Η ανάλυση του οίκου Moody’s επικεντρώνεται στην επιστολή του επικεφαλής της τραπεζικής εποπτείας της ΕΚΤ, Αντρέα Ενρία, προς Γερμανό βουλευτή, κατά την οποία ο Ευρωπαίος αξιωματούχος υποστηρίζει τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής εταιρείας διαχείρισης χαρτοφυλακίου, ή με απλά λόγια, μίας «κακής τράπεζας», σε περίπτωση που επιδεινωθεί το ενεργητικό του τραπεζικού συστήματος της Ευρώπης, εξαιτίας της πανδημίας του κορονοϊού.

«Η επιλογή (της δημιουργίας) μίας κακής τράπεζας θα ήταν θετική για το αξιόχρεο (credit positive) των ευρωπαϊκών τραπεζών, επειδή θα συνεπαγόταν κάποιο βαθμό κρατικής στήριξης, όπου χρειαζόταν, κάτι που θα βοηθούσε τις τράπεζες να προστατεύσουν τη φερεγγυότητά τους και πιθανόν να αποφύγουν χρεοκοπίες» αναφέρει η Moody’s, σημειώνοντας πως η έκθεση της ΕΚΤ για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα (Financial Stability Review) στις 26 Μαΐου αναφέρθηκε στη χρησιμότητα μίας κακής τράπεζας ως μέσου για την αντιμετώπιση της εκτίναξης των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Στη συνέχεια ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί πως η Moody’s ασχολείται με τα εμπόδια που αναμένεται να συναντήσει μία τέτοια «λύση», καθώς υπογραμμίζει πρωτίστως τα νομικά εμπόδια, ενώ ακολούθως σημειώνει πως θα αυξηθούν και οι πολιτικές αντιδράσεις «επειδή (σ.σ. οι κακές τράπεζες) στηρίζονται σε εισφορές των φορολογουμένων». Σημειώνει πάντως ο οίκος αξιολόγησης πως τόσο ο Ενρία όσο και η έκθεση της ΕΚΤ αποκαλύπτουν με τη στάση και τις δηλώσεις τους πως προετοιμάζονται για ένα τέτοιο σενάριο.

Μάλιστα, τονίζεται πως επί του παρόντος, για ένα τέτοιο σενάριο, δεν υπάρχουν τα απαραίτητα προστατευτικά μέτρα για τα τραπεζικά κεφάλαια, κάτι που σημαίνει πως θα πρέπει να ληφθούν ισχυρότερα.

Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως η Moody’s χαρακτηρίζει «ευέλικτη» τη στρατηγική της ΕΚΤ, τονίζοντας ωστόσο πως αυτή είναι αρκετή μόνο για μια βραχύβια οικονομική συρρίκνωση, καθώς εάν αυτή μεταβληθεί σε πλήρη κρίση και εκτίναξη των κόκκινων δανείων, τότε η λήψη ισχυρότερων μέτρων θα είναι μονόδρομος.

«Ένα τέτοιο δυσμενές σενάριο θα εξασθένιζε πολύ τη φερεγγυότητα των τραπεζών (CET1) και θα έθετε σε κίνδυνο την ικανότητά τους να βοηθήσουν την πραγματική οικονομία. Δεδομένου ότι η πιθανότητα ενός τέτοιου δυσμενούς σεναρίου δεν είναι μηδενική, η ΕΚΤ φαίνεται να διερευνά όλες τις επιλογές πολύ πριν από την πιθανή εξέλιξη των μη εξυπηρετούμενων δανείων, η οποία πραγματοποιείται μετά από κάποια χρονική υστέρηση», σημειώνει ο οίκος, τονίζοντας ότι στα αποτελέσματα των περισσότερων τραπεζών της ΕΕ για το πρώτο τρίμηνο δεν καταγράφηκαν σημαντικές αυξήσεις τoυ δείκτη NPL.