Μαρτυρίες αιτούντων αλλά και αναγνωρισμένων προσφύγων οι οποίοι χρήζουν διεθνούς προστασίας αλλά όπως διαφαίνεται από αυτές, αφού διέλθουν των συνόρων μέσω Έβρου, συλλαμβάνονται επί ελληνικού εδάφους, κρατούνται και οδηγούνται με αστυνομική συνοδεία στα σύνορα, όπου και επαναπροωθούνται στην Τουρκία, φέρνει στην επιφάνεια το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες (EΣΠ). Μάλιστα, όπως σημειώνει το Συμβούλιο οι καταγγελίες για επαναπροωθήσεις στον Έβρο είναι σταθερές και με αυξανόμενο ρυθμό.


«Παγιωμένη πρακτική των αρχών»

 
Το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες αναφέρει ότι λαμβάνει επαναλαμβανόμενες σχετικές καταγγελίες, ορισμένες εκ των οποίων δημοσιεύονται και οι οποίες «καταδεικνύουν μια παγιωμένη πρακτική των αρχών, κατά τη διαχείριση των πληθυσμών των πολιτών τρίτων χωρών που επιδιώκουν παράτυπη είσοδο στη χώρα. Ο τρόπος και οι συνθήκες υπό τις οποίες λαμβάνουν χώρα προσθέτουν έτι περαιτέρω στην, ούτως ή άλλως, αυθαίρετη και αντίθετη στο εθνικό και διεθνές δίκαιο, πρακτική. Το πλέον ανησυχητικό, όμως, ζήτημα είναι πως, το τελευταίο διάστημα, τα σχετικά αναφερόμενα περιστατικά φαίνεται να αυξάνονται και να συστηματοποιούνται».
 
Σύμφωνα με το EΣΠ, πολυμελείς οικογένειες, εγκυμονούσες, θύματα βασανιστηρίων αλλά και ανήλικοι είναι μερικά από τα θύματα των επαναπροωθήσεων, που μιλούν μέσα από τις προσωπικές τους ιστορίες και τις τραγικές αναμνήσεις τους από κάποια επιχείρηση επαναπροώθησης στον Έβρο. «Κοινός παρονομαστής των μαρτυριών τους, η αυθαίρετη σύλληψή τους σε αστυνομικά κρατητήρια, υπό άθλιες, μάλιστα, συνθήκες υγιεινής, η χρήση βίας, και η εν συνεχεία μεταφορά τους, στοιβαγμένοι σε βανάκια, στη μία όχθη του ποταμού, απ΄ όπου με βάρκες με υπεράριθμους επιβάτες, μεταφέρονται στην άλλη όχθη του ποταμού, θέτοντας εκ νέου τη ζωή τους σε κίνδυνο, κατά παραβίαση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
 
Η αναφερόμενη αυτή πρακτική επαναπροωθήσεων, όπως αναδεικνύεται μέσα από πληθώρα μαρτυριών που βρίσκονται στη διάθεση του ΕΣΠ, παραβιάζει βασικές διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας, ήτοι το δικαίωμα μη επαναπροώθησης, όπως αυτό κατοχυρώνεται μεταξύ άλλων από τη Σύμβαση της Γενεύης (1951), το δικαίωμα πρόσβασης στο άσυλο, το οποίο ρητά προβλέπεται, μεταξύ άλλων από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ,  και την απόλυτη απαγόρευση της έκθεσης σε κίνδυνο βασανιστηρίων, απάνθρωπης και ταπεινωτικής μεταχείρισης οποιουδήποτε προσώπου βρίσκεται εντός της ελληνικής επικράτειας, ανεξαρτήτως του καθεστώτος παραμονής του, σύμφωνα με το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ.
 
Υπενθυμίζεται ότι, ήδη από τον Ιούνιο του 2017, ο Επίτροπος για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου του Συμβουλίου της Ευρώπης, με αφορμή αναφερόμενες επαναπροωθήσεις από τα χερσαία ελληνοτουρκικά σύνορα, είχε καλέσει τις ελληνικές αρχές να σταματήσουν τις επιχειρήσεις επαναπροώθησης και να τηρήσουν τις υποχρεώσεις τους με βάση τα ανθρώπινα δικαιώματα, ότι όλοι οι άνθρωποι που φτάνουν στην Ελλάδα μπορούν να ασκήσουν μέχρι τέλους το δικαίωμά τους να ζητήσουν και να απολαύσουν το δικαίωμα στο άσυλο.1 Αντίστοιχα, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, είχε καλέσει τις ελληνικές αρχές να διερευνήσουν διεξοδικά τα αναφερόμενα περιστατικά.2   
 
Λαμβάνοντας υπόψη τις επαναλαμβανόμενες και αυξανόμενες αναφορές σχετικά με πρακτικές επαναπροωθήσεων στον Έβρο, το ΕΣΠ καλεί τις ελληνικές αρχές να εξετάσουν τις αναφορές αυτές με τρόπο ενδελεχή, υπενθυμίζει δε, ότι τόσο οι εν λόγω πρακτικές, εφόσον επιβεβαιωθούν, όσο και η αποτυχία αυτές να εξεταστούν αποτελεσματικά και στο πλαίσιο μιας ανεξάρτητης διαδικασίας, συνιστούν παραβίαση του εθνικού δικαίου και των διεθνών υποχρεώσεων της χώρας».
«….έδειξα την άδεια παραμονής και άλλα έγγραφα που είχα μαζί μου, αλλά κάθε φορά που μιλούσα οι αστυνομικοί με χαστούκιζαν, ενώ μου πήραν τα χαρτιά που τους έδειξα, όπως και τα χαρτιά των άλλων, που δεν είδα εγώ τι ήταν. Μας οδήγησαν σε ένα αστυνομικό τμήμα και ήταν βίαιοι μαζί μας κάθε φορά που μιλούσαμε. Μας άφησαν χωρίς νερό και φαγητό μέχρι το βράδυ· μετά μας έβαλαν κουκούλες στο κεφάλι και μάς οδήγησαν στο ποτάμι, όπου μάς έβαλαν σε μια βάρκα και μάς έστειλαν στην Τουρκία…»

«…Μας άρπαξαν όλα τα πράγματα και τα πέταξαν, ήμασταν με ακόμα 30 περίπου άτομα. Όποιος αντιδρούσε, τον χτυπούσαν. Και τις τέσσερις φορές ήταν άντρες με μαύρες στολές και καλυμμένα τα πρόσωπα τους με μάσκες και μιλούσαν ελληνικά. Μας πήγανε σε ένα αστυνομικό τμήμα με βανάκι , το οποίο ήταν κοντά σε ένα χωριό και είχε κοντά ένα σπιτάκι. Πριν ξημερώσει, μας πήγαν πίσω στα σύνορα. Μας πέρασαν με βάρκες σ’ ένα νησάκι στο ποτάμι, όποιος αντιδρούσε και σήκωνε το κεφάλι του τον χτυπούσαν στο κεφάλι δυνατά. Μας άφησαν όλους εκεί στο νησάκι, μας είπαν ότι είμαστε στην Τουρκία και έφυγαν. Ήταν πολύ επικίνδυνο και έκανε κρύο. Προσπαθήσαμε με ξύλα να βρούμε κάποια σημεία που να είναι πιο ρηχά για να μην πνιγούμε ώστε να φτάσουμε ασφαλείς στην Τουρκία».
 

Διαβάστε τις μαρτυρίες που φέρνει στην επιφάνεια το Ε.Σ.Π.: