Είναι μια ιστορία από ένα από τα πρώτα δεκαπενταμελή της Πετρούπολης, κάπου τη δεκαετία του ΄80, την οποία μου έχουν μεταφέρει. Η τρίτη λυκείου ήθελε να βρει χρήματα για την εκδρομή της, και ζήτησε από την λυκειάρχη να εκδώσουν ένα ημερολόγιο, προτείνοντας μάλιστα «κάτι απλό, που να έχει πάνω ίσως έναν Τσαρούχη». Η απάντηση της λυκειάρχου ήταν «Ε, όχι και τσαρούχι! θα θυμίζει πολύ 28η Οκτωβρίου». 

Ακόμη και αυτή η απάντηση δείχνει μεγαλύτερη σχέση με την Ελληνική ιστορία και τον τρόπο καταγραφής της στη λαϊκή μνήμη από την περίφημη επιτροπή για το ’21, για τον εορτασμό των 200 ετών από την Επανάσταση. Η οποία παρουσίασε τα αναμνηστικά που πουλά για να «γιορτάσουμε» ως καταναλωτές αυτό που πολύ θα χαρούν να μετατρέψουν σε παρτάκι ανταλλαγής δώρων. Το καλλιτεχνικό μέρος δεν θα το σχολιάσω – υπάρχουν αρμοδιότεροι. Δεν μπορώ να αποφύγω όμως το σχολιασμό μίας από τις αθλιότερες παραγράφους που έχω διαβάσει σε επίσημο έγγραφο τελευταία:

«Χαρακτηριστικές αξίες που διέπουν όλους τους Έλληνες, όπως η ανθεκτικότητα και η περηφάνεια, γενναίοι ήρωες τις Επανάστασης, όπως ο Κολοκοτρώνης και η Μπουμπουλίνα, και έντονα σύμβολα, όπως το τσαρούχι, η χαρακτηριστική περικεφαλαία του Κολοκοτρώνη, οι κεντητές λεπτομέρειες από τις παραδοσιακές φορεσιές συνθέτουν κάποια από τα σχεδιαστικά στοιχεία για την δημιουργία της επετειακής συλλογής».

Ας το πω κι αυτό: Το «τις Επανάστασης» είναι δικό τους – κόπυ πέηστ έκανα… Αλλά, από Επαναστάσεις, σε ενικό ή πληθυντικό, ας μην περιμένουμε και πολλά από τους συγκεκριμένους. 

Στην ουσία όμως: Χαρακτηριστική αξία η ανθεκτικότητα; Που διέπει όλους τους Έλληνες; Παιδιά σηκωθείτε – από το πάτωμα όπου κυλιέστε στα γέλια. Η ανθεκτικότητα και η περηφάνεια. Οι λέξεις που όντως χαρακτηρίζουν κάθε Επανάσταση – και την Ελληνική- όμως, δεν είναι ούτε ανθεκτικότητα ούτε περηφάνεια. Είναι Θυσία, Αίμα, είναι Ελευθερία.. Τώρα αν αυτή η «ανθεκτικότητα» δεν είναι παρά ένας ακόμη τρόπος να μιλήσουμε για τη συνέχεια του Γένους, αλλά δε θέλουμε να πούμε και προκλητικές λεξούλες, ε, ας ξέρουμε ότι όταν μιλάς για Επαναστάσεις τα στρογγυλέματα θα γυρίσουν μπούμερανγκ. 

Στα «έντονα σύμβολα» τσαρούχια, τώρα: ε, αυτά κάνει η τουριστική επαφή με τον τόπο, όπου οι Εύζωνες της προεδρικής φρουράς ανάγονται σε σημείο αναφοράς της Ελληνικής Επανάστασης. Οι Εύζωνες που καθιέρωσε ως στολή ο Γερμανός Όθωνας της πρώτης τρόικας που ταλαιπώρησε αυτόν εδώ τον τόπο. 

Τα «έντονα σύμβολα» της Επανάστασης είναι όπλα. Είναι ανατινάξεις. Είναι τούρκικες ναυαρχίδες και μπουρλότο. Είναι ο γέρος του Μωριά και η κυρά που έδωσε τα πάντα στην Επανάσταση. Είναι ο Αντώνης Οικονόμου που έβαλε με το ζόρι τους προύχοντες και έχοντες στον λαϊκό μας αγώνα. Είναι ο Ματρώζος και ο Νικηταράς της φτώχειας και του κατατρεγμού. Είναι ο Μπότσαρης που έσκισε μπρος στα στράτευμα την απόφαση που τον έκανε στρατηγό, λέγοντας πως όλοι στον πόλεμο και τον αγώνα για τη Λευτεριά κρίνονται. Είναι όσα έσουρνε το βρωμόστομα του θείου άνδρα Γεώργιου Καραϊσκάκη – εκείνου για τον οποίο έκλαψε σα μωρό, σαν έμαθε το θάνατο του, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης – και θα τα έσουρνε και πάλι μετά χαράς στην Επιτροπή για το ’21, είμαι σίγουρη.

Είναι εκείνος ο Ρήγας Φεραίος της Βαλκανικής ενότητας και ο Ιερός Λόχος που τα άγια χώματα που πότισε με το αίμα του δεν χωρούν σε σύνορα και στρογγυλέματα. Η δε είσοδος της τραγικής φυσιογνωμίας Μπουμπουλίνας στο αφήγημα, που «βρωμάει» από μακρυά «βάλτε και καμμιά γυναίκα να καλύψουμε το δικαιωματικό», λες και οι γυναίκες εκείνες που θάβαν τα παιδιά τους και τους άντρες τους, που πήγαιναν με τα ορφανά αγκαλιά να υποδεχθούν τον Καποδίστρια, δεν είναι η πιο αληθινή και ευρεία εικόνα των θυσιών για την Ελευθερία. 

Όσο για τη χρήση του Μακρυγιάννη, γι’ «αυτά τα μάρμαρα που πολεμήσαμε»… Αντί άλλων, προτιμώ να αναφέρω εδώ ένα μικρό απόσπασμα από όσα σχετικά έγραψε ο συνάδελφος Άλκης Κόκκινος, που αποδίδει σε επιφανειακό γουγλάρισμα όσα μας επιφύλαξε η επιτροπή: 

«Το γκουγκλάρισμα έδωσε και μια άλλη φράση, του Μακρυγιάννη αυτή τη φορά, που θεωρήθηκε πως αξίζει κι αυτή να τυπωθεί στα “αυθεντικά” μπλοκ και τετράδια της Επιτροπής “Ελλάδα 2021”: “Γι’ αυτά τα μάρμαρα επολεμήσαμε”. Εδώ τα πράγματα γίνονται κάπως πιο περίπλοκα. Καταρχάς η φράση, όπως κυκλοφορεί στο διαδίκτυο και υιοθετήθηκε από τους δημιουργούς των αναμνηστικών προϊόντων, είναι αλλοιωμένη και πραγματικά κάνει εντύπωση πως κανείς δεν σκέφτηκε, έστω για τέτοιου είδους πραγματολογικά στοιχεία να απευθυνθεί στους ιστορικούς που μετέχουν στην Ολομέλεια της Επιτροπής “Ελλάδα 2021”, οι οποίοι φαίνεται πως περιορίζονται σε διακοσμητικό ρόλο.

Η φράση, λοιπόν, του Στρατηγού Μακρυγιάννη, η οποία έγινε γνωστότερη από το φως που έριξε πάνω της ο Γιώργος Σεφέρης στις “Δοκιμές” του, εντοπίζεται στα Απομνημονεύματά του, σε υποσημείωση του πρώτου κεφ. του Γ’ Βιβλίου, που έχει ως εξής: “Εἶχα δυὸ ἀγάλματα περίφημα, μιὰ γυναίκα κι᾿ ἕνα βασιλόπουλο ἀτόφια – φαίνονταν οἱ φλέβες· τόση ἐντέλειαν εἶχαν. Ὅταν χάλασαν τὸν Πόρον, τά ῾χαν πάρη κάτι στρατιῶτες καὶ εἰς τ᾿ Ἄργος θὰ τὰ πουλοῦσαν κάτι Εὐρωπαίων· χίλια τάλλαρα γύρευαν. Ἄντεσε κ᾿ ἐγὼ ἐκεῖ, πέρναγα· πῆρα τοὺς στρατιῶτες, τοὺς μίλησα· «Αὐτὰ καὶ δέκα χιλιάδες τάλλαρα νὰ σᾶς δώσουνε, νὰ μὴν τὸ καταδεχτῆτε νὰ βγοῦν ἀπὸ τὴν πατρίδα μας. Δι᾿ αὐτὰ πολεμήσαμεν». (Βγάζω καὶ τοὺς δίνω τρακόσια πενήντα τάλλαρα.)· κι᾿ ὅταν φιλιωθοῦμεν μὲ τὸν Κυβερνήτη, (ὅτι τρωγόμαστε), τὰ δίνω καὶ σᾶς δίνει ὅ,τι τοῦ ζητήσετε διὰ νὰ μείνουν εἰς τὴν πατρίδα ἀπάνου». Καὶ τά ῾χα κρυμμένα. Τότε μὲ τὴν ἀναφορά μου τὰ πρόσφερα τοῦ Βασιλέως νὰ χρησιμέψουν διὰ τὴν πατρίδα”.

Ο Μακρυγιάννης δεν μιλά για μάρμαρα γενικώς και αορίστως, αλλά για δύο αρχαιοελληνικά αγάλματα που ετοιμάζονταν κάποιοι στρατιώτες να τα πουλήσουν σε ξένους και τους σταμάτησε ο ίδιος, για να μη βγουν έξω από την πατρίδα.

Ο σάλος που ξεσηκώθηκε πρόσφατα από την κυβερνητική πρωτοβουλία να περάσει από τη Βουλή διάταξη η οποία επιτρέπει τον εκπατρισμό αρχαιοτήτων για 50 χρόνια κάνει, ασφαλώς, το επιλεγμένο απόφθεγμα του Μακρυγιάννη εξαιρετικά επίκαιρο. Εικάζουμε πως δεν υπήρξε, για το θέμα, κάποιου τύπου προσυνεννόηση μεταξύ των αρμοδίων της Επιτροπής “Ελλάδα 2021” και του υπουργείου Πολιτισμού, αλλά, πάλι, ποιός μπορεί με σιγουριά να αποκλείσει το ενδεχόμενο μιας ανεπαίσθητης, εκ των έσω, μικρής προβοκάτσιας;».

*η φράση του τίτλου, του Θούριου και του Ρήγα, σημείο αναφοράς όλων μας, καθημερινή φράση ακόμη του λαού μας, απουσιάζει τελείως από τις καταναλωτικές και διαφημιστικές επιλογές της Επιτροπής. Είπα να τη θυμίσουμε, ειδικώς καθώς περιλαμβάνει την απούσα γενικώς λεξούλα «Λεύτερη».