Ολόκληρο το κείμενο του ΜέΡΑ25:

Στο πλαίσιο της «σωτηρίας της χώρας μας» με την «υλοποίηση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων», δηλαδή στο πλαίσιο των ευφημισμών που αξιοποιούνται για να περιγραφεί η ερημοποίηση της Ελλάδας και η μετατροπή της σε μόνιμη χρεοδουλοπαροικία, «χρειάζονται κάποιες θυσίες». Όπως το να μην διαθέτουν τα δημόσια νοσοκομεία τα στοιχειώδη αναλώσιμα. Όπως το να υποκαθίσταται η διδασκαλία στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση με επισφαλείς «αναπληρωτές» και στην τριτοβάθμια με συμβασιούχους-«παρόχους υπηρεσιών» με μπλοκάκι ελεύθερου επαγγελματία. Όπως το να μην πληρώνει το κράτος τους προμηθευτές του. Η σταδιακή, μεθοδική αποσύνθεση κράτους και κοινωνίας συνιστά παράπλευρη απώλεια της «σωτηρίας της χώρας».

Εξυπακούεται πως στη λίστα με τις θυσίες, «η Παιδεία είναι πάνω απ’ όλα». Η αυξανόμενη και κατ’ επιλογήν αδυναμία του κράτους να στελεχώσει την πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση με στοιχειωδώς επαρκή αριθμό διδασκόντων «μπαλώνεται» με έναν αλματωδώς αυξανόμενο αριθμό αναπληρωτών: εργαζομένων με οριακό μισθό, τηρουμένων των αναλογιών της μετακίνησής τους όπου στην Ελλάδα αποφασιστεί ότι υπάρχει κενό, οι οποίοι βρίσκονται κυριολεκτικά στο έλεος του κράτους, προσφέροντας διδασκαλία, η ομαλή διασφάλιση της οποίας συνιστά μια από τις βασικές αποστολές του κράτους. Όπως σημειώναμε στις 16 Αυγούστου, «χαρακτηριστικά αναφέρουμε πως το σχολικό έτος 2011-2012 το ποσοστό των αναπληρωτών και ωρομίσθιων εκπαιδευτικών επί των μόνιμων εκπαιδευτικών ήταν 8%, για να φτάσουμε το 2015-2016 στο 14% ενώ για τη νέα σχολική χρονιά αναμένεται ποσοστό πάνω από 20%». Δηλαδή, το ελληνικό κράτος έχει λάβει μια συνειδητή απόφαση να υποκαθιστά ένα όλο και μεγαλύτερο ποσοστό θέσεων εκπαιδευτικών από χαμηλόμισθο πρεκαριάτο «αναπληρωτών», η εκμετάλλευση των οποίων είναι πασιφανής. Οι ελαστικές μορφές εργασίας αντί να μειώνονται στη χώρα μας αυξάνονται, και δη στον χώρο της παιδείας.

Σαν να μην έφτανε ο βαθύτατα προβληματικός θεσμός των «αναπληρωτών» για την κάλυψη ζωτικών αναγκών των σχολείων, η κυβέρνηση πέτυχε να καταστήσει τις φετινές συνθήκες κάλυψης των κενών ακόμα πιο δυστοπικές. Έτσι, όπως ακριβώς είχαμε προειδοποιήσει στις 16 Αυγούστου και όπως ανακοίνωσαν στις 21 Αυγούστου 2019 η Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Νίκη Κεραμέως και η Υφυπουργός Σοφία Ζαχαράκη σχετικά την πλήρωση των κενών θέσεων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης, «οι προσλήψεις αναπληρωτών θα διενεργηθούν βάσει των τελευταίων – εγκεκριμένων από το ΑΣΕΠ – πινάκων κατάταξης, ήτοι των πινάκων διδακτικού έτους 2018-2019, σύμφωνα με τη σχετική πρόβλεψη του ν. 4589/2019».

Όλα έτοιμα για την σχολική χρονιά, υποστηρίζει το υπουργείο Παιδείας – Διαμαρτύρονται οι αναπληρωτές για τους πίνακες

Δηλαδή: (α) δεδομένου του «κλειδώματος» των περυσινών πινάκων, κανένας νέος πτυχιούχος και εκπαιδευτικός που δεν βρίσκεται ήδη στους περυσινούς πίνακες δεν δύναται να αιτηθεί μια θέση αναπληρωτή. (β) Επίσης, τυχόν πρόσθετα προσόντα που έχουν ενδιαμέσως αποκτήσει οι ήδη καταγεγραμμένοι στους πίνακες εκπαιδευτικοί (π.χ. μεταπτυχιακοί τίτλοι) δεν προσμετρώνται, είναι ως μη γενόμενα.

Όλα αυτά δημιουργούν ένα περιβάλλον αναξιοκρατίας και μη ισότιμης συμμετοχής, κατά το οποίο οι νέοι εκπαιδευτικοί αποκλείονται για μια ολόκληρη χρονιά από τη διαδικασία προσλήψεων (ακόμα και στις ιδιαίτερα προβληματικές θέσεις των αναπληρωτών), όσοι απέκτησαν πρόσθετα προσόντα θα πρέπει να πάρουν απόφαση πως αυτά δε θα επηρεάσουν τη μοριοδότηση, ενώ κάποιοι εκπαιδευτικοί πριμοδοτούνται αδίκως, ευνοούμενοι από την παράταση των παλαιών πινάκων. Παράλληλα, με αυτόν τον τρόπο αποθαρρύνονται και αποτρέπονται όσοι σκόπευαν να μεταπηδήσουν από τον επικουρικό στον κύριο αξιολογικό πίνακα. Τα παραπάνω λαμβάνουν χώρα «με σεβασμό στις αρχές της νομιμότητας, αντικειμενικότητας και αξιοκρατίας», όπως επιβάλλει το κυβερνητικό newspeak στις δηλώσεις της Υπουργού και της Υφυπουργού Παιδείας.

Αλλά και πέραν τούτων, η ίδια η δυνατότητα περαιτέρω ισχύος των παλαιών πινάκων αναπληρωτών αμφισβητείται νομικά: σύμφωνα με την 1882/2017 απόφαση του ΣτΕ, η ισχύς των παλαιών πινάκων αναπληρωτών έληξε κατ’ ανώτατο όριο το προηγούμενο σχολικό έτος 2018/2019. Ως εκ τούτου, τίθενται ζητήματα συνταγματικότητας και, εν τέλει, νομιμότητας.

Οι νέοι εκπαιδευτικοί, που φέτος θα εισέρχονταν στην αγορά εργασίας έστω και μέσα από τον προβληματικό θεσμό των αναπληρωτών, βλέπουν πλέον ακόμα και αυτήν την τόσο προβληματική μορφή εργασίας σε σχολείο ως άπιαστο όνειρο, αφού αποκλείεται για φέτος ακόμη και το ενδεχόμενο έγκυρης αίτησής τους.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η κατεδάφιση του δημόσιου σχολείου συνεχίζεται και ολοκληρώνεται επί «Αριστείας». Η κυβέρνηση της Αριστείας τονίζει και υπογραμμίζει: εν τέλει, ποιός τους χρειάζεται τους εκπαιδευτικούς; Όλα αυτά, βέβαια, είναι ζητήματα ιεράρχησης προτεραιοτήτων — τι θεωρείται από το κράτος ουσιώδες και αναντικατάστατο, τι όχι, τι μπορεί να βρεθεί στην κοινωνική ανυπαρξία χωρίς να θεωρηθεί πως προκαλείται ιδιαίτερο πρόβλημα. Επί παραδείγματι, οι αλλεπάλληλες επανακεφαλαιοποιήσεις των ελληνικών τραπεζών θεωρούνται προφανώς από τις κυβερνήσεις ζήτημα κατά πολύ υπέρτερο των διδακτικών κενών στα σχολεία.

Στο ΜέΡΑ25 λειτουργούμε πολιτικά, ηθικά και ανθρώπινα με ακριβώς αντεστραμμένα τα πρόσημα της κυβέρνησης, τις προτεραιότητές της. Ξεκαθαρίζουμε ότι και ο θεσμός των αναπληρωτών διδασκόντων εν συνόλω, αλλά και το «πάγωμα» μιας πλέον μη αντιπροσωπευτικής λίστας ΑΣΕΠ «για εθνικούς λόγους», αποκλείοντας τους νεοεισερχόμενους και καθιστώντας την ήδη αποθαρρυντική μοίρα των υποψηφίων αναπληρωτών ακόμα δυσχερέστερη, μας βρίσκει ριζικά αντίθετους. Στα μάτια μας είναι προφανής η προτεραιότητα της κάλυψης των ζωτικών κενών στην εκπαίδευση με κανονικούς, πλήρους απασχόλησης και μονιμότητας εκπαιδευτικούς. Και δεν νοείται να εξετάσει κανείς αυτό το ζήτημα χωρίς να διακρίνει τη διαστρέβλωση που το καθιστά εφικτό, δηλαδή την πολυετή λιτότητα, αυτήν που αφήνει άδεια σχολεία και νοσοκομεία: το μόνο που μπορεί αυτή η λιτότητα να δημιουργήσει είναι ένα κράτος και μια κοινωνία σε αποσύνθεση — και αυτή τη στιγμή γευόμαστε τους καρπούς της.