Τα αποτελέσματα της τελικής καταμέτρησης των ψήφων στις ισλανδικές εκλογές είναι ενδεικτικό του κλίματος που επικρατεί: Ο κεντροδεξιός συνασπισμός του Κόμματος της Ανεξαρτησίας και του Προοδευτικού Κόμματος καταλαμβάνει 38 κοινοβουλευτικές έδρες σε σύνολο 63, έχοντας καταφέρει να συγκεντρώσει το 51% των ψήφων.

Ο απερχόμενος κυβερνητικός συνασπισμός της Σοσιαλδημοκρατικής Συμμαχίας με το ισλανδικό κόμμα των Πρασίνων χάνει πάνω από τις μισές κοινοβουλευτικές του έδρες: εννέα έδρες για τους Σοσιαλδημοκράτες και επτά για τους Πρασίνους. Στις κάλπες προσήλθε το 80% των περίπου 238.000 ισλανδών ψηφοφόρων.


Το νεοσύστατο φιλοευρωπαϊκό κόμμα Λαμπρό Μέλλον έλαβε το 8% των ψήφων καταλαμβάνοντας έξι έδρες ενώ οι Πειρατές κατάφεραν να εισέλθουν στο κοινοβούλιο κατακτώντας τρεις έδρες.

Παλιοί κομματικοί συσχετισμοί, νέα πρόσωπα
Επόμενος πρωθυπουργός της Ισλανδίας αναμένεται να διοριστεί ο 43χρονος δικηγόρος και πρώην ποδοσφαιριστής Μπγιάρνι Μπενέντικτσον, η πολιτική γραμμή του οποίου είναι σαφώς αντιευρωπαϊκή. Όπως έχει κατ’ επανάληψη πει στόχος της κυβέρνησής του θα είναι να θέσει τέρμα στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της χώρας με την ΕΕ. Σημειωτέον ότι οι διαπραγματεύσεις με τις Βρυξέλλες έχουν παγώσει ήδη από τον Ιανουάριο, εν αναμονή του εκλογικού αποτελέσματος.

«Θα ακολουθήσουμε το δρόμο εκείνο που θα οδηγήσει τη χώρα σε μεγαλύτερη ανάπτυξη και κοινωνική ασφάλεια» δήλωσε χθες ο Μπεντέντικτσον μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων. Ο κεντροδεξιός συνασπισμός αναλαμβάνει τα ηνία της πολιτικής διεύθυνσης της χώρας τέσσερα χρόνια μετά την ήττα του στις κρίσιμες εκλογές του 2009 υπό τη βαριά σκιά της οικονομικής κρίσης στη χώρα, μετά την θεαματική κατάρρευση του τραπεζικού τομέα της χώρας.

Υπέρβαση της κρίσης με αντιευρωπαϊκή πολιτική;
Σήμερα ο ίδιος συνασπισμός που κρίθηκε υπαίτιος για την οικονομική καταστροφή του 2008, υπόσχεται να επαναφέρει την ομαλότητα και την οικονομική ανάκαμψη στη χώρα, ακολουθώντας την αντίθετη γραμμή από αυτή που ακολούθησε την περασμένη τετραετία η κυβέρνηση των σοσιαλδημοκρατών: βάζοντας «στοπ» στην αυστηρή λιτότητα, μειώνοντας τους φορολογικούς συντελεστές και διαγράφοντας χρέη.

Οι προεκλογικές αυτές εξαγγελίες συνοδεύονται και από μία άκρως αντιευρωπαϊκή ρητορική, η οποία στην παρούσα συγκυρία κρίνεται ιδιαίτερα ανησυχητική, όχι μόνο για την ίδια τη χώρα και το ευρωπαϊκό της μέλλον αλλά και για την ίδια την ΕΕ.


Οι Σοσιαλδημοκράτες μαζί με τους Πρασίνους -μικρότερο κυβερνητικό τους εταίρο-, δεν κατάφεραν να εξομαλύνουν την οικονομική κατάσταση στη χώρα, εφαρμόζοντας μία πολιτική ευρύτατων περικοπών και σκληρής φορολόγησης. Παρά το γεγονός ότι οι δείκτες της ανεργίας έπεσαν και η οικονομία επανέρχεται σταδιακά σε ρυθμούς ανάπτυξης, το τραύμα από την κατάρρευση των τριών μεγαλύτερων τραπεζών της χώρας είναι ακόμη ανοιχτό με τον πληθωρισμό να παραμένει υψηλός και ένα μεγάλο ποσοστό των Ισλανδών να μην είναι σε θέση να αποπληρώσει στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια.

Τι έγινε χθες

Οχι στη λιτότητα και στην ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση είπαν οι Ισλανδοί μέσω της κάλπης, που αποτύπωσε τον ευρωσκεπτικισμό που επικρατεί στην χώρα.

 
Επειτα από ένα «διάλειμμα» με σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση, στην εξουσία επέστρεψε η Κεντροδεξιά, που κυβέρνησε επί 19 χρόνια την Ισλανδία και έφερε το στίγμα της κατάρρευσης οικονομίας της χώρας το 2009, για να απομακρύνει το Ρέικιαβικ από την ένταξή του στην ΕΕ.
 
Εκτός από την απόρριψη της συμμετοχής στην Ενωση, οι παράγοντες που εκτιμάται ότι καθόρισαν το αποτέλεσμα των κάλπεων στην Ισλανδία, είναι η επιθυμία των πολιτών να τιμωρήσουν την κυβέρνηση της Κεντροαριστεράς και τις πολιτικές λιτότητας.
 
«Αυτό στο οποίο δεν θα συμβιβαστούμε είναι η μείωση των φόρων και η αύξηση του βιοτικού επιπέδου του ισλανδικού λαού», δήλωσε ο ηγέτης του συντηρητικού Κόμματος της Ανεξαρτησίας, Μπγιάρνι Μπενεντίκτσον, που απέσπασε 19 από τις 63 έδρες του Κοινοβουλίου με ποσοστό 26,7% και προβάλλεται ως ο πιθανότερος επόμενος πρωθυπουργός της Ισλανδίας.
 
Αποτελέσματα
 
Ετοιμος να συνεργαστεί μαζί του για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού δήλωσε ο Σίγκμουντουρ Ντέιβιντ Γκιούνλαγκσον του παραδοσιακού εταίρου της Κεντροδεξιάς, κεντρώου Προοδευτικού Κόμματος, που απέσπασε το 24,4% των ψήφων και 19 έδρες, ίσες με τους πρώτους.
 
Η συγκυβέρνηση των δύο πρώτων κομμάτων αναμένεται ότι θα τερματίσει τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Ισλανδίας στην ΕΕ, που είχαν ξεκινήσει το 2009.
 
Οσο για τους κυβερνώντες Σοσιαλδημοκράτες τιμωρήθηκαν με 12,9% και μόλις εννέα έδρες, ενώ πτώση σημείωσε και η συμμαχία Αριστεράς – Πρασίνων (10,9%, επτά έδρες).