Ο πρώτος μάρτυρας κατέθεσε με ένα απολύτως μειλίχιο ύφος, γεμάτο συγκατάβαση και κατανόηση, ότι την ώρα που όλοι κάθονταν και δεν έκαναν τίποτα, ένας μόνο αποφάσισε να δράσει, ο Χορταριάς, γιατί τον διακρίνει η αίσθηση του καθήκοντος.

Ρωτά η συνήγορος Κλ. Παπαπαντολέων, αργότερα, αν πήρε τηλέφωνο την αστυνομία, απαντά όχι και πάμε παρακάτω.

«Μέσα σε αυτό το επιστέγασμα της απάθειας και αδιαφορίας, ο Θανάσης βλέποντας αυτή τη κατάσταση ανέλαβε μια πρωτοβουλία». 

[…]

«Πήγε και σήκωσε το πόδι του 7 φορές, από αυτές οι 5 στη τζαμαρία. Πήγε να τον βγάλει από κει, τον πήρε από τον γιακά και τον έβγαλε έξω». 

Και πιο κάτω:

Αζαρ: Ο Θανάσης είναι τέρας ψυχραιμίας και πήγε με έναν σκοπό εκεί.

Πρόεδρος: Με ποιο σκοπό; 

Αζαρ: Ένα, να προστατεύσει τον νεαρό που είχε ένα περιλαίμιο με τζάμια και βγαίνοντας δεν ήξερε τι θα συμβεί με τους απ’ έξω, ήθελε να τον βγάλει έξω…

(Καταγραφή από ZackieOh Justice Watch)

Και προστάτευε και τους απ’ έξω, γιατί ως γνωστόν ο Ζακ σύμφωνα με την υπεράσπιση των κατηγορουμένων και τους μάρτυρές τους ήταν οπλισμένος, με το περίφημο μαχαίρι που ποτέ δεν είδαμε να κρατάει.

Βεβαίως όταν ρωτά (εύλογα) ο εισαγγελέας, πώς και δεν τον άφησε μέσα στο κατάστημα τον Ζακ ο Χορταριάς, αφού ήθελε να προστατεύσει τον κόσμο, απαντά ότι θα έβγαινε έτσι κι αλλιώς, αφού προσπαθούσε να σπάσει την τζαμαρία με το κεφάλι του.

Καλύφθηκε ο εισαγγελέας με αυτή την απάντηση, καλύφθηκα κι εγώ, αν μου επιτρέπετε.

Τον ρωτούν για το τουίτερ και είναι ο πρώτος που θα μας πει ότι δεν έχει social media, όπως και κανείς άλλος. Ευτυχώς, διότι κάτι τέτοιο θα αποκάλυπτε μια εντελώς διαφορετική εικόνα για τον φίλο τους.

Βρίσκω εντυπωσιακό ότι αυτοί οι άνθρωποι της μειλίχιας μισανθρωπίας, δεν εκφράζουν κανέναν προβληματισμό μπροστά στο ερώτημα αν θεωρούν ότι κάτι έπρεπε να γίνει διαφορετικά.

Ερωτήθηκε από τον συνήγορο του Χορταριά αν εκ των υστέρων δικαιώνεται η συμπεριφορά του φίλου του και απάντησε πως είναι προφανές ότι δικαιώνεται! Με νεκρό έναν άνθρωπο που δεν έφταιξε σε τίποτα, ο μάρτυρας υπεράσπισης του Χορταριά έρχεται στο δικαστήριο και δηλώνει με απόλυτη ψυχραιμία ότι η πράξη του φίλου του δικαιώθηκε.

Η δεύτερη μάρτυρας τον γνωρίζει 40 χρόνια και επίσης έχει συνεργαστεί μαζί του, αλλά βεβαίως δεν έχει δει το βίντεο, γιατί η ζωή είναι πιο εύκολη για να υπερασπιστείς κάποιον που έχει κλωτσήσει κάποιον αθώο σχεδόν μέχρι θανάτου, αν δεν δεις το βίντεο που είναι το βασικό πειστήριο του εγκλήματος.

Απαιτείται όμως ένα ακόμη άλμα πίστης στη συνέχεια, όταν πρέπει και εκείνη να πει ότι για «Όλους αυτούς τους χαρακτηρισμούς για δεξιό, φασίστα, δεν έχει υποπέσει στην αντίληψή μου κάτι». […] «Τον έχω αντιληφθεί ως άνθρωπο που έχει μέλημα την οικογένειά του, τα παιδιά του».

Δηλαδή είναι μια μάρτυρας που λέει ότι τον ξέρει σαράντα χρόνια, αλλά δεν έχει καταλάβει αν είναι (ακρο)δεξιός γιατί δεν έχει σόσιαλ μίντια και δεν έχει δει και το βίντεο.

Όσο για την οικογενειακή θαλπωρή που αποπνέουν οι μαρτυρίες για τον Χορταριά, θέλω να εκφράσω την αδιαφορία μου για τη στάση του απέναντι στους δικούς του ανθρώπους. Δεν είμαι γιος του, κόρη του, σύζυγός του, ούτε ο Ζακ ήταν. Επειδή μπορεί μια χαρά ένας άνθρωπος να συνδυάζει τη βαρβαρότητα κατά την επίθεση σε μέλη μειονοτήτων, με την αγάπη ή και την τρυφερότητα προς τα παιδιά του, θέλω να εξηγήσω με έμφαση ότι το ένα δεν αποκλείει το άλλο. Το μόνο που προσφέρει μια τέτοια επιχειρηματολογία είναι να γαργαλήσει τα πατριαρχικά αντανακλαστικά του «καλού οικογενειάρχη» έναντι του υποτιθέμενου περιθωρίου. Τα ίδια ισχύουν σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό με την επόμενη μαρτυρία, της συζύγου του.

Ξεκινώντας, λέει ότι είναι σαράντα χρόνια μαζί και ότι πρόκειται για άνθρωπο που υπήρξε πάντα υποστηρικτικός απέναντι στην οικογένειά του.

Προσπερνώ βιαστικά αλλά χωρίς να την αποσιωπήσω την κρίσιμη πληροφορία για τα χαρτομάντιλα, ότι το αυτοκίνητό του ήταν γεμάτο χαρτομάντιλα που πουλούσαν αλλοδαποί στα φανάρια. Η πρόεδρος μάλωσε την αίθουσα που ξέσπασε σε γέλια και η δίκη συνεχίστηκε με ενδιαφέρουσες πληροφορίες για το πώς μπορεί να περιγράψει κανείς τα ίδια γεγονότα που είδαμε όλοι.

Μεταφέρει τη φράση του Χορταριά ότι «Προσπάθησα να χτυπήσω πάνω δεξιά για να πέσουν τα γυαλιά και να μην τον τραυματίσουν» και αναφέρει ότι δεν του άρεσε που στο τέλος ο καταστηματάρχης τον κλώτσησε. «Ο στόχος δεν ήταν να χτυπήσουμε αυτόν τον άνθρωπο», της έλεγε ο κατηγορούμενος Χορταριάς όταν γύρισε σπίτι μετά την επίθεση στον Ζακ, και αυτή η ολισθηρή πλαγιά της απομάκρυνσης από την πραγματικότητα καταλήγει με την αξεπέραστη κορωνίδα ότι ο βίαιος σε αυτή την ιστορία ήταν ο Ζαχαρίας Κωστόπουλος. Είπε ότι οι κλωτσιές δεν τον πέτυχαν και όταν πια επικαλέστηκε την πραγματογνωμοσύνη που αναφέρει ότι κανένα χτύπημα δεν ήταν μοιραίο, η μητέρα του Ζακ βγήκε από την αίθουσα αποκαλώντας τον Χορταριά δολοφόνο, φέρνοντας μια ισορροπία σε σχέση με όσα εξωφρενικά είχαν προηγηθεί.

Για τις θέσεις του Χορταριά πέσαμε και πάλι στο τείχος των ανθρώπων χωρίς πρόσβαση στο ίντερνετ, είπε ότι δεν έχει τουίτερ, συνεπώς αγνοεί τη χυδαία επιδοκιμασία για τον ξυλοδαρμό Μπουτάρη, διότι λογικά αυτά ο Χορταριάς τα γράφει μόνο στο τουίτερ, κατά τη φυσική συναναστροφή είναι μόνο ένας υποστηρικτικός οικογενειάρχης.

Όταν και πάλι της ζητήθηκε να κάνει τον απολογισμό αυτών που έχουν συμβεί, απάντησε ότι είναι δυσαρεστημένη για αυτά που αναγκάστηκαν να υποστούν.

Βρισκόμαστε την τελική φάση της δίκης, θα ολοκληρώνονταν οι μαρτυρικές καταθέσεις αν δεν επέμενε η πλευρά της υπεράσπισης των κατηγορουμένων να φέρει στην επόμενη δικάσιμο τη δική τους πραγματογνώμονα, η οποία απουσίαζε στις 21, για να μπούμε και πάλι στη συζήτηση για τα ιατροδικαστικά δεδομένα, όπου θα αξιολογούμε πάλι και πάλι το κατά πόσο ο ομαδικός ξυλοδαρμός συνεισέφερε στον θάνατο ή μήπως ήταν σύμπτωση…

Ο λόγος των μαρτύρων υπεράσπισης βασίζεται σε μερικές πολύ σταθερές προκείμενες, εντελώς σαφείς και ορατές: αυτός ο άνθρωπος που εκφραζόταν από τον δικό του λογαριασμό στο τουίτερ με τόσο μισανθρωπικό λόγο, ήταν στην προσωπική του ζωή ένα αρνάκι γεμάτο όρεξη για βοήθεια και προσφορά.

Και αυτό το βίντεο που όλοι είδαμε, αδυνατεί να περιγράψει την μεγάλη αγκαλιά του προς τα μέλη της οικογένειάς του. Ξαναλέω ότι αυτό δεν έχει καμία σημασία αν είναι αλήθεια ή ψέματα. Η αλήθεια είναι ότι κάποιος που διακόπτει το φαγητό του σε γειτονική ταβέρνα για να τσακίσει στο ξύλο έναν άγνωστο, είναι παντελώς αδιάφορο αν τα δικά του παιδιά τα χτυπάει ή τα χαϊδεύει.

Θα παρατηρήσατε ότι δεν υπήρξαν αντίστοιχοι μάρτυρες υπεράσπισης για τον κοσμηματοπώλη Δημόπουλο. Δεν μπορούμε να ξέρουμε τους λόγους, αν δεν βρέθηκαν ή δεν το προτίμησε η υπεράσπισή του, αλλά για μας δεν θα λείψει καθόλου λίγη ακόμα οικογενειολατρεία για να ξεπλύνει ένα έγκλημα.

Το έγκλημα περιγράφεται με πολύ μεγάλη ακρίβεια στον λόγο αυτών που φώναξαν έξω από την αίθουσα του δικαστηρίου: «Στην Ομόνοια δεν έγινε ληστεία, μπάτσοι και αφεντικά κάναν δολοφονία».