Ίσως και να είναι μάταιο να αναλύει κανείς τους λόγους -και κυρίως τις υποσχέσεις- του κ. Σαμαρά. Αρκεί να θυμηθεί κανείς τα Ζάππεια, τα προεκλογικά προγράμματα του 2012, ιδίως του Ιουνίου, τότε που «είχαν λάβει το μήνυμα» και έτρεχαν για να διασωθούν, την προγραμματική συμφωνία των τριών κομμάτων αμέσως μετά.
 
Αν λοιπόν επέλεξα να αναφερθώ στην προχθεσινή επετειακή ομιλία του πρωθυπουργού δεν είναι γιατί παίρνω τοις μετρητοίς τα λεγόμενά του. Είναι γιατί πίσω από τα λεγόμενά του, άθελά του προβαίνει σε ορισμένες αποκαλύψεις.
 
Όχι, δεν μιλάω για εκείνο το εμπνευσμένο χωρίο της ομιλίας του σχετικά με όσους «ξαφνικά φόρεσαν χαμόγελο ηθοποιού, σταυρό Χριστιανού και ρούχα Ευρωπαίου». Καλό ήταν κι αυτό, αλλά προσωπικά προτίμησα να σταθώ σε άλλα σημεία, λιγότερο ποιητικά.
 
Μίλησε, λοιπόν, ο πρωθυπουργός για σταδιακή μείωση σε όλο το φάσμα των φόρων: Για το φόρο φυσικών προσώπων, «που θα πρέπει να πέσει το ανώτατο στο 33% από το 42% που είναι σήμερα». Για το φόρο επιχειρηματικών κερδών, «που θα πρέπει να  φτάσει στο 15% από 26% που είναι σήμερα». Και για τον ΦΠΑ όλων των κατηγοριών, «που θα υποχωρήσει και θα εκλογικευτεί».
 
Η πρώτη παρατήρηση είναι πως για να πραγματοποιηθούν αυτές οι υποσχέσεις προϋποτίθενται αρκετά «αν». Αν οι ιδέες του κ. Σαμαρά τύχουν της εγκρίσεως της τρόικας. Αν δεν αλλάξει η συνταγή καθοδόν. Αν οι υπεραισιόδοξες κυβερνητικές προβλέψεις για την ανάπτυξη και το πρωτογενές πλεόνασμα επιβεβαιωθούν. Και κυρίως, αν το κόμμα του θα βρίσκεται στην εξουσία προκειμένου να τις υλοποιήσει…
 
Αλλά όλ’ αυτά είναι τα αυτονόητα. Προσωπικά θα προτιμήσω να σταθώ στη σημειολογία των υποσχέσεων του κ. Σαμαρά, στον τρόπο με τον οποίο τις ιεραρχεί. Πρώτος, λοιπόν, στην κλίμακα του πρωθυπουργού, έρχεται ο φόρος φυσικών προσώπων. Σε μια χώρα όπου οι άμεσοι φόροι υστερούν παραδοσιακά -και απελπιστικά- των έμμεσων, πριμοδοτώντας με το καλημέρα τους πλούσιους έναντι των φτωχών, το κεφάλαιο έναντι της εργασίας. Δεύτερος κατά σειράν έρχεται ο φόρος των επιχειρηματικών κερδών, η αποθέωση της επιχειρηματικότητας σε σύγκριση με την εργατικότητα. Τρίτος και καταϊδρωμένος έρχεται ο ΦΠΑ, ο φόρος των λαϊκών στρωμάτων
 
Ακόμα λοιπόν κι αν υποθέσουμε ότι ο πρωθυπουργός είχε την πρόθεση να πραγματοποιήσει τις υποσχέσεις του, ακόμα κι αν η τρόικα του το επέτρεπε, ακόμα κι αν είχε το χρόνο να τις πραγματοποιήσει στο πλαίσιο της κυβερνητικής θητείας, οι προτεραιότητές του είναι σαφείς. Πρώτα οι πλούσιοι, έπειτα οι επιχειρήσεις και μετά οι καταναλωτές, δηλαδή τα κατώτερα και μεσαία στρώματα, οι άνεργοι και οι μικροσυνταξιούχοι. Και ούτε κουβέντα βέβαια περί επαναφοράς του αφορολόγητου στα 12.000 ευρώ και κατάργησης των τεκμηρίων διαβίωσης που γονατίζουν τους άνεργους, τους χαμηλόμισθους και τους συνταξιούχους φορολογώντας ανύπαρκτα εισοδήματα.
 
Ανάγλυφες οι προθέσεις του πρωθυπουργού, βαθιά ταξικές και ανάλγητες, ακόμα και στις πλαστές προεκλογικές υποσχέσεις του (γιατί όσο κι αν δεν
το παραδέχεται, περί αυτού πρόκειται).
 
Ενώ θα ’πρεπε οι προτεραιότητες να είναι εντελώς αντίστροφες: πρώτα το αφορολόγητο και αμέσως μετά η μείωση του ΦΠΑ, ιδίως για τα είδη πρώτης ανάγκης. (Για τον φόρο φυσικών προσώπων το 42% στα υψηλά εισοδηματικά κλιμάκια μπορεί να είναι και λίγο, ενώ για τα επιχειρηματικά κέρδη υπό όρους το συζητάμε.)
 
Α, και κάτι άλλο, για να μην ξεχνιόμαστε: τα έχει κοστολογήσει η κυβέρνηση αυτά που υπόσχεται, ή το ερώτημα προσφέρεται μονάχα ως μπαμπούλας για την αξιωματική αντιπολίτευση; Κι ακόμα, πού θα βρει τα λεφτά για να δώσει όλες αυτές τις παροχές στο μεγάλο κεφάλαιο, ή έστω τα λίγα ψίχουλα στη μεσαία τάξη;