Η εμφάνιση νέων μορφών καπιταλιστικής συσσώρευσης ως επακόλουθο της χρηματοοικονομικής κρίσης που ξεκίνησε το 2008 στις ΗΠΑ έχει συμβάλλει στην ανάδειξη ενός νέου κύκλου αναστάτωσης στις εργασιακές σχέσεις διεθνώς. Σκληρά μέτρα λιτότητας και νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης της οικονομίας και του θεσμικού πλαισίου, τα οποία σκοπεύουν να αντιμετωπίσουν την αστάθεια του σύγχρονου καπιταλισμού προκαλούν θλίψη και οδύνη στον κόσμο της εργασίας: Υψηλά ποσοστά ανεργίας, δραματική αύξηση των επισφαλών και κακοπληρωμένων θέσεων εργασίας, συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας, δεκάδες αυτοκτονίες που συνδέονται με χρέη και οικονομικά προβλήματα και έντονες οικονομικές και εισοδηματικές ανισότητες, υποβαθμισμένες πόλεις και παρηκμασμένες κοινότητες. Το κύμα των γενικών κυρίως απεργιών, το οποίο ξέσπασε στην Ευρώπη από το 2009 και εντεύθεν δεν έχει καταφέρει να προστατεύσει τον κόσμο της εργασίας από αυξανόμενους και πιο σύνθετους παράγοντες κοινωνικού αποκλεισμού και οικονομικής απειλής.  
 
Παρόλα αυτά, οι πολιτικές της λιτότητας, της απορρύθμισης και της προώθησης του μηχανισμού των αγορών έχουν τα όρια τους. Οι αξιοσημείωτες για την μαζικότητα τους κινητοποιήσεις και διαμαρτυρίες από απογοητευμένες και αγανακτισμένες ομάδες του πληθυσμού έχουν γίνει ενδημικό φαινόμενο από το 2010 και εντεύθεν, κυρίως στις χώρες, οι οποίες πλήττονται άμεσα από τις κυβερνητικές πολιτικές και μέτρα λιτότητας. Η σκληρή πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν ολοένα και περισσότεροι εργαζόμενοι, νοικοκυριά και κοινότητες έχουν επηρεάσει με τη σειρά τους τις στρατηγικές του συνδικαλιστικού και κοινωνικού κινήματος. Ποικίλες κινητοποιήσεις από το Wisconsin μέχρι το Λονδίνο και την Αθήνα υποδεικνύουν ότι η οργάνωση σε επίπεδο κοινότητας με τοπικές συνελεύσεις και την εφαρμογή στρατηγικών σύναψης συμμαχιών με ευρύτερους κοινωνικούς φορείς, δίκτυα ακτιβιστών και πολιτών και τα ΜΜΕ έχουν πάψει να θεωρούνται τα ξεχασμένα τέκνα της οργάνωσης των συνδικάτων και των κινημάτων. Αν και η αντίσταση στις πολιτικές λιτότητας και απορρύθμισης είναι ημιτελής, απρόβλεπτη και διάχυτη, εντούτοις το μέλλον του οργανωμένου συνδικαλιστικού κινήματος βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι ταλαντευόμενο μεταξύ ανοδικής έκρηξης ή εξαφάνισης.
 
Σε διεθνές επίπεδο παρατηρούνται κοινές τάσεις, αλλά και εθνικές διαφοροποιήσεις στον τρόπο ενσωμάτωσης των τάσεων αυτών. Για παράδειγμα, τα θετικά μηνύματα στο χώρο του συνδικαλισμού στις ΗΠΑ και τη Βρετανία εντοπίζονται στην αύξηση του αριθμού των συνδικαλισμένων εργαζόμενων. Αντίθετά στις χώρες της Νότιας Ευρώπης  και τα Βαλκάνια τα θετικά μηνύματα προέρχονται από την αύξηση του αριθμού των ριζοσπαστικών σωματείων βάσης, το κίνημα των Αγανακτισμένων στις πλατείες και τις μαζικές διαδηλώσεις ενάντια στις πολιτικές λιτότητας. Οι παραπάνω εξελίξεις προσδίδουν νέες τακτικές κινητοποίησης και αντίστασης στις πολιτικές της λιτότητας, οι οποίες αγνοήθηκαν εδώ και πολύ καιρό από τους επίσημους συνδικαλιστικούς και γραφειοκρατικούς φορείς. 
Ακόμη και αν οι πολιτικές λιτότητας εξακολουθούν να κερδίζουν και οι κυβερνήσεις και οι υπηρέτες της Τρόικας εξακολουθούν να σφίγγουν το ζωνάρι των εργαζόμενων, εντούτοις παραμένει πάντοτε ανοιχτό το ενδεχόμενο μια σπίθα να ανάψει τη φωτιά της μεγάλης ανατροπής. Κάτι βρίσκεται στον αέρα, ιδιαίτερα στις χώρες της νότιας Ευρώπης!
Το παρόν συνέδριο επιχειρεί να παρέχει απαντήσεις σχετικά με το αν ο ριζοσπαστικός συνδικαλισμός, η πολιτική δράση και οι δράσεις από τα κάτω παρέχουν ευκαιρίες για την ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος και την συλλογική εκπροσώπηση των εργαζομένων στο υφιστάμενο περιβάλλον της μεταβαλλόμενης πολιτικής οικονομίας. Η υπόθεση αυτή εξετάζεται σε μια σειρά διαφορετικές χώρες της Ευρώπης με διαφορετικά συστήματα εργασιακών σχέσεων, καθώς και διαφορές συνδικαλιστικές δομές και αφηγήσεις αντίστασης και νίκης απέναντι στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές και προώθησης των αγορών. Το συνέδριο επενδύει στην ανάλυση ριζοσπαστικών συνδικαλιστικών στρατηγικών και φορέων, οι οποίοι συνήθως αγνοούνται ή παρακάμπτονται στις επίσημες αναλύσεις για το μέλλον του εργατικού κινήματος και τη συνδικαλιστική ανασυγκρότηση. Σχετικές ερωτήσεις και ζητήματα μέγιστης σημασίας για την agenda του συνεδρίου είναι επίσης τα εξής:
 
• Είναι μαύρες οι προοπτικές του συνδικαλισμού με τις φαινομενικά έντονες προκλήσεις να παρέχουν λίγους λόγους διατήρησης αισιοδοξίας για το μέλλον του συνδικαλιστικού κινήματος;
 
• Είναι το μη ευνοϊκό οικονομικό περιβάλλον ανυπέρβλητο πρόβλημα για την ενίσχυση του συνδικαλιστικού κινήματος ή τελικά η απουσία και οι ελλείψεις στρατηγικής ηγεσίας, πολιτικής οργάνωσης και ριζοσπαστικοποίησης των συνδικάτων αποτελούν εξίσου ή και πιο σημαντικό παράγοντα υποχώρησης του συνδικαλιστικού κινήματος;
 
• Τι ρόλο μπορούν να διαδραματίσουν τα δίκτυα συνδικαλιστών βάσης και οι ριζοσπαστικές αριστερές πολιτικές οργανώσεις στην προσπάθεια ανασυγκρότησης και ενδυνάμωσης του συνδικαλιστικού κινήματος και στην ανανέωση της εργατικής εκπροσώπησης;
 
• Υπάρχουν «κρυφές ανταλλαγές» εργαλείων, ιδεών και στρατηγικών μεταξύ ριζοσπαστικών σωματείων και του επίσημου συνδικαλιστικού κινήματος ή είναι δυο ξεχωριστοί κόσμοι που βρίσκονται διαρκώς σε σύγκρουση;