Κατά την αγόρευση της, η Α. Θεοδωροπούλου εισηγήθηκε την ενοχή 36 κατηγορουμένων, αν και αναγνώρισε ότι η υπόθεση παρουσιάζει αρκετές δυσκολίες, καθώς έχουν περάσει 18 χρόνια από την απόφαση που αθώωνε ομοφώνως τους κατηγορούμενους από το σύνολο των αξιόποινων πράξεων, απάτη και ξέπλυμα μαύρου χρήματος.

Ο Άρειος Πάγος είχε ασκήσει αναίρεση κατά της απόφασης, καθώς έκρινε πως αθωωτική απόφαση δεν είχε πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, ως εκ τούτου χρηματιστές, επενδυτές, εφοπλιστές κρίνονται και πάλι από μηδενική βάση.

Η Α. Θεοδωροπούλου χαρακτήρισε λανθασμένη την απόφαση αθώωσης των κατηγορούμενων, τονίζοντας ότι σκοπός τους ήταν μακροπρόθεσμη δημιουργία πλασματικής  εικόνας της αγοράς, η καλλιέργεια επενδυτικής ευημερίας και η μακροπρόθεσμη σταθεροποίησή της.

«Πλήξατε, με τις μεθοδεύσεις, τον νόμο της ελεύθερης αγοράς με τη διόγκωση της τιμής των μετοχών που δεν θα διαμορφώνονταν σε αυτά τα επίπεδα» τόνισε στους κατηγορούμενους και πρόσθεσε πως «η διαμορφωθείσα τιμή στο ταμπλώ του ΧΑΑ δεν ήταν η “δίκαιη” τιμή, γιατί τη διαμόρφωσαν ψευδώς οι κατηγορούμενοι με τα πακέτα των μετοχών που έριξαν στην αγορά».