«Την Παρασκευή 9 Γενάρη είχα επισκεπτήριο στις φυλακές Γ' τύπου Δομοκού. Δεν επέτρεψαν στην πρώτη μου ξαδέρφη να με επισκεφθεί παρότι με επισκεπτόταν κανονικά από το 2002 στις φυλακές Κορυδαλλού και ενώ είχε ταξιδέψει σιδηροδρομικώς από την Αθήνα. Εψαξαν την αδερφή μου, βγάζοντάς της τα παπούτσια και ενώ το επισκεπτήριο ήταν πίσω από το τζάμι και όχι ελεύθερο. Δεν της επέτρεψαν να μου δώσει δύο καθημερινά έντυπα, το “Εθνος” και την International New York Times. Αλήθεια, από πότε αυτά τα έντυπα έχουν εγκληματικό περιεχόμενο;

Μια εβδομάδα μετά τη μεταγωγή μου στον Δομοκό, κι ενώ μου είχε υποσχεθεί η κ. εισαγγελέας του Κορυδαλλού ότι τα πράγματά του και οι σημειώσεις μου για το καθαρογράψιμο του διδακτορικού μου στα Μαθηματικά θα μεταφέρονταν την επομένη, δεν έχουν ακόμα μεταφερθεί. Δεν έχω ούτε τα ρούχα ούτε τα βιβλία ούτε την τηλεόραση. Στο κελί υπήρχε μόνο ένα κρεβάτι, χωρίς καρέκλα, χωρίς καθρέφτη, χωρίς σκούπα, χωρίς χαρτί υγείας, χωρίς κάλαθο αχρήστων, χωρίς τίποτε. Δεν υπάρχει ούτε κοινωνικός λειτουργός, και ουσιαστικά ούτε γιατρός, αφού αυτός έρχεται μία φορά την εβδομάδα από τη Λάρισα. Μάλλον για κέντρο μεταγωγών μοιάζει παρά για φυλακή.

Κι ενώ λείπουν τα απαραίτητα, υπάρχει υπερπληθώρα αστυνομικών γύρω από τη φυλακή, με αυτοκίνητα και κλούβες που κάθονται και υποτίθεται ότι φυλάνε τη φυλακή, πολλαπλασιάζοντας το κόστος λειτουργίας της αφού φυλάγεται από διπλό προσωπικό.

Τη στιγμή που το ένα (σ.σ.: το υφιστάμενο προσωπικό) με ενδεχομένως λιγοστές προσλήψεις θα αρκούσε. Ιδιαίτερα που λόγω της ερημικής γεωγραφικής θέσης της φυλακής οποιαδήποτε απόδραση φαντάζει απίθανη. Οσον αφορά τους κρατούμενους στην πτέρυγά μας, έχουμε δύο φουκαράδες Πακιστανούς που δεν έχουν κάλτσες μες στην παγωνιά, τρεις Αλβανούς, τον Τζωρτζάτο και μένα. Δηλαδή τους τρομερούς και επικίνδυνους εγκληματίες από τους οποίους σώθηκε η χώρα με τη μεταγωγή τους στο κέντρο μεταγωγών Γ' τύπου Δομοκού.

Τέλος, να προσθέσω ότι όταν μπήκαμε στις 2 Γενάρη, μου κατάσχεσαν ένα κομμάτι βασιλόπιτας, λίγα κουλουράκια, τσάι που το είχα αγοράσει στον Κορυδαλλό και τα δύο μαξιλάρια μου».

Αλέξανδρος Γιωτόπουλος Φυλακές Γ' Τύπου Δομοκού