Εσπευσμένα αποχώρησε μετά το τέλος της συνάντησής του με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ο Τούρκος πρόεδρος, με τους προέδρους των δύο ευρωπαϊκών θεσμών να παραχωρούν συνέντευξη Τύπου, αποκαλύπτοντας την ένδεια προτάσεων.

Συγκεκριμένα, αγνοώντας επί της ουσίας τόσο το αίτημα Ερντογάν για αναθεώρηση, όσο και την παραδοχή Μητσοτάκη πως «η συμφωνία είναι νεκρή» στο CNN, φον ντερ Λάιεν και Σαρλ Μισέλ ανακοίνωσαν τη δημιουργία μιας ομάδας τεχνικού πολιτικού διαλόγου υπό τον επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Ζοζέπ Μπορέλ και τον υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας Μ. Τσαβούσογλου, με αντικείμενο να εξηγήσει τις διαφορετικές ερμηνείες επί της εφαρμογής της δήλωσης ΕΕ – Τουρκίας για το μεταναστευτικό του 2016, και να εντοπίσει σημεία που δεν έχουν εφαρμοστεί, αποκλίσεις και παραλείψεις σε όλες τις σχετικές πρόνοιες.

«Ελπίζω να φτάσουμε σε μια συμφωνία, έτσι ώστε οι μετανάστες που βρίσκονται στην Τουρκία να καταλάβουν ότι τα σύνορα δεν είναι ανοικτά και να μην επιχειρήσουν να εισέλθουν στην Ευρώπη, ασκώντας μαζική, υπερβολική πίεση στα σύνορα, γιατί αυτό δεν θα είναι καλή λύση για κανέναν, ούτε γι’ αυτούς. Δεν θα είναι μια καλή λύση για τις σχέσεις μας με την Τουρκία, ούτε θα είναι χρήσιμο καθώς προσπαθούμε να βρούμε μια δομική μόνιμη λύση» ανέφερε νωρίτερα απαντώντας σε σχετική ερώτηση ο Μπορέλ, κατά την παρουσίαση της στρατηγικής της ΕΕ για την Αφρική.

Σύμφωνα με την αναμετάδοση του Αθηναϊκού Πρακτορείου, ο Σαρλ Μισέλ χαρακτήρισε τη συνάντηση εποικοδομητική και πρώτο βήμα στενών επαφών, που θα συνεχιστούν τις επόμενες εβδομάδες και στο επίπεδο του Προέδρου Ερντογάν, με στόχο την επίλυση των προβλημάτων που ανακύπτουν από το μεταναστευτικό και την διασφάλιση της σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή.

Αναλυτικά, μετά το πέρας της συνάντησης ο Σαρλ Μισέλ δήλωσε πως «ήταν σημαντικό να ανταλλάξουμε απόψεις» για τις σχέσεις της Τουρκίας με την ΕΕ και την εφαρμογή της δήλωσης του 2016. Σημείωσε ότι «μοιραστήκαμε τις διαφορετικές απόψεις μας σε σχέση με την εφαρμογή της δήλωσης» και «ξεκαθαρίσαμε μια σειρά θέσεις (διαφορετικές ερμηνείες) για τη συμφωνία». Όπως εξήγησε, η πλευρά της ΕΕ επικαιροποίησε τα ποσά που έχουν εκταμιευθεί και δεσμευθεί σε προγράμματα για τους πρόσφυγες και τόνισε ότι συζητήθηκε και η ασφάλεια της περιοχής, ειδικά στη Συρία, με την πλευρά της ΕΕ να μεταφέρει τις ανησυχίες της για την ανθρωπιστική διάσταση της κρίσης στην Ιντλίμπ και τα σύνορα με τη Συρία.

Ο Μισέλ τόνισε ακόμη ότι έγινε συζήτηση και για άλλα θέματα της σχέσης ΕΕ- Τουρκίας και αποφασίστηκε η εντολή στην ομάδα εργασίας υπό τον Μπορέλ, ώστε οι δύο πλευρές να εργαστούν για να αποκτήσουν την ίδια ανάγνωση. Σημείωσε δε ότι θα ενημερώσει τα κράτη-μέλη για τα σημερινά αποτελέσματα, όπως τα είχε συμβουλευτεί και πριν τη συνάντηση. Τόνισε ότι η ΕΕ θα διατηρήσει τον πολιτικό διάλογο με τον Ερντογάν, και πως το σημερινό είναι το πρώτο σημαντικό βήμα σε καλή κατεύθυνση και «θα προχωρήσουμε και άλλο στο μέλλον».

Από την πλευρά της η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν, ξεκαθάρισε ότι είναι σημαντικό πως οι γραμμές επικοινωνίας είναι ανοιχτές και ενεργές και αυτό είναι προϋπόθεση για την βελτίωση της κατάσταση των μεταναστών στον Έβρο. Σημείωσε ότι η Ελλάδα χρειάζεται στήριξη, αλλά και η Τουρκία όμως χρειάζεται στήριξη για το μεταναστευτικό.

Η επικεφαλής της Κομισιόν τόνισε ακόμα ότι ο σημερινός διάλογος ήταν εποικοδομητικός και οδήγησε σε χαρτογράφηση, διευκρινίζοντας ότι η δήλωση του 2016 παραμένει επίκαιρη και τώρα οι δύο πλευρές θα δουν τι λείπει και πως θα την εφαρμόσουν. Διευκρίνισε μάλιστα ότι η ΕΕ εξέφρασε τη βούληση να προχωρήσει με την εφαρμογή της δήλωσης μόνο αν αυτό είναι αμοιβαίο από την πλευρά της Τουρκίας. Η εξέταση των στοιχείων της συμφωνίας θα γίνει για το σύνολο των προβλέψεων του 2016. Τέλος ερωτηθείσα σχετικά με την επιχειρησιακή κατάσταση στα σύνορα με την Ελλάδα, επανέλαβε πως κάθε υπερβολική βία είναι απαράδεκτη, κάθε πράξη των αρχών πρέπει να είναι αναλογική, τα σύνορα πρέπει να προστατεύονται και το δικαίωμα αίτησης για άσυλο να είναι σεβαστό, εξηγώντας πως αυτά πάνε χέρι χέρι.

Βάρος στη Συρία – Βέλη στην Ελλάδα

Την ίδια ώρα, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αποχώρησε εσπευσμένα από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, παρότι προβλεπόταν να συμμετάσχει σε συνέντευξη Τύπου, ενώ δεν κράτησε την ίδια στάση μετά τη συνάντησή του με τον επικεφαλής του ΝΑΤΟ. Σύμφωνα με το Γαλλικό Πρακτορείο, ο Ερντογάν εμφανίστηκε ενοχλημένος που, «αντί να ακουστούν οι ανησυχίες του», φον ντερ Λάιεν και Μισέλ υποστήριξαν την Ελλάδα ως «ασπίδα» της Ευρώπης απέναντι στους μετανάστες που ενθαρρύνει η Τουρκία. Επίσης, κατά τις ίδιες πληροφορίες, καταφέρθηκε εναντίον του Κυριάκου Μητσοτάκη.

«Είναι παράλογο ότι ένας σύμμαχος και μια γειτονική χώρα δέιχνουν την Τουρκία ως υπεύθυνη για την παράνομη μετανάστευση» φέρεται να δήλωσε ο Ερντογάν, ενώ πρόσθεσε για την Ελλάδα πως «δεν θα επιτρέψουμε να κερδίσει άδικα κέρδη χρησιμοποιώντας τη σημερινή της θέση».

Κατά τις ίδιες πληροφορίες, ο Τούρκος πρόεδρος ζήτησε από το ΝΑΤΟ «απτή στήριξη» στον πόλεμο στη Συρία κατά τη διάρκεια επίσκεψης που πραγματοποιεί σήμερα στις Βρυξέλλες. «Αναμένουμε απτή υποστήριξη από όλους τους συμμάχους μας», δήλωσε ο Τούρκος ηγέτης μετά τη συνάντησή του με τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ.

«Το ΝΑΤΟ βρίσκεται σε μια κρίσιμη περίοδο στην οποία πρέπει να δείξει σαφώς την αλληλεγγύη του στην συμμαχία» με την Τουρκία, πρόσθεσε ο Ερντογάν.Η Άγκυρα θέλει το ΝΑΤΟ να εφαρμόσει πλήρως τις αποφάσεις που έλαβε μεταξύ του 2012 και του 2015 για να υποστηρίξει την τουρκική αεράμυνα, πρόσθεσε.

«Η κατάσταση στη Συρία απειλεί την Ευρώπη. Καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν έχει την πολυτέλεια να παραμείνει αδιάφορη για τους πολέμους και το ανθρωπιστικό δράμα στη Συρία», συμπλήρωσε.

Από την πλευρά του ο Στόλτενμπεργκ χαρακτήρισε την Τουρκία έναν «σημαντικό» σύμμαχο που έχει «συμβάλει στην κοινή μας ασφάλεια με πολλούς τρόπους».

«Οι Σύμμαχοι είναι έτοιμοι να συνεχίσουν να στηρίζουν την Τουρκία και να διερευνήσουν τι μπορούν να κάνουν περισσότερο», τόνισε ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, επιβεβαιώνοντας τη δέσμευση της Συμμαχίας στην συνεργασία. Παράλληλα χαρακτήρισε το μεταναστευτικό ζήτημα «μια κοινή πρόκληση» και χαιρέτισε το διάλογο μεταξύ Τουρκίας και ΕΕ για την εξεύρεση μιας μακροπρόθεσμης λύσης στην κρίση.