Στην αναφορά του καθηγητή Ρίτσαρντ Μέρφι με τίτλο «Tο Ευρωπαϊκό Φορολογικό Κενό», επισημαίνεται ότι το ύψος της φοροδιαφυγής στην ΕΕ κυμαίνεται μεταξύ 700 με 900 δισεκατομμύρια το χρόνο και «αυτά τα στοιχεία ίσως υποτιμούν την κατάσταση». Στην έρευνα του καθηγητή περιλαμβάνονται τα επίσημα στοιχεία των φορολογικών υπηρεσιών της ΕΕ για το διάστημα 2015-16, ωστόσο λαμβάνει υπόψη μόνο τα ποσοστά της φοροδιαφυγής και όχι της φοροαποφυγής, δηλαδή την προσφυγή σε νομότυπες εξαιρέσεις που επιτρέπουν στις μεγάλες εταιρείες και μεγαλοεισοδηματίες να πληρώνουν λιγότερους φόρους, που υπολογίζονται μεταξύ 50 μέχρι 190 δισ. τον χρόνο.

Σύμφωνα με το eufactcheck.eu είναι ασφαλείς οι ισχυρισμοί του Ρ. Μέρφι και οι τελευταίες εκτιμήσεις της φοροδιαφυγής στην Ευρώπη βρίσκονται κοντά στα 825 δισ. τον χρόνο. Η έκθεση του Μέρφι βασίζεται σε μια έρευνα της Κομισιόν, η οποία διεξήχθη το 2015. Το συμπέρασμα της έκθεσης είναι πως μεγαλύτερη φοροδιαφυγή παρουσιάζεται στις χώρες εκείνες με το μεγαλύτερο φορολογικό βάρος, που αντιπροσωπεύει το ποσοστό των φόρων έναντι του εισοδήματος. Παρόλα αυτά, η τάση αυτή δεν επαληθεύεται και στην περίπτωση απόδοσης του ΦΠΑ, με ορισμένες εξαιρέσεις.

Σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο, στο ίδιο κείμενο επαναλαμβάνεται και η διαπίστωση της Transparency International (Διεθνούς Διαφάνειας) πως στη Νότια και Ανατολική Ευρώπη διαπιστώνονται τα μεγαλύτερα ποσοστά φοροδιαφυγής κατά κεφαλήν σε σχέση με τις Σκανδιναβικές και τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης. Στις χώρες της νοτιοανατολικής Ευρώπης επίσης παρατηρούνται οι εξαιρέσεις της μη απόδοσης ΦΠΑ, με επικεφαλής τη Ρουμανία (35,9%), την Ελλάδα (29,2%), την Ιταλία (25,9%), τη Σλοβακία (25,9%), τη Λιθουανία και την Ουγγαρία (13,3%). Στον αντίποδα το Λουξεμβούργο (0,8%) και η Σουηδία (1%).

Από την 1η Ιανουαρίου έχει τεθεί σε ισχύ η οδηγία της ΕΕ για τη φοροδιαφυγή που αποσκοπεί στην ενίσχυση των μέτρων για την πάταξη της οικονομικής αυτής απάτης, που στοιχίζει πανευρωπαϊκά 825 δισ. ευρώ κάθε χρόνο. Η διαδικασία αυτή που έχουν δρομολογήσει οι Βρυξέλλες, από το 2012, στόχο έχει να ενισχυθούν τα εθνικά μέτρα και με την τελευταία της οδηγία εστιάζει στις «επιθετικές» τακτικές ορισμένων πολυεθνικών για να αποφύγουν να πληρώνουν τους αναλογούντες φόρους τους, όπως τονίζεται από πηγές της ΕΕ.