«Με αφορμή τη συγκλονιστική εξομολόγηση της Σοφίας Μπεκατώρου, μήπως έφτασε η ώρα εμείς οι μεγαλοκοπέλες, πρωην φοιτήτριες του Ιστορικού, να εξομολογηθούμε για έναν πολύ γνωστό πρώην καθηγητή του τμήματος (του 4ου ορόφου ΝΦ και όχι της νεοελληνικής ιστορίας) που μας καλούσε στο γραφείο του δήθεν για να μιλήσουμε για τον βαθμό, αλλά ποτέ δεν περιμέναμε τι θα ακολουθούσε; Αλλά μετά, όταν αρχίσαμε να το συζητάμε, διαπιστώσαμε πως ήμασταν πολλές; Μήπως ήρθε η ώρα λοιπόν;»  ανέφερε ανάρτηση σε σελίδα σε σελίδα σπουδαστών και αποφοίτων της σχολής, σύμφωνα με την «Παράλλαξη».

Όπως προσθέτει το δημοσίευμα, την ανάρτησή της ακολούθησε σειρά ανάλογων δημοσιεύσεων, «Ο λόγος που άφησα κάποτε τη σχολή και γύρισα χρόνια μετά” έγραψε μια κυρία.Δυστυχώς, είχα μπει στη σχολή ανίδεη, με τη νοοτροπία του σχολείου ακόμη, νομίζοντας ότι είμαι σε απόλυτα προστατευμένο περιβάλλον κ μου κάθησε βαριά τότε, αηδίασα και απέρριψα όλη τη σχολή αλλά μετά από χρόνια κατάλαβα ότι δεν αξίζει ένας αχαρακτήριστος για να στερηθώ τις σπουδές μου».

Η «Παράλλαξη» δημοσιεύει και τη μαρτυρία φοιτήτριας, τα στοιχεία της οποίας είναι στη διάθεσή της και για ευνόητους λόγους δεν δημοσιεύονται:

Ολόκληρη η μαρτυρία:

«Ήμουν μόλις στα 22, φοιτήτρια της Φιλοσοφικής ΑΠΘ. Μία σχολή με χιλιάδες κορίτσια στους διαδρόμους και στις αίθουσες.

Οι φήμες επικεντρώνονταν σε έναν καθηγητή. Πως καλεί τις φοιτήτριες με διάφορες προφάσεις στο γραφείο του και η πόρτα έμενε κάθε φορά κλειστή. Καμιά φορά και κλειδωμένη. Πολύ ευγενικός και εξωστρεφής κύριος, πολύ χαμογελαστός.

Με δυσκολία το πιστεύαμε, ίσως φταίει και το γεγονός πως πριν από δέκα ή είκοσι χρόνια η ενημέρωση σχετικά με τα νομικά δικαιώματα κάποιου ατόμου που έχει υποστεί παρενόχληση ήταν ελάχιστη, Η δύναμη του διαδικτύου, δε, ανύπαρκτη ακόμη.

Ήταν ένα απόγευμα λίγο μετά την εξεταστική του Φεβρουαρίου το 2009. Τον συνάντησα στον διάδρομο κοντά στο γραφείο του.Mε φώναξε με το μικρό μου.

Μου είπε πως δεν έγραψα καλά στις εξετάσεις και του έκανε εντύπωση διότι παρακολουθούσα και συμμετείχα σε κάθε μάθημα.

Μου είπε πως ακόμη δεν είχε στείλει τη βαθμολογία στη γραμματεία της σχολής και αν ήθελα να πηγαίναμε στο γραφείο του να δούμε ξανά το γραπτό μου.

Πρότεινε να μου βάλει μεγαλύτερο βαθμό γιατί με συμπαθούσε. Του αντιπρότεινα να μου βάλει 4 και να δώσω ξανά το μάθημα στην επόμενη εξεταστική.

Απάντησε πως ήταν πολύ εύκολο αυτό που ζητούσα, αλλά γιατί να μην μου έβαζε έναν μεγαλύτερο βαθμό, ώστε να μην χρωστάω ένα μάθημα ακόμη; Απάντησα πολύ ευγενικά πως τον ευχαριστώ, αλλά θα ήθελα να διαβάσω καλύτερα και να πάρω καλό βαθμό αξιοκρατικά.

Ζήτησα την άδεια να φύγω από το γραφείο του γιατί ήμουν πολύ κουρασμένη και έγκυος στον τρίτο μήνα.

Ενθουσιάστηκε με τα ευχάριστα νέα! Με σήκωσε από την καρέκλα για να με αγκαλιάσει και να με συγχαρεί! Δεν πρόλαβα να αντιδράσω. Κόλλησε πάνω μου το σώμα του, ένιωθα την ανάσα του στον λαιμό μου.

Είχα παγώσει, οι σφυγμοί μου είχαν ανεβεί, σκέφτηκα μόνο να προστατέψω την κοιλιά μου.

Με έσφιξε και άρχισε να τρίβεται πάνω μου. Προσπάθησα να τον απομακρύνω, αλλά ήμουν αδύναμη. Έτρεμα, ενώ εκείνος συνέχιζε να τρίβει το ευαίσθητο σημείο του στον γοφό μου. Απομακρύνθηκε μόνο όταν βράχηκε.

Έφυγα γρήγορα από το γραφείο του. Δεν ήξερα τι να κάνω. Έμεινα στο κτίριο και αναζήτησα βοήθεια στο γραφείο ενός νεαρού καθηγητή που είχα άνεση να του μιλήσω.

Μπήκα και ανάμεσα σε λυγμούς του είπα τι συνέβη. Μου απάντησε πως με πιστεύει, αλλά δεν μπορεί να κάνει τίποτα γιατί ήταν απλώς λέκτορας. Γύρισα στο σπίτι, πήρα τηλέφωνο στην αστυνομία. Μου απάντησαν πως μπορούν να επέμβουν μόνο με μηνυτήρια αναφορά. Το έκλεισα.

Δεν το συζήτησα ποτέ ξανά, φοβήθηκα πως δε θα μπορούσα να πάρω ποτέ πτυχίο. Τώρα εργάζομαι, τελειώνω το δεύτερο μεταπτυχιακό και μεγαλώνω την εντεκάχρονη, πλέον, κόρη μου με τις αξίες του αυτοσεβασμού και της αυτοδιάθεσης»