Το σωστικό πλοίο Lifeline το οποίο μεταφέρει περισσότερους από 230 μετανάστες στη Μεσόγειο, θα δεχθεί τελικά η Μάλτα, βάζοντας τέλος στην αντιπαράθεση με την Ιταλία, η οποία είχε αρνηθεί να εισέλθει το πλοίο σε κάποιο λιμάνι εντός της χώρας της.
 
Ο Πρωθυπουργός της Μάλτας, Joseph Muscat, τόνισε ότι επτά χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης είχαν προσφερθεί να μοιραστούν το βάρος των μεταναστών με τη Μάλτα, ενώ στη συνέχεια σημείωσε πως «το πλοίο θα λάβει άδεια εισόδου σε ένα λιμάνι της Μάλτας, όπου θα ξεκινήσουν αμέσως οι διαδικασίες για αναγνώριση, παροχή ασύλου και διανομή σε άλλα κράτη – μέλη».
 
Και πρόσθεσε πως αν και η Μάλτα δεν ήταν νομικά υποχρεωμένη να δεχθεί το πλοίο, η κυβέρνηση έλαβε την πρωτοβουλία για μια λύση προτού η κατάσταση κλιμακωθεί σε μια ανθρωπιστική κρίση».
 
Υπενθυμίζεται ότι η Ιταλία ζήτησε από τη Μάλτα να δεχτεί το πλοίο, που ανήκει στη γερμανική μη κυβερνητική οργάνωση Mission Lifeline, καθώς ο υπουργός Εσωτερικών Ματέο Σαλβίνι του έκλεισε την πόρτα, λέγοντας ότι οι πρόσφυγες που επιβαίνουν σ' αυτό θα πρέπει να μεταφερθούν στην Ολλανδία. Από μεριάς της η Μάλτα είχε δηλώσει ότι δεν είναι υπεύθυνη για το πλοίο δεδομένου ότι την επιχείρηση διάσωσης χειρίστηκε το κέντρο συντονισμού της Ρώμης σε συνεργασία με τις λιβυκές αρχές.
 
Πρόκειται για το δεύτερο πλοίο μετά το Aquarius, το οποίο παρέμενε τις τελευταίες μέρες σε διεθνή ύδατα στη Μεσόγειο, γεγονός που υποδηλώνει τη διάσταση απόψεων μεταξύ των κρατών – μελών της ΕΕ, αναφορικά με το προσφυγικό, σημειώνει το Reuters. Επιπλέον, το πρακτορείο αναφέρει ότι η Ιταλία από το 2014 έχει δεχθεί 650.000 μετανάστες, ενώ η Μάλτα δέχεται μόνο όσους έχουν ανάγκη από ιατρική περίθαλψη.
 
Σημειώνεται ότι στην πρόταση της Ιταλίας να γυρίσει το πλοίο πίσω στη Λιβύη, το πρακτορείο αναφέρει ότι κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να γίνει εφικτό καθώς η χώρα δεν αποτελούσε μέρος ασφάλειας για τους επιβαίνοντες.
 
Στις 28 και 29 Ιουνίου έχει προγραμματιστεί σύνοδος Κορυφής αναφορικά με το μεταναστευτικό στην ΕΕ, με τη γερμανική κυβέρνηση να δέχεται πιέσεις για τροποποίηση της μεταναστευτικής πολιτικής της Ένωσης, και την Ιταλία να ζητά ορθολογικότερη κατανομή μεταναστών και προσφύγων στα κράτη – μέλη της ΕΕ, ώστε να μην υπάρχει συνωστισμός στις χώρες εισόδου.