώντας «να μαζευτούν λοιπόν κάποιοι, γιατί δεν είμαστε λωτοφάγοι.»

Οι πράξεις και τα λόγια μένουν. Είναι προκλητική η πλήρης αντιστροφή της πραγματικότητας που επιχειρείται εδώ και περίπου μία εβδομάδα από τη Νέα Δημοκρατία, μαζί φυσικά με την στοχοποίηση και συκοφάντηση προηγούμενων και μελλοντικών μαζικών αντιδράσεων, αλλά και τη χυδαία κι ανιστόρητη επαναφοράς της θεωρίας των δύο άκρων. Ευτυχώς όμως, καθώς το ζήτημα της Χρυσής Αυγής συζητιέται πλεόν και κεντρικά στο δημοσιο διάλογο, με «συνταρακτικές αποκαλύψεις» στοιχείων που γνωρίζαμε εδώ και χρόνια, κάποιες φορές τοποθετούνται και άνθρωποι που ξέρουν τι λένε, αντί για τον προπαγανδιστικό μηχανισμό του κυβερνώντος κόμματος.

Παρά το γεγονός ότι ο μηχανισμός αυτός δουλεύει με λύσσα και τις μηχανές στο φουλ, οφείλουμε να μην είμαστε και να μη γίνουμε λωτοφάγοι. Οι λωτοφάγοι ας μείνουν στη μυθολογία, όπου ανήκουν. Στο κάτω κάτω, ένας λαός που δεν ξέρει ή δεν καταλαβαίνει την ιστορία του, πόσο μάλλον την πολύ σύγχρονη «είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει».