Ο νεαρός Κόρντι υπήρξε ο πρώτος από περίπου 20 παιδιά που οδηγήθηκαν, έπειτα από αίτημα της δικαιοσύνης, σε ένα είδος σωφρονιστικού ιδρύματος για ανήλικους με παραβατικές συμπεριφορές, με τη σαφή εντολή να μην επιστρέψουν στο σπίτι τους  πριν κλείσουν τα 18.
 
Όταν στα 16 του ο Ρικάρντο συνελήφθη για απόπειρα κλοπής και φθορά οχήματος της αστυνομίας, ο δικαστής, Ρομπέρντο Ντι Μπέλα, που είχε ήδη στείλει τους τρεις μεγαλύτερους αδερφούς του στη φυλακή, αποφάσισε να τον απομακρύνει από την οικογένειά του, οδηγώντας τον σε ένα αυστηρά ελεγχόμενο περιβάλλον, όπου το όνομα του δεν θα είχε πια καμία σημασία.
 
Ο Κόρντι ήταν αναγκασμένος να υπακούει στους κανόνες της κοινότητας και να ακολουθεί καθορισμένο πρόγραμμα, ενώ του απαγορευόταν να βγαίνει έξω τη νύχτα. Παράλληλα, δεχόταν την υποστήριξη ψυχολόγου, ο οποίος και φρόντισε να τον φέρει σε επαφή με θύματα του οργανωμένου εγκλήματος.
 
Οι τρόποι του παρέμειναν τραχείς και ο ίδιος ένα κλειστός νέος, ωστόσο, σύντομα άρχισε να εργάζεται εθελοντικά, 2 φορές την εβδομάδα, σε ένα πρόγραμμα φροντίδας παιδιών με οικογενειακά προβλήματα, την ώρα που ο εθελοντισμός στη Ντραγκέτα παραμένει άγνωστη λέξη. 
 
«Ήταν δύσκολα. Μετρούσα τις μέρες», θα πει αργότερα. Και πράγματι, λίγο πριν το τέλος της εξορίας του, ο Ρικάρντο θα μαζέψει τα πράγματά του και θα επιχειρήσει να φύγει. Η μητέρα του, όμως, θα τον σταματήσει.
 
Τον περασμένο Φεβρουάριο, ο Ρικάρντο έκλεισε τα 18 και γύρισε πίσω στο σπίτι του στην Καλαβρία. Σε  επιστολή του, που δημοσιεύτηκε το Μάιο στην  Corriere della Sera, ξεκαθάριζε ότι δεν απαρνιέται την οικογένειά του, επιθυμεί, ωστόσο, να ζήσει μια «καθαρή» ζωή. Έγραφε πως μια μέρα, κατά τη διάρκεια της εξορίας του, πήγε στη θάλασσα και κοιτούσε από μακριά την Καλαβρία: «Αυτή την φορά την έβλεπα από διαφορετική οπτική. Την κοιτούσα από ένα διαφορετικό μέρος. Αλλά ήμουν εγώ που είχα αλλάξει.»
 
Για όποιον γνωρίζει ιταλικά, η επιστολή εδώ.

 Ντραγκέτα: H μαφία με το ελληνικό όνομα

Η οικογένεια Κόρντι είναι μία από τις ισχυρότερες ντρίνες (δηλαδή οικογένειες) της Ντραγκέτα,  μιας από τις πιο δυναμικές εγκληματικές οργανώσεις παγκοσμίως.
 
 Η Ντραγκέτα (’Ndrangheta), που δραστηριοποιείται από τη δεκαετία του ’70, διαθέτει πλοκάμια σε ολόκληρο τον κόσμο – από την Αργεντινή και την Αυστραλία ως τον Καναδά και το Βέλγιο – πανίσχυρο οπλισμό και τεράστια επιχειρησιακή ικανότητα. Ο τζίρος της, σύμφωνα με εκτιμήσεις, ξεπερνά τα 50 δις ευρώ ετησίως, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 3% του ιταλικού ΑΕΠ.
 
«Με όνομα – δάνειο από το ελληνικό «ανδραγάθημα», αυτή η οργάνωση που αυτοχαρακτηρίζεται «ατρόμητη», είναι η πλέον ωμή και σκληρή μαφία που έχω ποτέ γνωρίσει» έχει γράψει ο εισαγγελέας Νικολά Γκρατιέρι, συγγραφέας μαζί με τον δημοσιογράφο, Αντόνιο Νικάζο, του «Fratelli di sangue».
 
Οι δραστηριότητες της Ντραγκέτα δεν εξαντλούνται στα ναρκωτικά (πουλά εκατοντάδες τόνους κοκαΐνης και όχι μόνο), αλλά εκτείνονται από τους εκβιασμούς, τις «απαλλοτριώσεις», το εμπόριο όπλων και πλαστών προϊόντων ως τα δημόσια έργα, τον τομέα της υγείας, τις οικοδομές και την αγροτική παραγωγή.
 
Και μπορεί η πατρίδα της, η Καλαβρία, να αποτελεί μια από τις πιο φτωχές ευρωπαϊκές περιφέρειες, η Ντραγκέτα, όμως, αν και επίσημα αφορισμένη από τον Πάπα, παραμένει μια επικερδέστατη αυτοκρατορία, που από το νότο της Ιταλίας κινεί τεράστια ποσά χρήματος και ναρκωτικών σε ολόκληρο τον κόσμο.