Αφού η χώρα επί 20 χρόνια έχει δεχτεί συνεχή κριτική αλλά έχει επίσης ελεγχθεί και από ευρωπαϊκούς θεσμούς, για την απάνθρωπη πρακτική της κράτησης σε αστυνομικά τμήματα, ασυνόδευτων ανήλικων προσφύγων, σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, επεξεργάζονται οι διατάξεις για τη κατάργηση της συγκεκριμένης πρακτικής.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η ανακοίνωση, «η ελληνική κυβέρνηση ανακοίνωσε τον τερματισμό της φιλοξενίας ασυνόδευτων ανηλίκων στα αστυνομικά τμήματα, πρακτική η οποία εφαρμόζεται εδώ και σχεδόν είκοσι χρόνια και για την οποία η χώρα μας έχει δεχτεί σκληρή κριτική και έχει κατ’ επανάληψη ελεγχθεί από θεσμούς όπως το Συμβούλιο της Ευρώπης και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου».
Επίσης σημειώνεται ότι «το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου σε συνεργασία με το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη έχει επεξεργαστεί σχετικές διατάξεις οι οποίες πρόκειται να κατατεθούν άμεσα στη Βουλή, προκειμένου να τερματιστεί και επίσημα αυτή η πρακτική».
Παρ’ όλα αυτά, η ανακοίνωση υπογραμμίζει ότι «λόγω της δυναμικότητας του μεταναστευτικού φαινομένου, τα ασυνόδευτα ανήλικα που διασχίζουν τα σύνορα μας, θα συνεχίσουν να αναζητούν βοήθεια από την Ελληνική Αστυνομία, ειδικά ως τα τέλη του έτους που θα τεθεί σε πλήρη εφαρμογή ο νέος μηχανισμός εντοπισμού και παραπομπής της Ειδικής Γραμματείας Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων σε συνεργασία με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες. Η διαδικασία όμως αυτή, σύμφωνα πάντα με το υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, θα είναι μεταβατική και θα αφορά την παραμονή των ασυνόδευτων ανηλίκων στα αστυνομικά τμήματα μόνο για σύντομο χρονικό διάστημα (μέγιστο 4-5 ημέρες) ώστε να πραγματοποιείται ταυτοποίηση των στοιχείων τους.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ της «Εφημερίδας των Συντακτών», τον τελευταίο ενάμιση χρόνο το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου είχε προχωρήσει στην έγκριση αλλεπάλληλων αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων, τις οποίες και υπέβαλαν ασυνόδευτοι ανήλικοι μέσω οργανώσεων και να διατάζει άμεση μεταφορά τους από κρατητήρια σε κατάλληλες δομές, χωρίς η αστυνομία να ακολουθεί πάντα τις εντολές αυτές.
Όπως αναφέρει η ανακοίνωση, «στις 31/03/2020 υπήρχαν σε προστατευτική φύλαξη 331 ασυνόδευτα ανήλικα, σε διαφορετικά αστυνομικά τμήματα της χώρας. Η Ειδική Γραμματεία Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων με συντονισμένες προσπάθειες ήδη από τη σύσταση της, τα μετέφερε συστηματικά από τα κρατητήρια, σε δομές φιλοξενίας. Το διάστημα μεταξύ 04-14/11/2020 και σε συνεργασία με εθνικούς και διεθνείς φορείς, η Ειδική Γραμματεία Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων μετέφερε το σύνολο των ασυνόδευτων ανηλίκων (170) που βρίσκονταν στα κρατητήρια της χώρας υπό προστατευτική φύλαξη, σε δομές μακροχρόνιας και προσωρινής φιλοξενίας»
Ολόκληρη η ανακοίνωση του υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου
Η ελληνική κυβέρνηση ανακοινώνει τον τερματισμό της φιλοξενίας ασυνόδευτων ανηλίκων στα αστυνομικά τμήματα, πρακτική η οποία εφαρμόζεται εδώ και σχεδόν είκοσι χρόνια και για την οποία η χώρα μας έχει δεχτεί σκληρή κριτική και έχει κατ’ επανάληψη ελεγχθεί από θεσμούς όπως το Συμβούλιο της Ευρώπης και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου σε συνεργασία με το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη έχει επεξεργαστεί σχετικές διατάξεις οι οποίες πρόκειται να κατατεθούν άμεσα στη Βουλή, προκειμένου να τερματιστεί και επίσημα αυτή η πρακτική. Στο εξής, ο μηχανισμός εντοπισμού & παραπομπής που έχει αναπτύξει η Ειδική Γραμματεία Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων σε συνεργασία με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες θα επιτρέψει την ολοκληρωμένη, αποτελεσματική και έγκαιρη προστασία των ασυνόδευτων ανηλίκων. Κομβικής σημασίας για αυτή την εξέλιξη, ήταν η σημαντικότατη αύξηση των θέσεων σε δομές μακροχρόνιας φιλοξενίας και το πρόγραμμα μετεγκατάστασης, τα οποία υλοποιούνται με χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Φυσικά, λόγω της δυναμικότητας του μεταναστευτικού φαινομένου, τα ασυνόδευτα ανήλικα που διασχίζουν τα σύνορα μας, θα συνεχίσουν να αναζητούν βοήθεια από την Ελληνική Αστυνομία, ειδικά ως τα τέλη του έτους που θα τεθεί σε πλήρη εφαρμογή ο νέος μηχανισμός εντοπισμού και παραπομπής. Ωστόσο, ακόμα και σε αυτή τη μεταβατική φάση, ο αποτελεσματικός συντονισμός που έχει επιτευχθεί μεταξύ των αρμοδίων αρχών (Ελληνική Αστυνομία, εισαγγελικές αρχές) και την Ειδική Γραμματεία Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων, επιτρέπει τη μεταφορά των ανηλίκων σε σύντομο χρονικό διάστημα (μέγιστο 4-5 ημέρες) ώστε να παραμένουν ουσιαστικά στα τμήματα μόνο για την ταυτοποίηση των στοιχείων τους.
Στις 31/03/2020 υπήρχαν σε προστατευτική φύλαξη 331 ασυνόδευτα ανήλικα, σε διαφορετικά αστυνομικά τμήματα της χώρας. Η Ειδική Γραμματεία Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων με συντονισμένες προσπάθειες ήδη από τη σύσταση της, τα μετέφερε συστηματικά από τα κρατητήρια, σε δομές φιλοξενίας. Το διάστημα μεταξύ 04-14/11/2020 και σε συνεργασία με εθνικούς και διεθνείς φορείς, η Ειδική Γραμματεία Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων μετέφερε το σύνολο των ασυνόδευτων ανηλίκων (170) που βρίσκονταν στα κρατητήρια της χώρας υπό προστατευτική φύλαξη, σε δομές μακροχρόνιας και προσωρινής φιλοξενίας.
«Καταργούμε το απαράδεκτο μέτρο της φιλοξενίας ασυνόδευτων ανηλίκων στα διάφορα αστυνομικά τμήματα της χώρας. Τερματίζουμε μία πρακτική που εφαρμόζεται εδώ και σχεδόν είκοσι χρόνια, και μας έχει καταστήσει στόχο σκληρής κριτικής από το Συμβούλιο της Ευρώπης και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου», δήλωσε ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Νότης Μηταράκης, ο οποίος πρόσθεσε πως αφού όλα τα ασυνόδευτα ανήλικα μεταφερθούν από τα νησιά σε δομές φιλοξενίας, «το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου σε συνεργασία με το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη θα καταθέσει διάταξη άμεσα στη Βουλή, για να δοθεί και επισήμως τέλος σε αυτήν την πρακτική», αναφέρει μεταξύ άλλων στη δήλωσή του ο υπουργός.
Η «αδυναμία στέγασης» ο λόγος που κρατούνταν τα ασυνόδευτα ανήλικα στα τμήματα
Από πλευράς της η Ειδική Γραμματέας Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων, Ειρήνη Αγαπηδάκη σημείωσε ότι από το 2001, «η χώρα μας έχει ελεγχθεί τόσο από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων όσο και από το Συμβούλιο της Ευρώπης για παραβίαση των δικαιωμάτων των ασυνόδευτων ανηλίκων». Αυτό όπως ισχυρίστηκε η Ε. Αγαπηδάκη, συνέβαινε γιατί «αδυνατούσαμε να στεγάσουμε αυτά τα παιδιά με αποτέλεσμα να τα κρατάμε στα τμήματα».