Το νομοσχέδιο για το «Πλαίσιο χορήγησης μικροχρηματοδοτήσεων, ρυθμίσεις χρηματοπιστωτικού τομέα και άλλες διατάξεις» του υπουργείου Οικονομικών ψηφίστηκε στα τέλη του περασμένου Ιουνίου, και δημιουργεί το πλαίσιο υπό του οποίου τα λεγόμενα ιδρύματα μικροχρηματοδότησης θα δίνουν δάνεια έως και 25.000 ευρώ, χωρίς την απαίτηση εμπράγματων εξασφαλίσεων. Η κυβέρνηση έχει διαφημίσει το νέο αυτό πλαίσιο μικροδανεισμού ως «όπλο κατά της τοκογλυφίας», με τον Άδωνι Γεωργιάδη να είναι μέχρι στιγμής από τους υπέρμαχους.

«Ο θεσμός αντικαθιστά τη μάστιγα της τοκογλυφίας με θεσμικό τρόπο, πολύ λογικότερα επιτόκια και καθαρές συναλλαγές. Έτσι μικρές επιχειρήσεις θα μπορούν πολύ γρήγορα να αποκτούν πρόσβαση σε αυτά τα κεφάλαια χωρίς να υπάρχει τραπεζικός δανεισμός. Ο τόκος θα είναι σε λογικά επίπεδα και θα είναι ελεγχόμενος από το κράτος» δήλωνε το περασμένο καλοκαίρι ο υπουργός Ανάπτυξης.

Ωστόσο, όπως προέκυψε από την ψηφοφορία του νομοσχεδίου στη Βουλή, η κυβέρνηση δεν προχώρησε σε καμία ρύθμιση πλαφόν στο περιθώριο κέρδους για τους «αντικαταστάτες της τοκογλυφίας», περιοριζόμενη σε μία πρόβλεψη που ορίζει πως «με απόφαση του υπουργού Οικονομικών μπορεί να ορίζεται ανώτατο όριο επιτοκίου μικροχρηματοδότησης ανά πάσα χρονική στιγμή». Τότε, ο υπουργός Σταϊκούρας δήλωνε βέβαιος πως ένα τέτοιο πλαφόν θα ωθούσε τις εταιρείες «κινηθούν στο ανώτατο ύψος του δυνητικού ορίου που θα τεθεί», ενώ σε μια πιο ειλικρινή για τις προθέσεις της κυβέρνησης τοποθέτηση του υφυπουργού Οικονομικών, Γιώργου Ζαββού, ο ίδιος το χαρακτήρισε «δυσχερές θέμα» και υποστήριξε πως «δεν υπάρχει πουθενά σχεδόν στην Ευρώπη».

Σημειώνεται πως στην κοινοβουλευτική διαδικασία του περασμένου καλοκαιριού, κατά του νομοσχεδίου είχαν ταχθεί το ΚΚΕ, το ΜέΡΑ25 και το κόμμα του Βελόπουλου, με χαρακτηριστική την αναφορά του Γιάνη Βαρουφάκη για «βομβαρδισμό τοκογλυφικών μικροδανείων», κάνοντας λόγο για την οικοδόμηση «άλλης μίας φυλακής χρέους».

Έτσι, οι «μικροτράπεζες» αυτές, τις οποίες θα μπορούν να ιδρύουν ή να συμμετέχουν σε αυτές και ξένα φυσικά ή νομικά πρόσωπα υπό την προϋπόθεση ότι έχουν έδρα στην Ελλάδα, θα μπορούν να καθορίζουν ελεύθερα το επιτόκιο το οποίο θα βαραίνει τους δανειολήπτες, σε μία θεσμική παραλλαγή της τοκογλυφίας. Όπως προβλέπει ο νόμος, το ελάχιστο αρχικό κεφάλαιο θα πρέπει να ανέρχεται στα 250.000 ευρώ, το οποίο θα πρέπει να διατηρείται σε επίπεδο ιδίων κεφαλαίων.

Σημειώνεται επίσης πως δυνατότητα να συμμετέχουν στις εταιρείες αυτές έχουν και πρόσωπα που υπάγονται στο δημόσιο τομέα, με ποσοστό όμως που δεν υπερβαίνει το 60% του κεφαλαίου της εταιρείας. Ακόμα, η διάρκεια αποπληρωμής μπορεί να είναι από 12 μήνες έως 10 χρόνια, ενώ το ποσό του δανείου θα πρέπει να προορίζεται για την κάλυψη αναγκών για επενδύσεις ή για κεφάλαιο κίνησης, ανάγκες εξοπλισμού ή μίσθωσης, εγγυήσεις, ακόμα και κόστη εκπαίδευσης

Στο διά ταύτα, πρόκειται για ποσά έως 25.000 ευρώ χωρίς εμπράγματες εξασφαλίσεις, με τα μικροδάνεια αυτά να απευθύνονται σε πολύ μικρές επιχειρήσεις, σε φυσικά πρόσωπα για τη σύσταση πολύ μικρών επιχειρήσεων, σε φυσικά πρόσωπα που ασκούν ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα, σε άτομα που θέλουν να εκπαιδευτούν ώστε να μπουν στην αγορά εργασίας, καθώς και σε άτομα τα οποία ανήκουν σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Αξίζει να σημειωθεί πως από τις διαδικασίες αυτές αποκλείονται άτομα που διαμένουν στην Ελλάδα για λιγότερα από δέκα χρόνια.

Η αδειοδότηση της Τράπεζας της Ελλάδας έρχεται με fast track διαδικασίες, τρεις μόλις μήνες μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου στη Βουλή, με τα συστημικά ΜΜΕ να κάνουν λόγο για μία «νέα, εναλλακτική μορφή χρηματοδότησης», θέτοντας ως στόχο την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού που υπάρχει στην επιχειρηματική δραστηριότητα, και κάνοντας λόγο για πλαίσιο που «αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία στην παρούσα συγκυρία, κατά την οποία η πανδημία του κορoνοϊού έχει εντείνει την ανάγκη νοικοκυριών και επιχειρήσεων για ρευστότητα».