Υπάρχουν πολλά που μπορούμε να συζητήσουμε σχετικά με την υπόθεση Πατούλη. Εκτός από ένα: το αν διέπραξε λογοκλοπή. Γιατί, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η λογοκλοπή είναι τόσο κραυγαλέα και κακότεχνη που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Το δημοσίευμα της Αυγής (20.3.2022) είναι καταπέλτης: από τις 77 σελίδες του κυρίως σώματος της διατριβής, «οι 62 είναι απλώς αντιγραφές τμημάτων ή συρραφές αυτολεξεί τμημάτων κυρίως από άλλες διατριβές». Η λογοκλοπή εντοπίστηκε με τη βοήθεια του λογισμικού Turnitin που αποτελεί εργαλείο γι’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό: τον εντοπισμό της λογοκλοπής. Η Αυγή παραθέτει ενδεικτικά έξι εκτενή κομμάτια της διατριβής Πατούλη και τα αντίστοιχα των άλλων διατριβών. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία: η αντιγραφή είναι ατόφια, ξεκάθαρη και εκτεταμένη.

Γι’ αυτό και δεν επιμένω στο θέμα. Όποιος αμφιβάλλει μπορεί να διαβάσει, επιπλέον, ένα αναλυτικό κείμενο του Νίκου Σαραντάκου, που προσθέτει και άλλες ψηφίδες· και, κυρίως, μπορεί να αντιπαραβάλλει τη διατριβή με τις άλλες, τις οποίες έχει κοπιάρει ασύστολα (υπάρχουν στο Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών). Ούτε θα επιμείνω στο πόσο ατιμωτική –παρότι διαδεδομένη– πράξη θεωρείται ακαδημαϊκά η λογοκλοπή – άλλωστε, το δεύτερο συνθετικό της λέξης τα λέει όλα: «κλοπή». Θα κάνω απλώς λίγα σχόλια για μερικές πτυχές της υπόθεσης που θεωρώ αξιοσημείωτες.

Α. Η συγκεκριμένη λογοκλοπή προφανώς δεν είναι η πρώτη που αποκαλύπτεται στα ελληνικά πανεπιστήμια. Είναι όμως η πρώτη που αφορά δημόσιο πρόσωπο. Και είναι προφανές για ποιους λόγους έχει μεγαλύτερη απαξία και βαρύτητα όταν τη διαπράττει όχι οποιοσδήποτε, αλλά ένας φτασμένος πολιτικός, πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών και περιφερειάρχης Αττικής. Στην περίπτωση ενός μαθητή ή φοιτητή που κάνει λογοκλοπή σε μια εργασία (δεν μιλάω για διατριβή) ένας καλός δάσκαλος –και ξέρω τέτοια παραδείγματα– εκτός από την απαραίτητη κύρωση και τιμωρία που θα επιβάλει, οφείλει να σκεφτεί πολλά ακόμα: πώς θα τον κάνει να συναισθανθεί την ηθική απαξία της πράξης του, πώς θα του εξηγήσει ότι η γενικευμένη στο διαδίκτυο της κουλτούρας της αντιγραφής βρίσκεται στον αντίποδα της επιστημονικής δεοντολογίας, πώς θα δράσει παιδαγωγικά, πώς θα τον «νουθετήσει» ώστε να μην το ξανακάνει. Εδώ όμως, υπάρχει κανένα περιθώριο νουθεσίας σε έναν όχι δεκαπεντάχρονο ή δεκαοχτάχρονο, αλλά –με το συμπάθειο– κοτζάμ γάιδαρο εξήντα χρονών, και μάλιστα πρόεδρο του ΙΣΑ και περιφερειάρχη;

Β. Για ποιον λόγο ένας άνθρωπος με τέτοιο status διαπράττει μια τόσο απροκάλυπτη λογοκλοπή; Προφανώς όχι για να περάσει κουτσά στραβά κάποιο μάθημα ούτε για να πάρει έναν τίτλο και να χαροποιήσει τους γονείς του ούτε για να σταδιοδρομήσει επιστημονικά. Δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι άλλο, εκτός από την κουφότητά του, να θέλει να αποκαλείται, με «ξένα κόλλυβα» βέβαια, «διδάκτωρ», και να μοστράρει και το «δρ» ανάμεσα στους άλλους τίτλους της αριστείας του. «Το ένα μετά το άλλο σαρώνει τα πτυχία ο περιφερειάρχης Αττικής», πανηγύριζε το Πρώτο Θέμα (22.1.2020), αναγγέλλοντας με ενθουσιασμό ότι ο Γ. Πατούλης δεν αρκέστηκε στα δυο μεταπτυχιακά του στα οικονομικά και στην πολιτική υγείας, αλλά ολοκλήρωσε και την εν λόγω διατριβή. «Τα σαρώνει, με… σκάνερ!», όπως σχολίασε απαράμιλλα και κάποιος στο facebook (δυστυχώς δεν συγκράτησα το όνομά του).

Γ. Ακριβώς επειδή ο Γ. Πατούλης είναι δημόσιο πρόσωπο, εντυπωσιάζει το ότι η είδηση απουσιάζει ή παραμένει εντελώς υποβαθμισμένη σε κανάλια και εφημερίδες (πλην των αντιπολιτευόμενων). Ακόμα και όταν το θέμα καλύπτεται υποτυπωδώς, το πιο αποκαλυπτικό είναι η οπτική. Έτσι, στην ιστοσελίδα των Παραπολιτικών, το μοναδικό σχετικό δημοσίευμα αφιερώνεται σχεδόν αποκλειστικά (560 από τις 600 λέξεις) στο τι απαντάει ο περιφερειάρχης και επιγράφεται «Πατούλης: Τι απαντά στους ισχυρισμούς περί λογοκλοπής στο διδακτορικό του» (20.3.2022) – λες και το μοναδικό ζήτημα είναι το τι απαντάει, λες και πρόκειται για «ισχυρισμούς» και όχι τεκμηριωμένα στοιχεία. Το πρίσμα «Κόντρα Πατούλη – Αυγής (ή ΣΥΡΙΖΑ)» που υιοθετούν πολλά μέσα όσο περνάνε οι μέρες είναι τουλάχιστον απογοητευτικό.

Δ. Υπάρχει, πιστεύω, κάτι ακόμα πιο βαρύ από τη λογοκλοπή: η αντίδραση Πατούλη. Στην απάντησή του δεν λέει τίποτα για τις καταγγελίες, ενώ το μόνο σχετικό που ψελλίζει είναι: «Τα μέρη της διατριβής που καθορίζουν την αξία, τη σημασία και την επιστημονική αξία της διατριβής και πάνω στο οποίο κρίνεται είναι το ειδικό, ερευνητικό μέρος της μελέτης, τα αποτελέσματα και η συζήτηση και αυτά απαιτούνται να είναι πρωτότυπα Τα μέρη αυτά της συγκεκριμένης διατριβής είναι πρωτότυπα και δεν υπάρχει κανενός είδους επικάλυψη!!!». Ισχυρισμός εξωφρενικός, καθώς δικαιολογεί τη λογοκλοπή στα «γενικά» μέρη, αλλά και αστήριχτος, αφού δεν προσκομίζει κανένα τεκμήριο της πρωτοτυπίας.

Όλη η υπόλοιπη απάντηση (οι 500 από τις 560 λέξεις) είναι μια αμετροεπής και εμπαθής επίθεση στην Αυγή. Έτσι, διαβάζουμε για τον «“λασποκουβά” της Aυγής» που «δεν έχει πάτο», «τον ηθικό και εκδοτικό κατήφορο της ιστορικής εφημερίδας της Αριστεράς», για «στημένα και συκοφαντικά δημοσιεύματα φυλλάδων με μερικές δεκάδες αναγνώστες», «τους κομματικούς προστάτες [των συντακτών] που τους συναγωνίζονται στο θράσος και στο ψέμα, «την ηθική και πολιτική τους κατρακύλα.

Δεν πρόκειται όμως για παραλήρημα, αλλά για ψυχρή και συνειδητή πράξη. Ο Πατούλης αντιλαμβάνεται ότι, καθώς η λογοκλοπή είναι εξόφθαλμη, δεν έχει ελπίδες να πείσει κανέναν, όπως θα μπορούσε ίσως αν η (βρωμο)δουλειά είχε γίνει με μεγαλύτερη «μαστοριά». Έτσι καταφεύγει στο μόνο επιχείρημα το οποίο μπορεί να συσπειρώσει ένα δικό του κοινό: ότι τον διαβάλλουν για πολιτικούς λόγους και πλειοδοτεί σε οξύτητα και φανατισμό. Είναι η μόνη του ελπίδα να κάνει κάποιους να τον υποστηρίξουν ή έστω να σιωπήσουν: να μετακινήσει το ζήτημα από τη λογοκλοπή στην αρένα της πολιτικής αντιπαράθεσης. Σε αυτή τη βάση, αρκετά μέσα (και δεν μιλάω για το Πρώτο Θέμα, αλλά για τη LiFΟ ή το ethnos.gr) έσπευσαν να υιοθετήσουν τη λογική της «κόντρας» μεταξύ Πατούλη και Αυγής/ΣΥΡΙΖΑ. Το πρόβλημα δεν είναι τόσο η οξύτητα των χαρακτηρισμών, αλλά ότι αυτή αποτελεί εργαλείο για να μεταφέρει αλλού τη συζήτηση, και όχι στις καταγγελίες του δημοσιεύματος (το οποίο ήταν τεκμηριωμένο και νηφάλιο). Οι αιτιολογίες των λογοκλόπων είναι συνήθως είτε φαιδρές είτε αξιολύπητες είτε άθλιες είτε όλα αυτά μαζί. Αλλά με τη συγκεκριμένη –και δεν γνωρίζω προηγούμενη ανάλογη– ανεβαίνουμε στην πίστα της αθλιότητας.

Υπάρχουν αρκετά ακόμα ζητήματα, όπως ότι τέτοιου είδους πρακτικές λογοκλοπής βαράνε καμπανάκι και για κάτι άλλο: κατά κανόνα αποτελούν ισχυρή ένδειξη ότι ο υποψήφιος ανέθεσε σε κάποιον ή σε κάποιο «γραφείο» να του συντάξει την εργασία ή τη διατριβή. Αλλά αυτό δεν μπορεί να αποδειχθεί με τον ίδιο ξεκάθαρο τρόπο όπως η λογοκλοπή, και σίγουρα δεν μπορεί να αποδειχθεί εκ των υστέρων: μπορεί να φανεί –όσο μπορεί– μόνο στη διαδικασία της υποστήριξης, μέσα από ερωτήσεις που δείχνουν πόσο κατέχει ο υποψήφιος το θέμα, πώς έχει δουλέψει κλπ. Γι’ αυτό και δεν προχωράω.

Ε. Υπάρχει, εν κατακλείδι, ένα κρίσιμο σημείο: Τι θα πράξει η Ιατρική Σχολή, η οποία απένειμε τον τίτλο; Εδώ δεν χωράνε μισόλογα και υπεκφυγές. Υπάρχει ένας και μόνος δρόμος, σε τέτοιες περιπτώσεις: η Σχολή οφείλει να διερευνήσει το ζήτημα και, εφόσον επιβεβαιωθούν οι καταγγελίες (προσωπικά δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία), να αφαιρέσει τον τίτλο του διδάκτορα από τον Γιώργο Πατούλη. Το οφείλει απέναντι στο θεσμικό της κύρος, στους φοιτητές και τους διδάκτορές της, την ακαδημαϊκή κοινότητα, αλλά και όλους τους πολίτες.

Ενώ έγραφα αυτά, αυτά διάβασα μια «βεβαίωση» του προέδρου της Ιατρικής Αθηνών Γεράσιμου Σιάσου που κοινοποίησε ο Γ. Πατούλης (στο εξώδικό του κατά της Αυγής). Η βεβαίωση καταλήγει με την εξής απάντηση της τριμελούς επιτροπής που αξιολόγησε τη διατριβή (Παναγιώτης Παπαγγελόπουλος, Όλγα Σαββίδου, Ιωάννης Κακίσης): «Η αξιολόγηση της αυθεντικότητας μιας ιατρικής μελέτης/διδακτορικής διατριβής η οποία αφορά πρωτογενή έρευνα, όπως η συγκεκριμένη του κ. Γ. Πατούλη, αφορά αποκλειστικά το πρωτογενές ερευνητικό υλικό που χρησιμοποιήθηκε από τον υποψήφιο διδάκτορα […] Η αξιολόγηση του ειδικού μέρους της διδακτορικής διατριβής του κ. Γ. Πατούλη αποδεικνύει ότι είναι πρωτότυπη και αυθεντική».

Το παραδίδω ως κτήμα ες αεί, μνημείο αιώνιας καταισχύνης και αυτοεξευτελισμού της Ιατρικής Σχολής. Πολλά σκέφτομαι, όπως το σόλοικο η ίδια επιτροπή που αξιολόγησε η ίδια να «βεβαιώνει» ξανά, αντί να συσταθεί άλλη επιτροπή διερεύνησης των καταγγελιών, το τι λένε οι υπόλοιποι διδάσκοντες της Ιατρικής Αθηνών και των άλλων Ιατρικών, αν οι «βεβαιώνοντες» αυτά διδάσκουν στους φοιτητές τους κλπ. κλπ. Και αναρωτιέμαι: Γιατί καλύπτουν τον Γ. Πατούλη, τι ερείσματα έχει αυτός ο άνθρωπος; Και, πάνω από όλα: Δεν ντρέπονται;

***

Θυμίζω ότι αντίστοιχες αποκαλύψεις στη Γερμανία, την Αυστρία και την Ουγγαρία πήραν τη μορφή σκανδάλου και οδήγησαν, πέραν της αφαίρεσης του τίτλου, σε παραιτήσεις ή και σε ποινικές διώξεις. Η υπόθεση Πατούλη δεν πρέπει να μείνει χωρίς συνέπειες, και πολύ περισσότερο μετά την επιθετική απάντησή του, το εξώδικό του κατά της Αυγής και την κάλυψη που του προσφέρει απλόχερα η τριμελής επιτροπή και ο πρόεδρος της Ιατρικής. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε επιβράβευση του ήθους της λογοκλοπής, της σπίλωσης όποιου την αποκαλύπτει και της αθλιότητας. Και αυτό είναι χειρότερο και από την ίδια την πράξη της λογοκλοπής. Δεν μπορούμε να προστατεύσουμε –και μάλλον δεν μας αφορά– την Ιατρική από τον αυτοεξευτελισμό της· αυτό ας το πράξουν οι διδάσκοντες, οι φοιτητές της, τα συλλογικά όργανα της Σχολής – εκτός αν συμφωνούν με τη διαβόητη «βεβαίωση». Όλα τα υπόλοιπα όμως μας αφορούν. Και γι’ αυτό πρέπει να δράσουμε.

ΥΓ. Παραθέτω όσα έγραψε στο twitter o Θεόδωρος Λύτρας, και επειδή συνοψίζουν με ευστοχία το ζήτημα, αλλά και επειδή είναι ένας από τους ελάχιστους πανεπιστημιακούς –και ίσως ο μόνος του χώρου της Ιατρικής– που τοποθετήθηκε δημόσια. Γράφει:

«Δεν γνωρίζω αν ο κ. Πατούλης έχει κάνει λογοκλοπή, ξέρω όμως με απόλυτη σαφήνεια 3 πράγματα:

«1. Στις σοβαρές δημοκρατίες, λογοκλοπή από πολιτικό οδηγεί σε παραίτηση [παραπέμπει με λινκ σε υποθέσεις σε Ουγγαρία και Γερμανία]

2. Η εκτεταμένη λογοκλοπή είναι κάτι αντικειμενικό και απλό να τεκμηριωθεί. Βάζεις τα κείμενα δίπλα δίπλα και τα αντιπαραβάλλεις. Δε χωρούν “ερμηνείες”, συμπάθειες ή αντιπάθειες.

3. Η λογοκλοπή δεν είναι ακαδημαϊκά ανεκτή ούτε στο γενικό μέρος μιας διατριβής. Δεν αποτελεί υπερασπιστική γραμμή το “δεν έκανα λογοκλοπή στο ειδικό μέρος, παρά μόνο στο γενικό”. Αυτά στο European University Cyprus [όπου διδάσκει ο Θ. Λύτρας]  (και σε κάθε σοβαρό πανεπιστήμιο) δεν “περνάνε”.

Συνεπώς αναμένω με ενδιαφέρον να δω πως θα κινηθεί κ τι θα απαντήσει το ΕΚΠΑ [Πανεπιστήμιο Αθηνών]. Διότι τα επόμενα βήματα κρίνουν τόσο το κύρος του ιδρύματος όσο κ την ποιότητα της [ελληνικής] δημοκρατίας».