Πολύ περίεργα τα όσα συμβαίνουν αυτές τις μέρες. Όλοι έχουν πέσει πάνω στη λεγόμενη κεντροαριστερά και ψάχνουν να βρούνε την άκρη.
 
Η κεντροαριστερά. Ξέρετε για ποιο πράγμα μιλάω. Για εκείνο τον πολιτικό χώρο που μόλις πριν από μερικούς μήνες τα κανάλια προσπαθούσαν να μας πείσουν, βασιζόμενα σε έγκυρες δημοσκοπήσεις, βεβαίως βεβαίως, ότι διεκδικούσε εν δυνάμει το 35%, ίσως και παραπάνω. Πολλά ειπώθηκαν, πολύ μελάνι χύθηκε, πολλά γκάλοπ ξεφτιλίστηκαν, πολλά μανιφέστα γράφτηκαν, πολλές μετατοπίσεις παρατηρήθηκαν και πολύς διάλογος διοργανώθηκε, σε θέατρα, σε αίθουσες συνεδριάσεων, ακόμα και σε τηλεφωνικούς θαλάμους νομίζω, σ’ αυτή την ιστορία του τρίτου πόλου που μεγάλο μέρος του κόσμου «θα ήθελε να συγκροτηθεί, ανεξάρτητα του αν τελικά θα το ψήφιζε» – έτσι δεν μας τα ’λεγαν;
 
Ε, λοιπόν, τελικά δεν πήρε 35%. Αν συνυπολογίσουμε στην κεντροαριστερά και το Ποτάμι (τους ρώτησε κανείς;), μόνο και μόνο επειδή πήγε, κατόπιν εορτής, και κούρνιασε στην ευρωσοσιαλιστική ομάδα, η μεγάλη αυτή και ανερχόμενη παράταξη απέσπασε συνολικά γύρω στο  15% των ψήφων.
 
Ναι, αλλά αν είχε ενωθεί, σου λέει, μπορεί να αποκτούσε δυναμική. Ή μπορεί να πήγαινε ακόμα πιο κάτω, λέω εγώ, γιατί όπως και να το κάνεις, τρία κόμματα διαφορετικά ανοίγουν μια μεγάλη βεντάλια. Δεν θέλει ο ένας τα παλιά κόμματα και τις σκουριασμένες ηγεσίες και το ρίχνει στο Ποτάμι, δεν θέλει ο άλλος να βλέπει ούτε ζωγραφιστό το Βενιζέλο και το ρίχνει στη ΔΗΜΑΡ (λέμε τώρα…), δεν θέλει πειραματισμούς ο τρίτος και το ρίχνει στην Ελιά, ασχέτως αν κι η Ελιά ένα πείραμα είναι – πώς αλλιώς θα ξαναγυρνούσε στην κυβερνητική πλειοψηφία ο Λοβέρδος;
 
Φωνάζω απ’ αυτήν εδώ τη στήλη εδώ και μήνες και ξαναφωνάζω, ότι δεν είναι κακό πράγμα η κεντροαριστερά (ό,τι κι αν σημαίνει ο όρος στην Ελλάδα, κάτι σαν μπακ-χαφ ακούγεται μάλλον, διφορούμενη έννοια, να είσαι και να μην είσαι), δεν είναι κακό πράγμα αυτή η κεντροαριστερά, πλουραλισμό θέλουμε, δεν είμαστε υπέρ της πόλωσης και του δικομματισμού. Με μια προϋπόθεση, όμως, να είναι όντως κεντροαριστερά, όχι κεντροδεξιά.
 
Είσαι κεντρώος, κύριε; Μάλιστα. Μοντέρνος όμως κεντρώος, οπότε ένα σοσιαλιστικό τατς, κληρονομημένο από τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 που ήσουν νέος, με όνειρα και αισιοδοξία, όσο να ’ναι το θέλεις. Κεντροαριστερός, λοιπόν. Από το σημείο αυτό, όμως, μέχρι να προσκυνάς Σαμαρά και Μπαλτάκο και Χρύσανθο Λαζαρίδη, υπάρχει μια κάποια απόσταση. Πολύ δε περισσότερο να υποστηρίζεις τα μνημόνια που σου πίνουν το αίμα με το καλαμάκι. Εντάξει, στην αρχή έλεγες θα φτιάξουν τα πράγματα, μια μπόρα είναι ώσπου να συμμαζευτεί λίγο το πράγμα, να διατηρήσουμε κάποια από τα κεκτημένα, να μείνουμε και στο ευρώ – τώρα το ξέρεις ότι εκείνα τα «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» φούμαρα ήταν και πάνε. Σοσιαλιστικά φούμαρα, όμως.
 
Γιατί τα λέω όλ’ αυτά; Εντάξει, το ξέρω, άλλαξαν οι καιροί, το πολιτικό σύστημα έχει ρευστοποιηθεί, το εκλογικό σώμα συμπεριφέρεται σε εκτεταμένα τμήματά του σαν κινούμενη άμμος, επομένως μια αναμόχλευση σε σχέση με τα δόγματα του παρελθόντος είναι φυσικό να υπάρχει.
 
Αλλά απ’ αυτό το σημείο μέχρι να εξανίστανται μερικοί τηλεσχολιαστές επειδή κάποιοι που αυτοπροσδιορίζονται ως κεντροαριστεροί σκέφτονται να συνεργαστούν με την… Αριστερά, υπάρχει μεγάλη απόσταση. Στα δικά μου τα μάτια, το φαινόμενο είναι υγιές. Είσαι κεντροαριστερός. Θέλεις μικτή οικονομία, κοινωνικός κράτος, ατομικά δικαιώματα, παιδεία, υγεία. Γιατί να πας να μπλέξεις με την πιο επιθετική κοινοβουλευτική δεξιά που έχει γνωρίσει ο τόπος μετά το ’62; Γιατί να ανέχεσαι τα φλερτ με την ακροδεξιά; Και κυρίως, γιατί να σε σπρώχνει το σύστημα στην ανεργία, να σε χαρατσώνει, να σου κόβει μισθούς και συντάξεις, κι από πάνω να εφαρμόζει επάνω σου την πιο σκληρή καταστολή, κι εσύ να ζητωκραυγάζεις; Είναι κεντρώα πράγματα αυτά;
 
Ακόμα κι ο Παπανδρέου το ξανασκέφτηκε, και σου λέει θέλουμε κυβέρνηση με αριστερό πρόσημο, θέλουμε την Κοππά ευρωβουλευτίνα, θέλουμε να πάρουμε πίσω την ψυχή μας και την υπόληψή μας.
 
Κι ας το δούμε εντέλει κι αλλιώς. Παραφράζοντας τη γνωστή λαϊκή ρήση, στις σημερινές συνθήκες της πόλωσης και της κοινωνικής καταστροφής δεν είναι παράλογο να σκεφτεί κανείς τους κεντροδεξιούς με τους δεξιούς και τους κεντροαριστερούς με τους Αριστερούς. Δεν είναι παράλογο κάποιοι που έφυγαν απ’ την κυβέρνηση γιατί δεν τους έβγαζε αυτό πουθενά και παρέβαιναν μία προς μία όλες τις αρχές της παράταξής τους, να μη θέλουν τώρα να γίνουν μία ακόμα συνιστώσα του δεξιού μορφώματος που κυβερνάει την Ελλάδα με τον πιο ανάλγητο και ταξικό τρόπο, μόνο και μόνο χάρη στη στήριξη των δανειστών και του μεγάλου κεφαλαίου (που κι αυτό αρχίζει να παίζεται).
 
Η ουσία πίσω απ’ όλ’ αυτά (και οι λόγοι της τόσης ανησυχίας) είναι βέβαια άλλη. Το πολιτικό κλίμα αλλάζει. Ένα νέο πλειοψηφικό ρεύμα παγιώνεται και, το κυριότερο, τείνει να επιβάλει την πολιτική του ατζέντα. Ισχυρά κυβερνητικά στελέχη επιλέγουν να κρυφτούν σε θέσεις που βρίσκονται υπεράνω της πολιτικής συγκυρίας. Άλλος στην Τράπεζα της Ελλάδας, άλλος στην Ευρωβουλή και ενδεχομένως κάποιος τρίτος, σύντομα -αν προλάβει- επίτροπος στην Κομισιόν.
 
Γιατί λοιπόν κάποιοι που τοποθετούνται στην κεντροαριστερά να θέλουν να γίνουν συνιστώσα της δεξιάς, ειδικά τώρα που φαίνεται να χάνει το παιχνίδι; Και, εν πάση περιπτώσει, τι εγγυήσεις έχουν ότι υπάρχει χώρος γι’ αυτούς; Το ένα σενάριο -κατή τη γνώμη μου το επικρατέστερο- είναι να συγκροτηθεί στις επόμενες εκλογές, ως έσχατη εφεδρεία, ένα ενιαίο εκλογικό σχήμα που θα φέρει τον ψευδεπίγραφο τίτλο «Ευρωπαϊκός Συναγερμός» ενώ δεν θα είναι τίποτα παραπάνω παρά ο νέος «Ελληνικός Συναγερμός». Καθόλου ελκυστικό το μοντέλο για κάποιον κεντροαριστερό. Ακόμα χειρότερο σενάριο είναι η εφαρμογή του σχεδίου Μπαλτάκου (αυτή κι αν είναι έσχατη λύση), με  ένα σχήμα που θα μπορούσε κάλλιστα να ονομαστεί «Εθνικός Συναγερμός». Επικίνδυνα μονοπάτια αυτά για έναν κεντρώο, πολλώ δε μάλλον για έναν κεντροαριστερό.
 
Μέχρι τώρα, η στρατηγική μοναξιά του ΣΥΡΙΖΑ φαινόταν να είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο στο δρόμο του κόμματος της αξιωματικής Αριστεράς προς την εξουσία. Όχι πια. Και εν πάση περιπτώσει, όχι σίγουρα.
 
Νέες δυνατότητες ανοίγονται στο πολιτικό πεδίο, υπάρχει ένας χώρος να καλυφθεί, στα δεξιά του ΣΥΡΙΖΑ, που ενδεχομένως ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ να μη θέλει καν να τον καλύψει ο ίδιος, εκτός κι αν δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Ε, τι πιο λογικό από το να προσπαθήσουν οι αυθεντικοί του ταγοί να τον καλύψουν. Απ’ όπου κι αν προέρχονται, είτε από τη ΔΗΜΑΡ είτε από το ΠΑΣΟΚ. Κι από το Ποτάμι, μπορώ να σου πω, που δεν έχει καθόλου αποκλείσει ενδεχόμενη μετεκλογική  συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα μάλιστα, για την ανάγκη κυβερνήσεων συνεργασίας μιλάει.
 
Υπάρχει πολύς δρόμος μπροστά μας. Αλλά ακόμα κι αν δεν είναι πολύς, είναι οπωσδήποτε πολιτικά πυκνός.