«Με τα σημερινά δεδομένα η λειτουργία του μετρό θα άρχιζε χωρίς τον σταθμό Βενιζέλου τέλη του 2022. Αλλά αυτό θα σήμαινε ένα έργο κολοβό. Επιστρέφουμε, λοιπόν, στην αρχική λύση για τον σταθμό -με απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιολογικών ευρημάτων. Σύμφωνα, πάντα, με την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, στο πλαίσιο του αρχαιολογικού νόμου και βάσει της πρακτικής που ακολουθήθηκε στον σταθμό Αγίας Σοφίας. Ετσι, το μετρό θα λειτουργήσει ενιαίο και στο σύνολό του τον Απρίλιο του 2023» υποστήριξε από το βήμα της ΔΕΘ ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

«Η εξαγγελία του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ δεν λαμβάνει υπόψη τις πραγματικές ανάγκες ή την πρόοδο του τεχνικού έργου αλλά δείχνει να υπαγορεύεται από εμμονή συγκεκριμένων κύκλων για απόσπαση ή και «εξαφάνιση» των αρχαιοτήτων από το Μετρό της Θεσσαλονίκης, αντίληψη αναχρονιστική και εν τέλει παρωχημένη» αναφέρει ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων, που καλεί όλους τους πολίτες και τους φορείς της πόλης καθώς και τους επιστημονικούς φορείς να ταχθούν στο πλευρό μας για να μην γυρίσει το έργο του Μετρό 4 χρόνια πίσω.

Παράλληλα, σε ψήφισμά της Κίνηση Πολιτών Θεσσαλονίκης για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, που ήδη συγκεντρώνει πάνω από 2.000 υποστηρικτές στο facebook, υποστηρίζει ότι το σχέδιο της ΝΔ, «προκαλεί αναίτια καθυστέρηση στην ομαλή πορεία του έργου, (ήδη 7 χρόνια εκτός αρχικού σχεδίου), τεράστια αύξηση του χρόνου και του κόστους υλοποίησής του και ακύρωση των μελετών και των εργασιών που πραγματοποιήθηκαν τα τελευταία δύο χρόνια, προς την κατεύθυνση της κατά χώραν διατήρησης του μνημειακού συνόλου. Επιπλέον, εγείρει την ανάγκη εκπόνησης νέων μελετών και νέων ανασκαφικών εργασιών, με άγνωστο οικονομικό κόστος καθώς και αποζημιώσεις του εργολάβου για την ακύρωση της προηγούμενης λύσης.

Οι αρχαιότητες του Σταθμού Βενιζέλου, έκτασης 1500 τ.μ., ξεχωρίζουν για τη μοναδικότητά τους γιατί ανασυστήνουν την έννοια του αστικού χώρου της Βυζαντινής πόλης, αναδεικνύουν τη ρυμοτομία της Θεσσαλονίκης και αποτελούν το πλέον ευανάγνωστο και αυτούσιο κομμάτι του ιστορικού κέντρου της πόλης, το οποίο επιβίωσε έως σήμερα. Η ολοκληρωμένη αρχαιολογική μαρτυρία οφείλει να συνεχίσει να υπάρχει, επισκέψιμη, διδακτική και αλώβητη.

Καλούμε την ελληνική και διεθνή κοινότητα:
• να στηρίξει την προσπάθεια διάσωσης και κατά χώραν ανάδειξης των αρχαιοτήτων του Σταθμού Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη εφαρμόζοντας τις εγκεκριμένες αποφάσεις και μελέτες,
• να υποστηρίξει την απόλυτα συμβατή συνύπαρξη των Αρχαίων και του Μετρό και
• να στείλει μήνυμα στην πολιτική ηγεσία για την ανάδειξη του παρελθόντος μας μέσα από το μέλλον. Να σταματήσει το μεγαλύτερο έγκλημα που επιχειρείται να γίνει στην πόλη τις τελευταίες δεκαετίες.»

Δείτε εδώ το ψήφισμα

ΣΥΡΙΖΑ: Ποια οικονομικά συμφέροντα και σκοτεινές συμφωνίες επιβάλλουν το αδιανόητο χάος;

Σε ανακοίνωσή του, σχετικά με τα αρχαία του Μετρό της Θεσσαλονίκης, το τμήμα Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ σημειώνει, ότι με την αλλαγή πολιτικής που ανακοίνωσε «με περισσή ευκολία» από την ΔΕΘ, ο πρωθυπουργός, όσον αφορά την ολοκλήρωση του Μετρό Θεσσαλονίκης, «έθεσε εκ νέου ένα δίλημμα που η κοινωνία της Θεσσαλονίκης έχει πλέον υπερβεί, προκαταβάλλοντας μάλιστα αποφάσεις γνωμοδοτικών συμβουλίων που ακόμη δεν έχουν συνεδριάσει».

Όπως αναφέρεται στην ίδια ανακοίνωση, η «απόφαση απόσπασης των αρχαιολογικών ευρημάτων του σταθμού της Βενιζέλου, δεν ήρθε βέβαια ως κεραυνός εν αιθρία», αλλά την προκατέλαβαν δηλώσεις «προσώπων, στα οποία φαίνεται πως κόστισε πολύ, τόσο η αλλαγή πολιτικής κατά την περίοδο 2015-2019, όσο και η πάνδημη αποδοχή από τους πολίτες της Θεσσαλονίκης της λύσης ‘Και αρχαία και Μετρό’».

Ο ΣΥΡΙΖΑ θέτει τα ερωτήματα, αν αρκεί ο ρεβανσισμός για να δικαιολογήσει την απόφαση να τιναχτεί στον αέρα ένα τόσο σημαντικό έργο, αλλά και «ποια οικονομικά συμφέροντα και σκοτεινές συμφωνίες επιβάλλουν το αδιανόητο χάος που θα προκύψει στην καθημερινότητα και την εμπορική ζωή της πόλης, χωρίζοντας και πάλι τους κατοίκους της σε αντιμαχόμενα στρατόπεδα». Τονίζει δε, ότι ένα από τα εντυπωσιακότερα μνημειακά σύνολα, πέφτει «θύμα ιδεοληπτικών εμμονών και ιδιωτικών συμφερόντων», ενώ η διατήρησή του δίνει τη «δυνατότητα δημιουργίας ενός εμβληματικού ιστορικού τοπόσημου για τη Θεσσαλονίκη, ανυπολόγιστης σημασίας, τόσο για την ιστορική ταυτότητα της πόλης, όσο και για την τουριστική και την εν γένει οικονομική ανάπτυξή της».

Τέλος, το τμήμα Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ κατηγορεί την κυβέρνηση ότι απαξιώνει τα αρχαιολογικά τεκμήρια, προκρίνοντας «χωρίς κανένα θεσμικό φραγμό και αιδώ, μια αμφίβολης υλοποίησης αρχαιολογική Ντίσνεϋλαντ».

«Συστράτευση στην προσπάθεια για μια πόλη που αγκαλιάζει το μέλλον χωρίς να παραχώνει το παρελθόν» ζητάει η «Πόλη Ανάποδα – Δύναμη Ανατροπής»

«Με ειλικρινή απορία παρακολουθούμε αυτές τις μέρες πολιτικούς παράγοντες και ΜΜΕ να ανακινούν το ζήτημα της μετακίνησης των αρχαιοτήτων στον υπό κατασκευή σταθμό του μετρό στη Βενιζέλου. Ένα ζήτημα που έμοιαζε να έχει λήξει σχεδόν τρία χρόνια πριν όταν είχε επικρατήσει η λογική και προκρίθηκε η λύση της παραμονής των μνημείων μέσα στον σταθμό» αναφέρει σε ανακοίνωσή της η δημοτική παράταξη «Πόλη Ανάποδα – Δύναμη Ανατροπής» και προσθέτει:

«Οι Θεσσαλονικείς έχουν υποβληθεί για χρόνια στην αχρείαστη ταλαιπωρία της κατασκευής μετρό σε μια πόλη που ήταν γνωστό ότι διαθέτει ένα πλούσιο αρχαιολογικά υπέδαφος, παρά τις ρεαλιστικές προτάσεις που μιλούσαν για επίγεια μέσα σταθερής τροχιάς. Δεν είναι δυνατόν λοιπόν, όταν έχει πλέον δρομολογηθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο η λύση σε ένα θέμα που επέτεινε ακόμη περισσότερο αυτή την ταλαιπωρία, ξαφνικά οι νέες διοικήσεις κράτους, περιφέρειας και δήμου να σχεδιάζουν να αλλάξουν άρδην το υπάρχον σχέδιο κατασκευής του σταθμού Βενιζέλου, τάχα για να «επιταχύνουν τις διαδικασίες».

Το εντυπωσιακά διατηρημένο τμήμα της περίφημης βυζαντινής Μέσης Οδού (Decumanus Maximus) που ανακαλύφθηκε στο σημείο που είχε σχεδιαστεί ο συγκεκριμένος σταθμός, χαρακτηρίστηκε εξαρχής από την επιστημονική κοινότητα ως ένα μνημειακό σύνολο παγκόσμιας σημασίας και αναγνωρίστηκε ως ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας και της ταυτότητας της Θεσσαλονίκης.

Αυτό δεν φάνηκε να πτοεί κάποιους που κατά τα άλλα κόπτονται για την ιστορία, το παρελθόν, την παράδοση και άλλα τέτοια ηχηρά, καθώς επί κυβέρνησης Σαμαρά έγινε πεισματική προσπάθεια να προχωρήσει η απόσπαση των αρχαιοτήτων -που συνοδευόταν από σχέδια για πιθανή επανατοποθέτησή τους μετά την κατασκευή του Σταθμού- για να μην καθυστερήσει το έργο (και για να εξοικονομηθούν χρήματα). Κάτι τέτοιο όμως, αν όντως υλοποιούνταν, πέραν του ότι θα εξέθετε τις αρχαιότητες σε τρομακτικό κίνδυνο, θα αλλοίωνε επίσης την αυθεντικότητα και την ανάδειξη του μνημειακού συνόλου στον τόπο όπου γινόταν η χρήση του.

Μετά την κατακραυγή από την επιστημονική κοινότητα, τον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων, τον Σύλλογο Εκτάκτων Αρχαιολόγων, από πολίτες, αλλά και την τότε διοίκηση του Δήμου, η οποία μάλιστα έκανε προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας, το σχέδιο απόσπασης απορρίφθηκε και αναζητήθηκε τεχνική λύση που θα συνδύαζε την κατασκευή του σταθμού Βενιζέλου με την κατά χώραν ανάδειξη του μνημειακού συνόλου, η οποία επικυρώθηκε με σχετική απόφαση του ΚΑΣ τον Φεβρουάριο του 2017 και προχώρησε σε επίπεδο μελέτης και κατασκευής.

Σήμερα, και ενώ ήδη η Αττικό Μετρό έχει προχωρήσει τις εργασίες κατασκευής της πλάκας οροφής του σταθμού, η νέα κυβέρνηση, με συμπαραστάτες τους τοπικούς άρχοντες Δήμου και Περιφέρειας, ανοίγει ξανά την κουβέντα περί απόσπασης, παραβλέποντας εσκεμμένα την πρόοδο των εργασιών, την επιστημονική τεκμηρίωση και την πολιτιστική -ακόμη και την τουριστική, αφού ο νέος αρχαιολογικός χώρος θα αποτελέσει εφαλτήριο για την προσέλκυση χιλιάδων επισκεπτών!– σημασία της in situ ανάδειξης του μνημειακού συνόλου.

Στο όνομα μιας ψευδεπίγραφης «επιτάχυνσης» του έργου, η κυβέρνηση, τοπικοί παράγοντες της ΝΔ και ο  νέος δήμαρχος, που ως γνωστόν επιθυμούσε ακόμη και ως μέλος της προηγούμενης διοίκησης τη λύση της απόσπασης, θέτουν σε κίνδυνο την πολιτιστική κληρονομιά της πόλης, παρότι οι ίδιοι δεν χάνουν ευκαιρία να μιλούν για την «αδιάλειπτη παρουσία της Θεσσαλονίκης από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα» .

Πέρα από το πολιτιστικό έγκλημα όμως, είναι μάλλον αυτονόητο ότι το έργο θα πάει πολύ πίσω λόγω επανασχεδιασμού (αλλά και της ανάγκης ξηλώματος των ήδη υπαρχουσών κατασκευών), το κόστος του θα ανέβει κι άλλο, τα χρήματα που έχουν ήδη δαπανηθεί για την in situ λύση θα πάνε χαμένα, και οι μόνοι που θα ωφεληθούν οικονομικά είναι οι μεγαλοεργολάβοι που θα το αναλάβουν και σίγουρα όχι οι Θεσσαλονικείς, ενώ είναι ορατός ο κίνδυνος, προκειμένου να μην καθυστερήσει ακόμη περισσότερο, να μην υπάρξει καν πρόβλεψη για την επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων.

Είναι πολύ εύλογο λοιπόν το ερώτημα για ποιους πραγματικά λόγους εκκινείται και πάλι αυτή η διαδικασία, ποιους πραγματικά θα ωφελήσει και αν η νέα διοίκηση του Δήμου θα σταθεί αρωγός στην επικίνδυνη και παράλογη απόσπαση των αρχαιοτήτων που θα καταστρέψει την αξία ενός μνημειακού συνόλου το οποίο αποτελεί την καρδιά της Βυζαντινής Θεσσαλονίκης.

Εμείς από τη μεριά μας, δηλώνουμε ότι θα κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας, μέσα και έξω από το Δημοτικό Συμβούλιο, για να προχωρήσει απρόσκοπτα η πιο πρόσφορη τεχνική λύση που θα διατηρήσει κατά χώραν το μνημειακό σύνολο της Μέσης Οδού στον σταθμό Βενιζέλου. Παράλληλα, καλούμε όλες τις δημότισσες και τους δημότες να σταθούν στο ύψος παλαιότερων ανάλογων αγώνων, και να συστρατευτούν στην προσπάθεια για μια πόλη που αγκαλιάζει το μέλλον χωρίς να παραχώνει το παρελθόν.»