Με την ίδια απόφαση καταδίκασε την Γαλλία για παραβίαση του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης και την υποχρέωσε να καταβάλλει και από 5.000 ευρώ στον καθένα από τους δημοσιογράφους, για ηθική και υλική βλάβη.
 
Οι δημοσιογράφοι Φρανσουά Μαρτίν, Ζακί Βιλασέκ, Άντονι Τζόουνς και Πιερ Μπρουνόθ δημοσίευσαν, το 2005, σε συνέχειες στην εφημερίδα τους, αποσπάσματα από μία εμπιστευτική έκθεση του Περιφερειακού Γραφείου Ελέγχου, με βάση τα οποία αποδεικνυόταν η εμπλοκή ενός πρώην μέλους της Γαλλικής Γερουσίας, σε σκάνδαλο κακοδιαχείρισης.
 
Ύστερα από καταγγελία που υπέβαλλε ο θιγόμενος πολιτικός, διεξήχθη έρευνα στα σπίτια και τα γραφεία των δημοσιογράφων και κατασχέθηκαν οι ηλεκτρονικοί τους υπολογιστές, διάφορα έγγραφα ενώ εξετάσθηκαν και οι «σκληροί δίσκοι» των υπολογιστών τους.
 
Από την έρευνα δεν στάθηκε δυνατό ν' αποκαλυφθεί το ποιος έδωσε στους δημοσιογράφους το εν λόγω εμπιστευτικό έγγραφο και οι δημοσιογράφοι προσέφυγαν στα Γαλλικά δικαστήρια, διαμαρτυρόμενοι ότι, εξαιτίας αυτών των ερευνών και του διασυρμού τους, είχε παραβιασθεί το δικαίωμα τους στην ελευθερία της έκφρασης και ισχυριζόμενοι ότι είχε παραβιασθεί το επαγγελματικό τους απόρρητο.
 
Τα γαλλικά δικαστήρια απέρριψαν όλες τους τις προσφυγές και οι τέσσερις Γάλλοι δημοσιογράφοι κατέφυγαν στο Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που, εκδικάζοντας σήμερα την προσφυγή τους, τους δικαίωσε, καταδικάζοντας την Γαλλία για παραβίαση του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης.
 
Στο σκεπτικό της απόφασης του το Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι, οι έρευνες που διατάσσονται να γίνουν, σε σπίτια και χώρους εργασίας των δημοσιογράφων, με στόχο την αποκάλυψη των «πηγών» τους, παραβιάζουν το επαγγελματικό απόρρητο και το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης της Σύμβασης Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
 
Οι δημοσιογράφοι είχαν δικαίωμα να ενημερώσουν την Κοινή Γνώμη για ένα θέμα ευρύτερου ενδιαφέροντος, καταλήγει η απόφαση του Δικαστηρίου.