Ενώ το διεθνές κύμα αλληλεγγύης προς το Δημήτρη Κουφοντίνα μεγαλώνει, και προστίθενται όλο και σημαντικότερες φωνές στον αγώνα για το αυτονόητο, δηλαδή την Ισονομία, ο ελληνικός δημόσιος λόγος έχει να επιδείξει είτε εκκωφαντική σιωπή, είτε μόνον χλιαρές και μεσοβέζικες «καλύψεις της είδησης» ή και αήθεις επί του προσωπικού επιθέσεις, που προσπαθούν να δικαιολογήσουν την στάση της κυβέρνησης της λίστας Πέτσα – σαν εκείνες που υποστηρίζουν ότι ο νόμος δεν είναι για όλους ίδιος, και ό,τι, όπως θα έλεγε και ο Όργουελ «όλα τα ζώα είναι ίσα αλλά μερικά ζώα είναι πιο ίσα από τα άλλα». 

Χθες, ο συντονιστής της επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Ευρωκοινοβουλίου, Ισπανός ευρωβουλευτής Μιγκέλ Ουρμπάν Κρέσπο, συνυπέγραψε την έκκληση υπέρ του δίκαιου αιτήματος του απεργού πείνας, Δημήτρη Κουφοντίνα και απέστειλε και σχετική δήλωση στα ΜΜΕ, επαναφέροντας στην αληθινή του βάση το ζήτημα Κουφοντίνα, ως ζήτημα Δημοκρατίας και Ισονομίας στην σημερινή Ελλάδα, και τη σημερινή Ευρώπη. Επίσης χθες, προσετέθη στους υπογράψαντες ο Βάσκος Ευρωβουλευτής Περνάντο Μπαρένα Άρζα. Αναμένονται και άλλοι Ευρωπαίοι. Και δεν αναμένεται κανείς Έλληνας ευρωβουλευτής. 

Αναζήτησα τον Μιγκέλ Ουρμπάν, για να καταγράψω λόγους που ένας αριστερός Ευρωβουλευτής, από άλλη χώρα, έδειξε τόσο μεγαλύτερη ευαισθησία από τους ανθρώπους που πρώτοι όφειλαν να υπερασπίζονται το εν Ελλάδι Κράτος Δικαίου. Η απάντηση του στο ΤΡΡ ήταν ολιγόλογη, απλή και ξεκάθαρη: «Όταν ένας άνθρωπος εξωθείται να διακινδυνεύσει την υγεία και τη ζωή του επειδή του αρνούνται ακόμα και τα όποια δικαιώματα του κατοχυρώνει ο νόμος, το καθήκον να σταθούμε στο πλευρό του είναι αυτονόητο. Για τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα».

Το αυτονόητο. Τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτά ακριβώς είναι που θίγονται, και η έννοια του Κράτους Δικαίου, όπως σαφώς καταγράφεται από την ανοικτή επιστολή προς την Πρόεδρο της Δημοκρατίας που κατατέθηκε χθες, και φέρει τις υπογραφές έγκριτων νομικών, και όπως επίσης καταδεικνύει η θέση του Συνήγορου του Πολίτη στην οποία η επίσημη πολιτεία δεν έχει απαντήσει ακόμη. Μια πολιτεία που «πιάστηκε ψευδόμενη» και που χρησιμοποιεί όλη της την εξουσία για να συντρίψει έναν (1) άνθρωπο. Όποιος και αν είναι αυτός.

Έχουμε φτάσει, δε, στο σημείο ο συστημικός τύπος να χωρίζει τους πολίτες σε αυτούς που «ενδιαφέρουν», σε αυτούς που δεν ενδιαφέρουν, με τρίτη κατηγορία αυτούς που έχουν το δικαίωμα να ακούγονται μόνο όταν μας αρέσει αυτό που λένε. 

«Όσοι του συμπαρίστανται δεν ενδιαφέρουν», έγραφε προχτές στην Καθημερινή ο Τάκης Θεοδωρόπουλος. «Ενδιαφέρει όμως η Μάρω Δούκα. Ενδιαφέρει και ο Βασίλης Βασιλικός, πρώην πρέσβης της Ελλάδας στην Ουνέσκο. Και ο ένας και η άλλη έχουν επηρεάσει τα λογοτεχνικά γούστα. Και οι δύο έχουν υπάρξει εμβληματικές υπογραφές στις παραστάσεις της αριστερής διανόησης. Και μετά όσα έχει περάσει η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, θεωρούν ότι οφείλουν να υπερασπιστούν τον κατά συρροή δολοφόνο».

Και να πως η «ναυαρχίδα» του μητσοτακικού Τύπου έχει χάσει τη μπάλα και καθοδηγεί σε επικίνδυνες ατραπούς τους αναγνώστες της. Γιατί, φυσικά, το ζήτημα δεν είναι η «υπεράσπιση του κατά συρροή δολοφόνου», το ζήτημα είναι αν υπάρχει Ισονομία. Αυτό που ζητεί ο αρθρογράφος της Καθημερινής, είναι να αποδεχθούμε, ως πολίτες, ότι ο νόμος έχει εξαιρέσεις. Να αποδεχθούμε την Οργουελιανή θεώρηση των πραγμάτων. Στην σημερινή Ελλάδα. 

Σε αντίθεση με τον Τάκη Θεοδωρόπουλο, η δική μας έκκληση είναι ακριβώς προς όλους, διότι όλοι «ενδιαφέρουν». Και, αν η εκκωφαντική σιωπή των πράξεων ενός μεγάλου τμήματος της Αριστεράς κρίνεται εύκολα από όλους μας βάσει της ηθικής μας και των αρχών μας, ως σημαντική, η μετάλλαξη σύσσωμου του συντηρητικού χώρου και της Εκκλησίας σε υπάκουο εργαλείο του μεγάλου αφεντικού, σε μια αστική Δημοκρατία, είναι το ίδιο σημαντική. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Τάκης Θεοδωρόπουλος, στο ίδιο άρθρο, προσπαθεί να νομιμοποιήσει την δεξιά διανόηση καταφεύγοντας στο σεβασμό που η αριστερά έτρεφε και τρέφει στο Μάνο Χατζιδάκι, «ξεχνώντας» όμως πως ο τελευταίος κέρδισε αυτό το σεβασμό ακριβώς γιατί υπήρξε άνθρωπος αρχών: να θυμίσουμε ό,τι στάθηκε αλληλέγγυος στον Αναρχικό χώρο και με παρρησία υπερασπίστηκε το Δίκαιο, ακόμη και όταν έθιγε φίλους του, πολύ υψηλά ιστάμενους. Και, θα τολμήσω να πω ότι, το πιθανότερο είναι πως ο Χατζιδάκις σήμερα θα συνυπέγραφε για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων του κρατούμενου Κουφοντίνα, ακριβώς γιατί γνώριζε την σημασία της Ισονομίας και γιατί υπερασπίστηκε πολλές φορές το κράτος Δικαίου, ειδικά για αυτούς που το Κράτος θεωρούσε Εχθρούς του, που θεωρούν το Κράτος Εχθρό τους. 

Η ανυπαρξία παρρησίας στην αριστερά και η έλλειψη κάποιας υγιούς φωνής στην πλευρά της δημοκρατικής συντηρητικής παράταξης, ειδικά στο θέμα Κουφοντίνα δείχνει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο την βαθιά κρίση των λεγόμενων δημοκρατικών αξιών στη χώρα μας. Και είναι αυτό που κάνει πιο σημαντικές τις λίγες καθαρές φωνές που απομένουν, να προασπίζουν αρχές και όχι συμφέροντα, σε όλο το φάσμα του πολιτικού κόσμου. 

Ζήτησα τη γνώμη του καθηγητή Δημοσίου Δικαίου στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, Γιάννη Τασόπουλου, ενός ανθρώπου που είναι γνωστό ότι δεν ανήκει στην αριστερά, αλλά πάντως ανήκει στον όντως πολιτισμό, νομικό και άλλο. Έναν άνθρωπο αρχών, που ως πρώτη και γενική αρχή, μου είπε, είναι «ριζικά εναντίον της πολιτικής βίας, αλλά και υπέρ της αμεροληψίας του νόμου χωρίς αστερίσκους». Βλέπει στην ύπαρξη του Κράτους Δικαίου ακριβώς την ηθική επικράτηση της αστικής δημοκρατίας. «Γνώρισμα της φιλελεύθερης (αστικής) δημοκρατίας είναι ότι ακόμη και οι πιο στυγνοί τρομοκράτες και οι πιο στυγεροί δολοφόνοι έχουν το δικαίωμα να επικαλούνται υπέρ αυτών την αμεροληψία του νόμου. Αυτή όμως είναι και η ηθικοπολιτική νίκη της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Η απόδειξη της ανωτερότητάς της. Με την επίκληση της αμεροληψίας του νόμου αναγνωρίζουν έμπρακτα ακόμη και οι μεγαλύτεροι εχθροί της την ισχύ της και υποκλίνονται στο κύρος της παρότι δηλώνουν αμετανόητοι. Η θέση αυτή πάντως δεν σημαίνει ότι συντάσσομαι με τις απόψεις Κουφοντίνα».

Κι εδώ ακριβώς έγκειται το μείζον ζήτημα που φέρνει στην επιφάνεια η απεργία πείνας του Δημήτρη Κουφοντίνα. Οι αστερίσκοι. Ο νόμος με αστερίσκους δεν είναι νόμος που αντιστοιχεί σε Κράτος Δικαίου. Είναι ο νόμος που αντιστοιχεί σε διεφθαρμένα και ολοκληρωτικά καθεστώτα. Είναι ο νόμος του ισχυρού, του έχοντος την εξουσία, ένας νόμος που απαιτεί ανθρωποθυσίες για να αλλάξει. 

Ο Δημήτρης Κουφοντίνας, αυτό ακριβώς κάνει – ηθελημένα ή αθέλητα: με την ζωή του ως αντάλλαγμα, καταδεικνύει, στον κάθε αγαθής βούλησης πολίτη, όπου και αν ανήκει, πόσο απάνθρωπη και έκνομη είναι η σημερινή εξουσία. Κάτι που αυτομάτως, σε αυτή την ιστορική συγκυρία, τον μετατρέπει σε αγωνιστή της Αστικής Δημοκρατίας και προασπιστή των αρχών της, ενάντια σε εξουσίες που κουβαλούν τις μνήμες του ολοκληρωτισμού. Όπως ο τρόπος που ασκεί την εξουσία που του δίνεται κάθε Λιγνάδης έρχεται από τα βάθη του φεουδαρχικού δικαιώματος της πρώτης νύχτας, έτσι και η έκνομη εκδικητική στάση της κυβέρνησης Μητσοτάκη έρχεται από το σκοτάδι της χούντας.

Η στάση τους απέναντι στο Δημήτρη Κουφοντίνα είναι η απόδειξη.