Το δημοσίευμα της «Καθημερινής» φιλοξενεί τις απόψεις πολλών μελών της 25μελούς Επιτροπής Λοιμωξιολόγων, που απαντούν σε ερωτήματα σχετικά με τη διαχείρισης της πανδημίας από τους ίδιους και την κυβέρνηση, μετά το τέλος της καραντίνας και ενόψει του δεύτερου κύματος. Παρατηρείται έντονος προβληματισμός σχετικά με την έξαρση των κρουσμάτων, με τους επιστήμονες να απαντούν σε ερωτήμα σχετικά με επιμέρους κυβερνητικές αποφάσεις, όπως και στο αν υπάρχει διάσταση απόψεων μεταξύ της Επιτροπής και της κυβέρνησης.

Ο καθηγητής Παθολογικής Φυσιολογίας Λοιμώξεων της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Νικόλαος Σύψας, παραδέχεται ότι στη δεύτερη φάση, τα κριτήρια δεν ήταν μόνο επιστημονικά, αλλά και οικονομικά. ««Εννοώ πως οι κυβερνητικές αποφάσεις δεν παίρνονται με κριτήρια αμιγώς επιστημονικά. Αν ήταν στο χέρι μας, για παράδειγμα, θα λέγαμε “κλείστε τα σύνορα”, “να μη λειτουργήσει κανένα κέντρο διασκέδασης” κ.ο.κ. Αυτό όμως δεν είναι εφικτό. Δεν μπορεί να καταστραφεί η οικονομία και να πεινάσει ο κόσμος. Στην ερώτησή σας περί χάσματος, τώρα, ρήξη δεν υπάρχει. Διαφορετικές απόψεις και διαφωνίες, ναι. Ακόμα και μεταξύ μας. Είκοσι πέντε άνθρωποι είμαστε, δεν μπορούμε να γίνουμε… Βόρεια Κορέα».

«Κάποιοι πίεσαν τον Γεωργιάδη για τη μη χρήση μάσκας στα εμπορικά κέντρα»

Σε άλλα ζητήματα όμως, η κριτική των λοιμωξιολόγων είναι πολύ πιο αιχμηρή. Εν μέσω της αύξησης των κρουσμάτων, τον Ιούλιο, το Υπουργείο Ανάπτυξης αποφασίζει να πάρει πίσω το μέτρο για υποχρεωτική χρήση μάσκας στα εμπορικά κέντρα. «Αυτό συνέβη επειδή προφανώς κάποιοι παράγοντες πίεσαν τον υπουργό. Εμείς δεν ερωτηθήκαμε. Από την άλλη μας ζητούσαν να ασχοληθούμε με λεπτομέρειες ήσσονος σημασίας: πόσα τραπέζια θα έχει ένα ρεστοράν ή από ποια πλευρά της μπουκαπόρτας θα γίνεται η επιβίβαση στα πλοία…», λέει μέλος της επιτροπής που θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία του.

Κριτική επίσης γίνεται και στον συνωστισμό που παρατηρείται στα μέσα μαζικής μεταφοράς, με την Ελένη Γιαμαρέλλου να τονίζει ότι «δείτε τι γίνεται στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Είπαν ότι θα αυξήσουν τα δρομολόγια, ανέστειλαν μάλιστα τις άδειες του προσωπικού. Κι όμως, η κατάσταση παραμένει τραγική. Έπρεπε να έχει διευθετηθεί το πρόβλημα του συνωστισμού στο μετρό και στα λεωφορεία. Τον Ιανουάριο θα έχουμε 300 νέα λεωφορεία, λένε. Μέχρι τότε τι θα γίνει, όμως; Θα “βράζει” ο κορονοϊός; Επίσης, πρέπει να βρεθεί τρόπος να προληφθεί η διασπορά της COVID-19 στα γηροκομεία, στα νοσοκομεία και στις δομές μεταναστών, ενδεχομένως με “πούλινγκ” δηλαδή με συγκεντρωτικούς ελέγχους έως δέκα δειγμάτων – μια πρακτική που χρησιμοποιείται ήδη σε πολλές χώρες».

Ως «μεγάλο σφάλμα» παρουσιάζεται και το τέλος της καθημερινής ενημέρωσης των πολιτών, που σιγά σιγά επανέρχεται, καθώς βρισκόμαστε στο δεύτερο κύμα της πανδημίας.

«Μεγάλο σφάλμα, πράγματι. Ουσιαστικά έτσι κάναμε ένα βήμα πίσω. Ο κόσμος έμεινε με την εντύπωση ότι η πανδημία πέρασε, ενώ παράλληλα φούντωσε η συνωμοσιολογία και το πεδίο έμεινε ελεύθερο για τους αρνητές του ιού. Εγώ δεν θα ρίξω το φταίξιμο στους πολίτες, χωρίς να αρνηθώ ότι έχουν μερίδιο ευθύνης όσοι δεν τηρούν τα μέτρα. Ας είμαστε ειλικρινείς: η πολιτεία φταίει, που δεν μπόρεσε να τους πείσει. Υπήρξαν όμως και άλλες δυσλειτουργίες του κρατικού μηχανισμού. Ο ΕΟΔΥ όφειλε να έχει κάνει περισσότερους ελέγχους, ώστε να γνωρίζουμε ποια είναι η ακριβής επίπτωση της COVID-19 σε κάθε νομό, σε κάθε πόλη. Είναι άδικο να εφαρμόζονται οριζόντια μέτρα και η Φωκίδα, για παράδειγμα, που δεν έχει περιστατικά, να υφίσταται ό,τι η Αθήνα ή η Χαλκιδική που είναι στο κόκκινο» , επισημαίνει ο Μάριος Λαζανάς, διευθυντής Παθολογικής – Λοιμωξιολογικής Κλινικής του ΙΑΣΩ General και επίσης μέλος της επιτροπής.

Προσθέτει ότι «δεν ξέραμε τι γίνεται κάθε καλοκαίρι στη Μύκονο και στην Πάρο; Δεν ξέραμε ότι τα νέα παιδιά κάθε χρόνο επιστρέφουν από τις διακοπές τους με ιογενείς λοιμώξεις; Δεν έπρεπε να το έχουμε προλάβει; Υπάρχει και η ευρωπαϊκή ευθύνη. Κανείς δεν αμφιβάλλει ότι έπρεπε να γίνει άνοιγμα του τουρισμού και είναι γεγονός ότι από τους ελέγχους στα αεροδρόμια δεν προέκυψαν πολλά κρούσματα. Δεν έπρεπε να έχει θεσπιστεί ένα ευρωπαϊκό διαβατήριο υγείας; Για να ταξιδέψεις στη Λατινική Αμερική πρέπει να διαθέτεις βεβαίωση ότι έχεις εμβολιαστεί για τον κίτρινο πυρετό. Τέλος, για να έρθω στα χερσαία σύνορά μας: το πρόβλημα κατά τη γνώμη μου ξεκίνησε από τους εισερχόμενους από την Αλβανία, η οποία είναι πολύ επιβαρυμένη επιδημιολογικά. Και αυτό θα έπρεπε να το έχουν προλάβει. Δεν το έκαναν. Και ιδού πού φτάσαμε».

Το σπασμένο τηλέφωνο με τον ΕΟΔΥ

Εντύπωση και σοβαρά ερωτήματα προκαλούν και οι καταγγελίες για παραπλανητικά και προβληματικά στοιχεία από τον ΕΟΔΥ. «Στις 28 Ιουλίου μας ενημέρωσαν ότι ο R0 ήταν πολύ χαμηλός, μόλις 0,41. Αυτό μας δημιούργησε έναν εύλογο εφησυχασμό, ότι όλα πάνε καλά, ότι η επιδημία σβήνει, ενώ στην πραγματικότητα η πορεία ήταν επικίνδυνα ανοδική», αναφέρει ένας εκ των ειδικών.

Η «Καθημερινή» σημειώνει επίσης ότι «συχνά η επιτροπή δεν είχε στα χέρια της επικαιροποιημένα δεδομένα για τα κρούσματα και την κατανομή τους ανά την επικράτεια. Τους ζητούσαν, δηλαδή, να προτείνουν λύσεις χωρίς να έχουν σαφή εικόνα για το μέγεθος του προβλήματος. Γνωμοδότηση στα τυφλά…»

«Εφησυχάσαμε όλοι αρχές καλοκαιριού»

Μέλη της Επιτροπής κάνουν λόγο για λανθασμένο εφησυχασμό όλων των παραγόντων, τόσο των επιστημόνων και της κυβέρνησης, όσο και των πολιτών. Στέκονται επίσης στο λάθος των «ισχυρών συστάσεων» για τη χρήση μάσκας και όχι στην εντολή για υποχρεωτική χρήση, αλλά και στη συμπεριφορά των νέων.

«Αμέσως μετά την άρση του lockdown, περάσαμε έναν ολόκληρο μήνα καθορίζοντας λεπτομερώς τα πρωτόκολλα της επανεκκίνησης διάφορων κλάδων. Υποτιμήσαμε ίσως τη δυσκολία της εφαρμογής τους. Καλώς ή κακώς, στηριχθήκαμε στον πατριωτισμό των Ελλήνων, στη συμμόρφωση του πληθυσμού. Κάναμε “ισχυρές συστάσεις” και αποφύγαμε να μπει η λέξη “υποχρεωτικός” δίπλα στα μέτρα. Τη φοβηθήκαμε, γιατί η υποχρέωση συνεπάγεται έλεγχο, αστυνόμευση και πρόστιμα. Αν πρέπει να κάνω κριτική –και αυτοκριτική– θα πω ότι στην αρχή του καλοκαιριού περάσαμε τη φάση του εφησυχασμού. Και εμείς, και η κυβέρνηση, και οι πολίτες. Το ότι τα σχολεία άνοιξαν και δεν είχαμε κρούσματα μας έδωσε έναν αέρα σιγουριάς και την ψευδαίσθηση ότι η κατάσταση ελέγχεται. Επίσης, έπρεπε να υπάρχει μια πιο στοχευμένη ενημέρωση της κοινής γνώμης», υποστηρίζει ο Χαράλαμπος Γώγος, καθηγητής Παθολογίας στο Ιατρικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Πατρών και μέλος της επιτροπής εμπειρογνωμόνων.

«Τα κρούσματα που ανακοινώνονται κάθε μέρα δυστυχώς είναι η κορυφή του παγόβουνου»

Οι επιστήμονες εμφανίζονται ιδιαίτερα ανήσυχοι για την έξαρση της πανδημίας, τονίζοντας ότι ο πραγματικός αριθμός των κρουσμάτων είναι πολλαπλάσιος από όσα βρίσκονται, ενώ δεν μπορεί να εκτιμηθεί με ακρίβεια η διασπορά.

«Αυτή τη στιγμή η διασπορά της πανδημίας στη χώρα μας οφείλεται κυρίως στην κυκλοφορία του ιού σε άτομα ηλικίας 20-30 ετών. Και δεν σας κρύβω ότι ανησυχώ πολύ, γιατί η πραγματική διασπορά είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτήν που καταγράφεται», λέει ο Χαράλαμπος Γώγος. «Αυτή η κινητικότητα και η ανεμελιά των νέων πρέπει πάση θυσία να συγκρατηθούν τις επόμενες εβδομάδες. Χρειαζόμαστε επίσης επιτήρηση παντού –και ποσοτική, και ποιοτική– αύξηση των εργαστηριακών ελέγχων και προσπάθεια να βγαίνουν πολύ γρήγορα τα αποτελέσματα, ώστε να ξεχωρίζουμε άμεσα τα ύποπτα κρούσματα από τα θετικά.

Και, κάτι που πρέπει να συνειδητοποιήσουν όλοι οι φορείς, χρειαζόμαστε ουσιαστική στήριξη της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, γιατί τα νοσοκομεία μας δεν θα τα βγάλουν πέρα το φθινόπωρο και τον χειμώνα αν η πίεση είναι μεγάλη, όπως αναμένεται. Κάποιοι ασθενείς με ήπια εκδήλωση της νόσου θα πρέπει να μείνουν στο σπίτι τους. Θα χρειαστούν έναν γιατρό δίπλα τους. Δεν γίνεται να τους παρακολουθούμε από το τηλέφωνο…».