Της Ζωής Νικολάου
Φωτογραφίες: Αλεξάνδρα Κατσαρού

Αυτοί οι κάποιοι μεγάλωσαν παιδιά που δεν τα γνώρισαν και γέμισαν με στιχάκια θρανία που δεν έκατσαν, τοίχους που δε ζωγράφισαν, δωμάτια που δεν επισκέφτηκαν ποτέ. Κι όταν τους δεις σε συναυλία, τους συγχωρείς τα ανθρώπινα τα λάθη τους, τη μέθη, την έπαρση, την ταλάντευση ανάμεσα στη δημιουργία και την απογοήτευση, το κάτι που κάποτε σε χάλασε. Γιατί κάτω από την «κουΐντα» της μουσικής τους, σου θυμίζουν ότι κάποτε τα όνειρα ήταν η ουτοπία που σε τραβούσε μπροστά και όχι η κατάθλιψη που σε παρασέρνει στη λήθη. Το ένιωσα το καλοκαίρι στα Διάφανα, το ένιωσα και χθες στον Αγγελάκα. Είναι ένας από αυτούς, ο Γιάννης, και πάντα θα κουβαλάει τη βαλίτσα της εφηβείας μας.

Ένα γλέντι στον 13ο όροφο του υπογείου στη Σολωμού. Κι εκείνος ήταν ίδιος όπως 20 χρόνια πριν κι ας πέρασε ο χρόνος κι ας τον άλλαξε κι εκείνον. Κι ας τον μετέτρεψε από frontman σε δάσκαλο. Και όλοι ήταν εκεί, οι φίλοι που τον ακούγαμε μαζί στο σχολείο και οι άλλοι που ‘χουν φύγει, αλλά τους αφιερώναμε το Τρένο και τη Γιορτή. Κι έτσι θυμηθήκαμε τα παλιά από τα απίστευτα live από Τρύπες. Μα μέσα απ’ τα παλιά βγήκαν και τα καινούρια στη φόρα, κι αυτό τοδιονυσιακό αίσθημα που πάντα σε παρασέρνει σε κάτι τέτοια live, ανάβλυζε ξανά για όλους εμάς, που περάσαμε από το ΑΝ αυτές τις μέρες, ζητώντας «λίγη ακόμα αγάπη».

Τόσο ζωντανός και τόσο δημιουργικός, όπως παλιά. Με μια μπάντα που τον γυρνάει στον «τόπο του εγκλήματος», αυτού του ιερού, που φτιάχνουν όλοι όσοι γράφουν και μιλούν και λένε για του κεφαλιού τους τα άψυχα. Και τα βάζουν στη φωνή μας και αντηχούν στο χρόνο. Τόσο αιρετικός όπως είκοσι-κάτι χρόνια τώρα, τόσο έτοιμος πάντα, χωρίς αιδώ να σου τραγουδήσει δυνατά και χαμογελαστά «ωραίο είναι το γλέντι σας μα τώρα λέω να πάω»…

Και το μήνυμα της συναυλίας, της τριήμερης αυτής γιορτής, απέναντι σ’ αυτόν που «φρενάρει τη ζωή σου κι όταν προχωράς, κλαίει»; Είναι η υπέροχα δυναμική απάντηση που αναπόφευκτα θα δώσεις κάποια στιγμή: «ακόμα κι όταν θα νομίζεις πως μου πήρες την ψυχή, θ ανατέλλω»!