Του James Smart,
Ανταποκριτή του TPP στην Κωνσταντινούπολη

Όλα έδειχναν να πηγαίνουν τόσο καλά. Η Τουρκία φερόταν σε ευνοϊκή θέση για μια από τις πέντε (μη μόνιμες) νέες θέσεις στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ: «Πιστεύουμε ότι, Θεού επιτρέποντος,  θα πάρουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα μετά τη δουλειά που έχουμε κάνει» έλεγε ο νέος υπουργός Εξωτερικών, Μελβούτ Τσαβούσογλου, μιλώντας σε ένα προεκλογικό γκαλά στο ξενοδοχείο Waldorf-Astoria της Νέας Υόρκης.

Παρόλο που η αντιπροσωπεία είχε λάβει προφορικές διαβεβαιώσεις από 140 μέλη της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, το αποτέλεσμα ήρθε προς έκπληξη όλων με την Τουρκία να αποχωρεί από την κούρσα στον 3ο γύρο έχοντας την υποστήριξη μόνο 60 μελών, αρκετά μακριά δηλαδή από τους 129 που χρειαζόταν για να θριαμβεύσει. Αντί της Τουρκίας η Νέα Ζηλανδία και η Ισπανία πήραν τελικά τις δύο εναπομείνασες θέσεις και από την 1η  Ιανουαρίου θα απολαμβάνουν το κύρος των μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας για δύο χρόνια. Πίσω στην Τουρκία τώρα, μια κυβέρνηση, που δεν είναι συνηθισμένη σε τέτοιες ήττες, περνάει σε φάση αναγκαστικής ενδοσκόπησης.

Το Συμβούλιο Ασφαλείας είναι το ισχυρότερο όργανο του ΟΗΕ με κύριο αντικείμενο την παγκόσμια ειρήνη και την ασφάλεια. Πέντε χώρες κατέχουν μόνιμες θέσεις, ενώ άλλες δέκα έδρες καλύπτονται εκ περιτροπής και εκλέγονται από τη Γενική Συνέλευση. Οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Κίνα και η Ρωσία κατέχουν τις μόνιμες θέσεις με πλήρεις εξουσίες, συν το δικαίωμα της αρνησικυρίας, ενώ τα δέκα μη μόνιμα μέλη έχουν το δικαίωμα να υποβάλλουν προτάσεις προσπαθώντας να πείσουν τα άλλα μέλη να τις υπερψηφίσουν.

Φέτος, πέντε χώρες (η Αγκόλα, η Βενεζουέλα, Η Μαλαισία, αλλά και η Νέα Ζηλανδία και η Ισπανία, που υποσκέλισαν την υποψηφιότητα της Τουρκίας) θα αντικαταστήσουν τα προηγούμενα μέλη σε δύο μήνες. Κάποιες από τις χώρες που τα κατάφεραν έχουν αντίστοιχα ή και ακόμα χειρότερα προβλήματα στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας από την Τουρκία. Πριν την ψηφοφορία φαινόταν ότι η Τουρκία θα πετύχαινε το στόχο της αφού η αντιπροσωπεία της είχε προφορικά διασφαλίσει 140 ψήφους. Αντ'αυτού, βρέθηκε προ εκπλήξεως όταν από τις 191 διαθέσιμες ψήφους η Ισπανία κατάφερε να συλλέξει τις 150 σε μια μη ονομαστική ψηφοφορία και ενώ οι υποσχέσεις είχαν πείσει την Τουρκική αντιπροσωπεία ότι θα επικρατούσε εύκολα. Γιατί όμως δεν κατάφερε να κρατήσει αυτές τις ψήφους;

Ο Αχμέτ Νταβούτογλου, ο νέος πρωθυπουργός της Τουρκίας, εμφανίστηκε επιθετικός πριν την ψηφοφορία: «Αν εκλεγούμε, κάτι το οποίο θεωρούμε πολύ πιθανό, θα είμαστε η πρώτη χώρα που θα επανεκλεγεί για δεύτερη φορά, μέσα σε μια πενταετία. Αυτό αποδεικνύει τη σημασία της Τουρκίας». Η Τουρκία είχε συγκεντρώσει 151 ψήφους το 2009 και ο Νταβούτογλου είχε σοβαρούς λόγους να πιστεύει ότι η επιτυχία θα επαναληφθεί και αυτή τη φορά. (Η Ελλάδα ήταν μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας τη διετία 2005-2006).

Γεωπολιτικά κρίσιμη, στο κέντρο μιας σειράς νέων αγωγών φυσικού αερίου, ιδρυτικό μέλος των Ηνωμένων Εθνών και μέλος των G20, η Τουρκία έχει κερδίσει επαίνους για την πρόσφατη δημιουργία του τηρουμένων των αναλογιών ανθρώπινου προσφυγικού καταυλισμού που στεγάζει κατ’ εκτίμηση 1,6 εκατομμύρια πρόσφυγες της Συρίας. Διαθέτει το 17ο υψηλότερο ΑΕΠ στον κόσμο και έχει περάσει εντελώς αλώβητη τη διεθνή οικονομική κρίση των τελευταίων πέντε ετών ενώ προσπαθεί να παίξει έναν πιο ενεργό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή από το 2010 μέχρι σήμερα. Ο νέος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ως πρωθυπουργός ήταν από τους μεγαλύτερους αντιπάλους του δικτάτορα της Συρίας, Μπασάρ αλ-Άσαντ και μέχρι πολύ πρόσφατα αυτό είχε θετικά αποτελέσματα, όσο δηλαδή συμβάδιζε με την επικρατούσα παγκοσμίως κοινή γνώμη. Αλλά όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, η αμετάβλητη στάση της Τουρκίας ήταν αυτό που έκαψε τα φτερά της.

Καθώς η κατάσταση στη Συρία δημιούργησε νέες δυναμικές, η ξεροκέφαλη θέση του Ερντογάν εναντίον του Άσαντ και εναντίον των Κούρδων άρχισε να ενοχλεί αυτούς που βλέπουν το πολιτικό τοπίο να αλλάζει, χρωματισμένο από τη νέα εξουσία του Ισλαμικού Κράτους (IS). Παρά το γεγονός ότι η Τουρκία έχει αρχίσει επιτέλους να κάνει ορισμένες υποχωρήσεις στις πιέσεις των ΗΠΑ, βοηθώντας φαινομενικά τους Κούρδους που μάχονται το Ισλαμικό Κράτος, η συνολικά συγκεχυμένη αντίδρασή της στην υπό διαμόρφωση νέα κατάσταση έχει προκαλέσει παγκόσμια αγανάκτηση.

Ο Ερντογάν είχε δείξει περισσότερο ενδιαφέρον για την επίβλεψη της καταστροφής των Κούρδων καθώς οι συνοριακοί φύλακες επέτρεπαν στους μαχητές του IS να μπαίνουν στην Τουρκία για ιατροφαρμακευτική  περίθαλψη την ίδια ώρα που απαγόρευαν στους Κούρδους της Τουρκίας να περνάνε τα σύνορα προκειμένου να βοηθήσουν τους αδελφούς τους στη μάχη του Κομπάνι. Την ίδια ώρα που η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ συνεδρίαζε για τον IS, τα τουρκικά μαχητικά βομβάρδιζαν κουρδικά χωριά.

Φαίνεται ότι το πείσμα και η φιλο-σουνιτική θέση του Ερντογάν τον εμπόδισαν να συνειδητοποιήσει ότι ο Άσαντ δεν ήταν ο κύριος στόχος αυτή τη στιγμή, την ώρα δηλαδή που η παγκόσμια κοινή γνώμη ανησυχεί για το βάρβαρο και πεινασμένο για εξουσία Ισλαμικό Κράτος.

Η ισπανική ημερήσια εφημερίδα El Pais έγραψε ότι «αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο τα Ηνωμένα Έθνη δεν είναι η εξεύρεση νέων φίλων, όσο η ύπαρξη λιγότερων εχθρών» και η Τουρκία τον τελευταίο καιρό είναι απασχολημένη δημιουργώντας εχθρούς στην ευρύτερη περιοχή και όχι μόνο. Την ίδια ώρα που η αντι-τουρκική τοποθέτηση της Αρμενίας, της Κύπρου και της Ελλάδας θεωρείται δεδομένη εξαιτίας των ιστορικών πληγών που δεν επουλώθηκαν ποτέ, η τουρκική αντιπροσωπεία δεν κατάφερε να αποσπάσει τις ψήφους του λόμπι των Ισραηλινών, μετά τα επεισόδια στις σχέσεις των δύο χωρών το 2010, άλλες χώρες της περιοχής αυξάνουν την επιρροή τους. Χώρες της Μέσης Ανατολής όπως η Αίγυπτος και η Σαουδική Αραβία ασκούν ισχυρές πιέσεις κατά της Τουρκίας εξαιτίας της στάσης της απέναντι στη Μουσουλμανική Αδελφότητα, ενώ την ίδια ώρα οι χώρες που ελέγχονται από τους Σιίτες ανησυχούν για την προσήλωση του Ερντογάν στις σεχταριστικές σουνιτικές ομάδες. Ο Ερντογάν έχει υποστηρίξει στο παρελθόν σουνίτες μαχητές, όπως το IS και το Al-Nusra.

Έξω όμως από τη γειτονιά της, η επιρροή της Τουρκίας ασθενεί ακόμα περισσότερο. Η αδυσώπητη διαμάχη μεταξύ του Ερντογάν και του πρώην συμμάχου του, του δημοφιλούς ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ψήφο των αφρικανικών κρατών. Ο Γκιουλέν έχει πολλούς υποστηρικτές, ιδιαιτέρως στην Αφρική, εξαιτιάς των πολλών σχολείων και των φιλανθρωπικών ιδρυμάτων μέσω των οποίων ασκεί επιρροή. Το 2009 η γόνιμη προσπάθεια της Τουρκίας για την ένταξή της στο Συμβούλιο Ασφαλείας είχε γίνει δυνατή εν μέρει χάρη στη στήριξη του Γκιουλέν και της καμπάνιας που οργάνωσε η προσκείμενη σε αυτόν οργάνωση «Hitzmet» στην αφρικανική ήπειρο. Τους τελευταίους 18 μήνες όμως ο Ερντογάν βρίσκεται σε πόλεμο μαζί του προσπαθώντας να εκδιώξει τους υποστηρικτές του από τη δημόσια σφαίρα και να μειώσει την επιρροή του εντός και εκτός της Τουρκίας. Κάπως έτσι ήρθε η ώρα της εκδίκησης, με τη Hitzmet αυτή τη φορά να οργανώνει θριαμβευτική εκστρατεία εναντίον του.

Ακόμα και χωρίς την υποστήριξη αυτών των περιοχών, η προσπάθεια της Τουρκίας θα μπορούσε να στεφθεί από επιτυχία αν άλλες πτυχές της διακυβέρνησης του Ερντογάν ήταν πιο δημοφιλείς σε όλο τον κόσμο. Ωστόσο ο τρόπος διακυβέρνησής του έχει καταφέρει να προκαλέσει παγκόσμιες αντιδράσεις καθώς εντείνονται οι αποδείξεις της αντι-δημοκρατικής του συμπεριφοράς. Παρότι αυτό δεν εμπόδισε την Βενεζουέλα ή την Αγκόλα να εκλεγούν στο Συμβούλιο Ασφαλείας, φαίνεται ότι βοήθησε στο να ανατραπούν οι ισορροπίες για πολλά κράτη που συμμετέχουν στη Γενική Συνέλευση. Η Τουρκία είχε πάντα δύσκολο έργο αφού είναι ιδαιτέρως ασυνήθιστο να ψηφιστεί ένα κράτος 2 φορές στις τελευταίες τέσσερις θητείες, οπότε χρειαζόταν μια άψογη εκστρατεία. Μια αλλαγή στη στάση της όσον αφορά τη Συρία, μια λιγότερο πολεμοχαρής φωνή στην περιοχή και ένα είδος ανακωχής με τον Γκιουλέν θα βοηθούσε στην επίτευξη των στόχων της.

«Εμείς δεν θα εγκαταλείψουμε τη στάση μας για χάρη των ψήφων. Θα συνεχίσουμε να είμαστε η φωνή της συνείδησης, όπως προσμένουν από εμάς οι χώρες γύρω μας» δήλωσε ο Τσαβούσογλου. Περίεργη δήλωση αν ληφθεί υπόψη το χρήμα και η προσπάθεια που επενδύθηκε στη νίκη. Η Τουρκία είναι υποχρεωμένη πλέον να ατενίζει μια νέα εκλογική αναμέτρηση το 2018 ενάντια στο Ισραήλ, τη Γερμανία και το Βέλγιο. Μέχρι τότε, λίγη ενδοσκόπηση δεν θα έβλαπτε.

Ο Ερντογάν ήθελε πολύ αυτή τη νίκη και πρέπει τώρα να εξετάσει τους λόγους που τον οδήγησαν στην ήττα. Η ερώτηση πλέον είναι: Έχει την ικανότητα να αναζητήσει και να κατανοήσει τα λάθη του; Κατηγορώντας τους ξένους, τους διαδηλωτές, το Ισραήλ, τους δημοσιογράφους ή ακόμα και τα “Λόμπι των Επιτοκίων” φαίνεται να έχει στο νου του το πώς θα ικανοποιήσει τους υποστηρικτές του. Αλλά όπως αποδείχθηκε στην υπόθεση του ΟΗΕ, ο υπόλοιπος κόσμος δεν είναι τόσο εύκολο να εξαπατηθεί.