Η ΕΕ ήταν ήδη από το 2004 ο βασικός εταίρος της Κίνας όσον αφορά το εμπόριο, ωστόσο το 2020 ήταν και η πρώτη χρονιά που ίσχυε και το ανάποδο, όπως αποκαλύπτουν τα στοιχεία της έκθεσης που δημοσίευσε η Eurostat τη Δευτέρα.

Χαρακτηριστικά, η ανακοίνωση της ευρωπαϊκής στατιστικής αρχής, αναφέρει ότι «το έτος 2020, η Κίνα ήταν ο βασικός εταίρος της ΕΕ». Το συμπέρασμα αυτό εξηγείται από την αύξηση των εισαγωγών κατά 5,6% και των εξαγωγών κατά 2,2%. Με αυτά τα ποσοστά οι ΗΠΑ εκθρονίστηκαν από την κορυφή στις εμπορικές σχέσεις με την ΕΕ, αφού οι εισαγωγές μειώθηκαν κατά 13,2% και οι εξαγωγές κατά 8,2%.

Για να γίνουν αντιληπτά τα ποσοστά, το εμπόριο με τη Κίνα αφορά το ποσό των 586 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ενώ το αντίστοιχο με τις ΗΠΑ, αφορά 555 δισεκατομμύρια δολάρια.

Η κινεζική οικονομία, επλήγη σημαντικά το πρώτο τρίμηνο του 2020 λόγω της πανδημίας της Covid-19. Παρ’ όλα αυτά κινήθηκε με μεγάλη ταχύτητα στη συνέχεια, με την κατανάλωση να ξεπερνά στα τέλη του 2020 τα επίπεδα στα οποία βρισκόταν πριν από ένα χρόνο, ενισχύοντας τις ευρωπαϊκές πωλήσεις, κυρίως στην αυτοκινητοβιομηχανία και τα προϊόντα πολυτελείας. Παράλληλα η αντίθετη τάση, οι εξαγωγές της Κίνας προς την Ευρώπη, είδαν άνοδο εξαιτίας της μεγάλης ζήτησης για ιατρικό εξοπλισμό και ηλεκτρονικά προϊόντα.

Τα στοιχεία καταγράφουν επίσης επιδείνωση του εμπορικού ελλείμματος της ΕΕ με την Κίνα. Συγκεκριμένα από τα -164,7 δισ. ευρώ το 2019 πέρασε στα -181 δισεκ. την περασμένη χρονιά. Την ίδια ώρα, το πλεόνασμα με τις ΗΠΑ έμεινε σταθερό γύρω στα 151 δισ. ευρώ.

Στη τρίτη θέση μετά τη Κίνα και τις ΗΠΑ, έρχεται το Ηνωμένο Βασίλειο, που δεν είναι πλέον μέλος της Ένωσης. Ωστόσο, οι ευρωπαϊκές εξαγωγές προς τη Μ.Βρετανία μειώθηκαν κατά 13,2% την περασμένη χρονιά και οι εισαγωγές κατά 13,9%.

Επί του συνόλου, η ΕΕ κατέγραψε αύξηση στο εμπορικό της πλεόνασμα το 2020 έναντι του υπόλοιπου κόσμου στα 217,3 δισ. ευρώ έναντι 191,5 δισ. το 2019. Το ποσό είναι ακόμα μεγαλύτερο για τις 19 χώρες της ευρωζώνης, δηλαδή πλεόνασμα 234,5 δισ. ευρώ την περασμένη χρονιά έναντι 221 δισ. ένα χρόνο νωρίτερα.