Τη διάσκεψη, στην οποία μετείχαν πάνω από 70 χώρες – ανάμεσά τους ευρωπαϊκά και αραβικά κράτη, τα μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, καθώς και διεθνείς οργανισμοί, αλλά όχι οι Ισραηλινοί και οι Παλαιστίνιοι – εγκαινίασε ο υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας Ζαν-Μαρκ Ερό.

Η κυβέρνηση Νετανιάχου ήταν ριζικά αντίθετη στη διάσκεψη αυτή, τονίζοντας ότι μόνο οι απευθείας διαπραγματεύσεις με τους Παλαιστίνιους μπορεί να θέσουν τέλος στη σύγκρουση, που είναι μια από τις παλαιότερες στον κόσμο. Από την πλευρά τους, οι Παλαιστίνιοι υποστήριξαν την πρωτοβουλία της Γαλλίας, επισημαίνοντας ότι χρόνια διαπραγματεύσεων με το εβραϊκό κράτος δεν επέτρεψαν να τερματιστεί η κατοχή της Δυτικής Όχθης.

Κλείνοντας τις εργασίες της διάσκεψης, ο γάλλος υπουργός Εξωτερικών τόνισε ότι οποιαδήποτε επίλυση της ισραηλινο-παλαιστινιακής σύγκρουσης θα πρέπει να βασίζεται στα σύνορα του 1967 και τις μεγάλες αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών.

«Πρέπει να υπενθυμίσουμε τη βάση και η βάση είναι τα σύνορα του 1967 και οι μεγάλες αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών», τόνισε ο Ερό αναφερόμενος στα ψηφίσματα που καλούν το Ισραήλ να αποχωρήσει από τα εδάφη που κατέλαβε μετά τον πόλεμο των Έξι Ημερών το 1967.


Δεν υπέγραψε την τελική ανακοίνωση το Λονδίνο

Επιφυλάξεις σχετικά με το αποτέλσμα της ειρηνευτικής διάσκεψης ανακοίνωσε ότι έχει η Βρετανία, υποστηρίζοντας ότι διακινδυνεύει να «σκληρύνει τις θέσεις».

«Έχουμε ιδιαίτερες επιφυλάξεις σε σχέση με μια διεθνή διάσκεψη για την προώθηση της ειρήνης μεταξύ δύο πλευρών, χωρίς οι πλευρές αυτές να μετέχουν σε αυτήν, μια διάσκεψη που διεξάγεται παρά τη θέληση των Ισραηλινών και που διεξάγεται μόλις λίγες ημέρες πριν από την μεταβίβαση της εξουσίας στον νέο αμερικανό πρόεδρο, όταν οι ΗΠΑ θα είναι ο τελικός εγγυητής οποιασδήποτε συμφωνίας», ανακοίνωσε το βρετανικό υπουργείο Εξωτερικών.

«Υπάρχουν κίνδυνοι συνεπώς ότι αυτή η διάσκεψη σκληραίνει τις θέσεις σε μια περίοδο που πρέπει να ενθαρρύνουμε τις προϋποθέσεις για την ειρήνη», αναφέρει το Φόρεϊν 'Οφις διευκρινίζοντας ότι για τον λόγο αυτό, η Βρετανία είχε θέση παρατηρητή στη διάσκεψη και δεν υπογράφει την τελική ανακοίνωση.

Τον περασμένο μήνα, το Λονδίνο επέκρινε τον Τζον Κέρι, ο οποίος χαρακτήρισε την κυβέρνηση Νετανιάχου «τη δεξιότερη» στην ιστορία του Ισραήλ, με την Ντάουνινγκ Στριτ να δείχνει ότι η θέση της πρωθυπουργού Τερέζα Μέι στο θέμα αυτό προσεγγίζει την άποψη του εν αναμονή προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ.

Στο μεταξύ, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζον Κέρι χαρακτήρισε «ανάρμοστο» το ενδεχόμενο να περιληφθεί στην ανακοίνωση της διεθνούς διάσκεψης, στόχος της οποίας είναι η ειρήνευση μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων, μια αναφορά στα σχέδια της μέλλουσας κυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ να μεταφέρει την αμερικανική πρεσβεία στην Ιερουσαλήμ.

«Αυτό συζητείται δημόσια στη χώρα μου και δεν έχει θέση στα διεθνή συνέδρια προς το παρόν. Είναι ανάρμοστο», δήλωσε ο Κέρι στους δημοσιογράφους μετά τη διάσκεψη.


Κοτζιάς: Χρειάζεται νοοτροπία συναίνεσης και όχι σύγκρουσης

Τη γαλλική πρωτοβουλία για τη διεθνή Διάσκεψη για το Μεσανατολικό, υποστήριξε και ο Ελληνας υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς με τη συμμετοχή του σε αυτήν, καθώς και με την παρέμβασή του. Ο Ελληνας υπουργός υπογράμμισε την ανάγκη «ανάπτυξης ελπίδας και εμπιστοσύνης στην περιοχή».

«Να φέρουμε την ειρήνη στην Παλαιστίνη και στη Μέση Ανατολή, να προωθήσουμε τη λύση των δύο κρατών και να θέσουμε μια θετική ατζέντα για την Ανατολική Μεσόγειο», ανέφερε. Υποστήριξε ότι θα πρέπει να ληφθούν υπόψη «τα μεγάλα συμφέροντα των Παλαιστινίων και του Ισραήλ για τη δημιουργία δύο κρατών στην περιοχή όπου σήμερα υπάρχει η κρίση της Μέσης Ανατολής».

Ο κ. Κοτζιάς αναφέρθηκε και στη σειρά πρωτοβουλιών που έχει αναλάβει η ελληνική κυβέρνηση, όπως τα πέντε τριμερή σχήματα συνεργασία,ς με την Αίγυπτο, την Παλαιστίνη, το Λίβανο, την Ιορδανία και το Ισραήλ, η Διάσκεψη της Ρόδου που θα επαναληφθεί σε μερικούς μήνες και η πρωτοβουλία για την προστασία χριστιανικών και άλλων θρησκευτικών ή πολιτισμικών ομάδων στη Μέση Ανατολή.
Ο υπουργός υποστήριξε μεταξύ άλλων «την ανάγκη καλλιέργειας μιας νοοτροπίας συναίνεσης και συμβιβασμού και όχι σύγκρουσης».

Επιμέλεια: Κατερίνα Κουτσελάκη
Με πληροφορίες από Reuters, AFP