Συγκεκριμένα, πρόκειται για την υπόθεση χρηματισμού του Σταύρου Παπασταύρου την περίοδο που εκείνος ήταν ακόμα στενός συνεργάτης του Αντώνη Σαμαρά, τα έγγραφα της οποίας διαβιβάστηκαν την περασμένη εβδομάδα στην Προανακριτική Επιτροπή. Σύμφωνα με αυτά, πρόκειται για ποσό ύψους 2,6 εκατ. ευρώ που φέρεται να χρησιμοποιήθηκε στην προεκλογική εκστρατεία του πρώην πρωθυπουργού, τον Ιανουάριο του 2015.

Κατά τις ίδιες πληροφορίες, τα έγγραφα που διαβιβάστηκαν τη Δευτέρα στη Βουλή από την εισαγγελία Διαφθοράς αφορούν κατάθεση της ελληνικής καταγωγής, Άρτεμις Νιάρου, η οποία εργάζεται στην ελβετική εταιρεία Diligence, που ερευνά οικονομικά εγκλήματα. Η ίδια φέρεται α υποστηρίζει πως έχει στα χέρια της πληροφορίες για τον Σταύρο Παπασταύρου, τον Γιάννη Προκόπη και τον Μάρκο Καμχή, «ιδιώτες που φέρουν το όνομά τους στον κατάλογο Lagarde».

«Ο λόγος για τον οποίο πιστεύουμε ότι θα ενδιαφερόσαστε είναι γιατί στις έρευνές μας ο Στ. Παπασταύρου λειτουργεί ως αχυράνθρωπος του μεγαλοεπιχειρηματία Beny Steinmetz, ο οποίος ασχολείται με εμπόριο διαμαντιών, αγοραπωλησίες ακινήτων και μαζί με άλλα έχει ένα εργοστάσιο ΝΙΚΕΛ στα Σκόπια» κατέθεσε η Αρτ. Νιάρου σημειώνοντας ότι «όλα τα μέταλλα αυτού του εργοστασίου καθώς επίσης και από ένα άλλο ορυχείο που έχει στο Κόσοβο περνάνε από τη Θεσσαλονίκη και αυτό καθιστά την Ελλάδα σημαντικό σταυροδρόμι».

Όπως ανέφερε δημοσίευμα της Αυγής, η μάρτυρας κατηγορεί τον Στ. Παπασταύρου για αθέμιτες και παράνομες πρακτικές στη διαδικασία εξαγοράς διαφόρων εταιρειών, στις οποίες εμφανίζεται ως δικηγόρος και εκπρόσωπός του. Σύμφωνα με την κατάθεση, ο Στ. Παπασταύρου «πιστεύεται ότι έχει άμεση σχέση με την Global Opportunities Limited, η οποία σαν τελικό στόχο φαίνεται να έχει το κλείσιμο του ορυχείου στα Σκόπια προκειμένου να πέσει η τιμή της μετοχής και να αγοραστεί σε πολύ χαμηλή τιμή. Σκοπός μας είναι να δημοσιοποιηθεί ο ρόλος του Παπασταύρου και των άλλων προκειμένου να αποφευχθεί η πώληση του ορυχείου των Σκοπίων και να μην δραστηριοποιηθεί το συγκεκριμένο άτομο ξανά σε τέτοιου είδους παράνομες πράξεις όπως αυτήν που θα χάσουν την δουλειά τους 2.000 εργαζόμενοι στο ορυχείο για να ξεπουληθεί στον Beny Steinmetz».

Μάλιστα, κατά τη διαρροή των εγγράφων στον Τύπο, προκύπτει σχεδιάγραμμα για το πως ποσό 2,6 εκατ. ευρώ που είχαν σταλεί από την εταιρία Fairwinds assets του Παναμά, στον Σταύρου Παπασταύρου, την περίοδο που ήταν σύμβουλος του Αντώνη Σαμαρά, τα οποία φέρονται στην πραγματικότητα να χρησιμοποιήθηκαν για την προεκλογική καμπάνια του πρώην πρωθυπουργού τον Ιανουάριο του 2015.

Διαβάστε περισσότερα στο σχετικό δημοσίευμα:

Γενική σύρραξη και βαριά χαρτιά στο τραπέζι της Προανακριτικής Επιτροπής

«Προτείνουμε να σταλεί επείγον έγγραφο στην Εισαγγελία Διαφθοράς και να ρωτηθεί: Ποια υπόθεση ερευνά και ελέγχεται από την Εισαγγελία Διαφθοράς, σε ποιο δικονομικό στάδιο βρίσκεται, ποιοι είναι οι ευνοημένοι. Με λίγα λόγια : ποιοι τα πήραν;» τόνισε από την πλευρά του ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Σπύρος Λάππας, ενώ με δήλωσή του, ο Δ. Παπαγγελόπουλος υπογράμμισε πως «αυτό είναι το πραγματικό κύκλωμα. Ένα διεθνές κύκλωμα που διακινεί χρήμα παγκοσμίως σε βάρος αδύναμων χωρών όπως ο Άγιος Δομίνικος και η Βόρεια Μακεδονία. Και σε αυτό ήταν πρωταγωνιστής ο συνεργάτης του πρώην πρωθυπουργού».

Διαβάστε την ανακοίνωση του Στ. Παπασταύρου:

«Η εφημερίδα Documento δημοσίευσε χθες ένα ψευδές πρωτοσέλιδο περί δήθεν εμβάσματος 2.6 εκατομμυρίων ευρώ που διακινήθηκε από την εταιρεία Fairwinds και από εμένα και αξιοποιήθηκε στην προεκλογική εκστρατεία της ΝΔ το 2015. Αντίστοιχο κατάπτυστο δημοσίευμα ανάρτησε και η ιστοσελίδα της Αυγής. Τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ αναπαράγουν το σχετικό δημοσίευμα, ο δε κ. Χαρίτσης μίλησε «για δωροδοκία». Το δημοσίευμα είναι κατασκευασμένο. Δεν υπάρχει τέτοιο έμβασμα, είναι ψευδές, δεν έχω οποιαδήποτε ιδιοκτησιακή σχέση με την εταιρεία Fairwinds.

Το δημοσίευμα αυτό στηρίχτηκε σε ένα σχεδιάγραμμα που κατασκεύασε μία εταιρεία κατασκόπων, η οποία έχει κατηγορηθεί για σωρεία αδικημάτων, ανάμεσά τους απάτη και δωροδοκία. Αυτή η «αξιόπιστη κατάθεση» αρχειοθετήθηκε τον Ιούνιο του 2019 από τη δικαιοσύνη επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.

Στοχοποιήθηκα βάναυσα τα τελευταία πέντε χρόνια λόγω της δράσης μου με τη Νέα Δημοκρατία. Στην περίπτωσή μου καταργήθηκε κάθε έννοια τεκμηρίου αθωότητας και ουσιαστικά δημιουργήθηκε τεκμήριο ενοχής. Έπρεπε να καταδικαστώ με κάθε μέσο. Δικαιώθηκα επανειλημμένα επί της ουσίας από τα Ελληνικά φορολογικά δικαστήρια για τη λίστα Λαγκάρντ, κάτι που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ακόμη την πολιτική εντιμότητα να αναγνωρίσει. Με απόφαση των δικαστηρίων επιστράφηκε το πρόστιμο των 3 εκατομμύριων για το οποίο πανηγύριζαν.

Το ΣΔΟΕ, το ΚΕΦΟΜΕΠ, η Οικονομική Εισαγγελία και η Εισαγγελία Διαφθοράς επί ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφεραν τελικά να με κηλιδώσουν. Στάθηκα όρθιος. Αυτό που τους απέμεινε, το τελευταίο χαρτί, είναι τα δύο κομματικά έντυπα και ένας φτηνός αντιπερισπασμός. Αντί να μου ζητήσουν συγγνώμη επιχειρούν να με επαναστοχοποιήσουν από φόβο για όσα γνωρίζουν ή υποψιάζονται ότι έρχονται.

– Ξέρουν ότι ήρθε η ώρα της τιμωρίας του παρακρατικού μηχανισμού που με στοχοποίησε. Μηχανισμού που αφού ακύρωσε με παράτυπες διαδικασίες το πρώτο φορολογικό πόρισμα που ήταν αθωωτικό και εκδόθηκε επί ΣΥΡΙΖΑ στις 10 Ιουλίου του 2015, στη συνέχεια μου καταλόγισε φορολογικό πρόστιμο που τελικά ακυρώθηκε από τα φορολογικά δικαστήρια και μου επιστράφηκε. Οι φυσικοί αυτουργοί επιβραβεύτηκαν, πήραν προαγωγές και μεταθέσεις σε Υπουργικά γραφεία και υπηρεσίες με παχυλούς μισθούς.

– Ξέρουν ότι θα αναζητηθούν ευθύνες από όσους έθαψαν για τρεισήμισι χρόνια την αθωωτική δικαστική συνδρομή από την Κυπριακή Δημοκρατία που επιβεβαίωνε την αθωότητά μου, η οποία εμφανίστηκε ως από μηχανής θεός την τελευταία στιγμή και ελήφθη υπόψη από την Ελληνική Δικαιοσύνη που με δικαίωσε.

Το να θάβεται αθωωτικό έγγραφο για πολιτικό αντίπαλο συνιστά μια προκλητική κατάλυση θεμελιώδους υπερασπιστικού δικαιώματος, μια άθλια πράξη αυθαιρεσίας. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, θεωρώ καθήκον μου αυτό που έγινε σ’ εμένα να μην ξαναγίνει ποτέ σε κανέναν ανεξαρτήτως ιδεολογικής και πολιτικής τοποθέτησης και γι’ αυτό θα συνεχίσω να αγωνίζομαι ως ενεργός πολίτης. Τα υπόλοιπα στα δικαστήρια».