του Κωνσταντίνου Πουλή

Η σεναριακή ιδέα μού φαίνεται συγκλονιστική. Είναι ίσως και η πηγή της σχετικής ταινίας του Ρομπέρτο Μπενίνι. Η ταινία δεν προβλήθηκε ποτέ (μόλις φέτος το BBC έκανε ένα σχετικό ντοκιμαντέρ), αλλά το σενάριό της έχει διαρρεύσει και μπορεί κανείς να το διαβάσει στο διαδίκτυο. Στην καταληκτική σκηνή, ένα κοριτσάκι δίνει το χέρι του στον Χέλμουτ, αλλά εκείνος δεν κάνει καμία κίνηση. Διστάζει και μετά παίρνει το χέρι της και μπαίνει μαζί της στον θάλαμο αερίων. Στην αρχή προσπαθεί να φύγει και μετά κάνει ζογκλερικά με κομματάκια ψωμιού για να διασκεδάσει τα παιδιά, πριν να πεθάνουν όλοι μαζί. Αφήνω στην άκρη τις αηδιαστικές πρόσφατες δηλώσεις του Τζέρυ Λούις για τους πρόσφυγες από τη Συρία σήμερα, για να μείνω σε αυτή τη σεναριακή ιδέα.

Μερικές φορές η ζωή είναι τόσο σουρεαλιστική, που νομίζεις πως συνιστά αίνιγμα προς αποκρυπτογράφηση. Σαν κάτι να θέλει να πει, όπως εμφανίζεται ένα έργο τέχνης και περιμένει την ερμηνεία του. Ο Άνας αλ Μπάσα ήταν ένας 24χρονος  κοινωνικός λειτουργός που έμενε στο Χαλέπι εργαζόμενος σε μια μη κερδοσκοπική εταιρεία που παρείχε φροντίδα και υποστήριξη σε 365 παιδιά που έχουν χάσει τους γονείς τους στον πόλεμο, και έκανε τον κλόουν.  Ντυνόταν και έφτιαχνε σκετσάκια για να διασκεδάζει τα παιδιά. Στο Χαλέπι βρίσκονται αυτή τη στιγμή 100.000 παιδιά παγιδευμένα. Ο Αλ Μπάσα παντρεύτηκε πριν από δύο μήνες και δεν ακολούθησε την οικογένειά του όταν έφυγε από το Χαλέπι. Σκοτώθηκε σε αεροπορική επιδρομή την Τρίτη που πέρασε.

Έχουμε μια εικόνα του ηρωισμού που τον συνδέει με τα «ανδροπρεπή» κατορθώματα, με ατρόμητους μαχητές που δαιμονίζονται και δεν σταματούν μπροστά σε τίποτα. Αυτή η παράξενη ιστορία υποβάλλει μια άλλη, αλλόκοτη εκδοχή του ηρωισμού. Πώς είναι να έχεις το θάρρος να παραμείνεις σε μια εμπόλεμη ζώνη την ώρα που οι συγγενείς σου φεύγουν, για να κάνεις παιδάκια να γελάνε;

Ο Σπαθάρης μιλούσε στην αυτοβιογραφία του για μια φορά που πήγε να παίξει Καραγκιόζη σε ένα νοσοκομείο με τραυματίες πολέμου. Εκείνος αναρωτιόταν τι δουλειά είχε εκεί πέρα και τι θα έλεγε σε αυτούς τους σακατεμένους ανθρώπους, κι εκείνοι τον ευχαρίστησαν με δάκρυα στα μάτια που τους χάρισε λίγο γέλιο μέσα στον πόνο τους. Οι κλόουν σε νοσοκομεία είναι κάτι συνηθισμένο σε αρκετές χώρες: φορούν άσπρες ποδιές και παρηγορούν τους ασθενείς. Πώς είναι όμως να παρηγορείς μελλοθάνατους ως μελλοθάνατος; Θυμίζει τους βρετανούς στρατιώτες που βρήκαν ένα εγκαταλειμμένο τυπογραφείο στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και εξέδιδαν το The Wipers Times, σατιρικό περιοδικό των χαρακωμάτων. Αλλά αυτοί ήταν ήδη εκεί ως στρατιώτες.

Μέσα στο γεωστρατηγικό χάος της περιοχής, με τους χάρτες με τα βελάκια που δείχνουν ποιος πολεμάει ποιον και ποιος χρηματοδοτεί ποιον, προσπαθείς να καταλάβεις τι είναι αυτό που δίνει σε έναν πιτσιρικά τη δύναμη να χαρίζει γέλιο μέσα στις βόμβες, μέχρι θανάτου. Όπως ο πολεμιστής μπορεί να μην έχει εποπτεία της πολυπλοκότητας της κατάστασης, αλλά συμμετέχει σε αυτή με τη ζωή του, το ίδιο συμβαίνει και με κάθε άνθρωπο που βρίσκεται εκεί, δίπλα στις βόμβες και τα γκρεμισμένα κτήρια.

Ο κλόουν είναι διπλή και αμφίσημη φύση. Είναι μαζί αστείος και θλιβερός, παιδικό παιχνίδι και εφιάλτης. Ο πρώτος κλόουν που έχει τα χαρακτηριστικά που του αποδίδουμε σήμερα, με το μέικ απ και το κολάρο,  είναι Τζ. Γκριμάλντι, του οποίου τη βιογραφία επιμελήθηκε (πολύ ταιριαστά) ο Ντίκενς. Ο Γκριμάλντι ήταν παιδί που το κακοποιούσε ο πατέρας του, έχασε την αγαπημένη του, έχασε τον γιο του από αλκοολισμό, η ζωή του ήταν φτιαγμένη με το υλικό της τραγωδίας, παρότι ο ίδιος ήταν τόσο επιτυχημένος ως κλόουν ώστε εμφανιζόταν και σε δύο θέατρα την ίδια βραδιά. Τη θλιβερή όψη του κλόουν είχε εκμεταλλευτεί κινηματογραφικά ο Φελίνι και την τρομακτική του όψη η σύγχρονη μόδα στην Αμερική να τρομάζουν ανυποψίαστους περαστικούς με την ξαφνική εμφάνιση με στολή κλόουν. Οι πηγές είναι βαθιές, αλλά εκλαϊκεύονται με το μυθιστόρημα It του Στήβεν Κινγκ. Όσο παράξενο κι αν ακούγεται, υπάρχει και σχετική φοβία των κλόουν – «coulrophobia», αγγλιστί. Φαντάζομαι ότι αυτός ο νεαρός έκανε τα παιδάκια να γελάνε, ούτε τα τρόμαζε ούτε τα στενοχωρούσε, να όμως που η φιγούρα του παλιάτσου έκρυβε περισσότερα από όσα μπορεί να ήξερε ο ίδιος για τη μάσκα του. Βεβαίως, αποδείχτηκε ότι ήξερε και παραήξερε, περισσότερα από όσα αντιλαμβανόμαστε εμείς από τρόμο και λύπη, αφού έζησε στο ακραίο όριο της ανθρώπινης δυστυχίας, τον πόλεμο.

Η μάσκα του κλόουν είναι σύμβολο πολλαπλό. Ο νεαρός αυτός ζούσε μέσα στη φρίκη προσφέροντας γέλιο. Το ακούμε συχνά ότι γελάμε για να μην κλαίμε, ότι με την κωμωδία αντέχουμε τον κόσμο ή -με τα λόγια μιας μελετήτριας του θέματος που μιλά στο ντοκιμαντέρ του BBC που αναφέραμε- ότι ίσως όλη η κωμωδία αφορά κλόουν σε θαλάμους αερίων. Με άλλα λόγια, το λεπτό σύνορο μεταξύ γέλιου και φρίκης. Όταν λέμε ότι γελάμε για να μην κλαίμε, αντιλαμβανόμαστε ότι αυτό ακούγεται εντελώς διαφορετικά όταν πρόκειται για ανθρώπους που κατοικούν σε μια κόλαση και επιμένουν να προσφέρουν γέλιο. Και όταν θα συζητούμε για πολιτική, καλό είναι να υπάρχει μια γωνιά για να κατατάξουμε και αυτόν τον άνθρωπο, για το πώς έζησε και πέθανε.